Πεθερά να σε ρωτήσω, ποιον απ’ όλους να ψηφίσω;
Να ψηφίσω τον Χασιώτη ή τον Κώστα Λεπενιώτη;
Η κουμπάρα με μαλώνει, να ψηφίσω Κατσαντώνη. (καφετζής)
Γράφει ο Γιάννης Φρύδας
ΣΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ 4
Να πάει μπροστά ο τόπος
Ήμουν ξαπλωμένος στη λάκα στην Κρανιά και περίμενα να έρθει ο Κώστας Πέτσας, γιατί είχαμε ένα πρόβλημα με το νερό στο Αετοχώρι (είδατε πώς το περνάω έμμεσα το θέμα; Το ’πιασες, δήμαρχε, το υπονοούμενο;)… Τεντωμένος, λοιπόν, σαν πέρα δίπλα (εμείς οι Μαρκελεσιώτες ή καθόμαστε ή είμαστε ξάπλα κι όρθιους μας βρίσκεις μόνο όταν πάμε για να κάτσουμε ή να ξαπλώσουμε), περίμενα τον Κώστα, γιατί πάει το Πέτσας, αφού τον ξεπετσιάσαμε πέρα δώθε Πετρίλια – Μαρκελέσι και σκέφτομαν πώς και να άργησε τόσο, απού καλό τ’ ου άνθρωπους, βλέπω έρχονταν ένας άλλος. Σε λίγο, πάρ’ τον, έφτασε.
─ Καλώς τουν! Για πού, ορέ πατριώτ’;
─ Καλώς σε βρήκα! Πάω για τα κάτω χωριά, μέχρι Αργύρι, μ’ λέει.
─ Για καλό ή για κακό; Εμπορεύεσαι τίπουτα; Απούθι είσι;
─ Όχι, για άλλον λόγο πάω. Από εδώ είμαι κι εγώ, Αργιθεάτης.
─ Αργιθιάτ’ς κι δε σι ξέρου; Ιδώ γνουρίζουμαστι ούλοι σαν παρδαλά κ’τάβια.
─ Θα γνωριστούμε και μαζί, λοιπόν. Θα είμαι και υποψήφιος δήμαρχος στις εκλογές.
─ Α, κατάλαβα, θέλ’ς να γέν’ς δήμαρχους. Ας είνι κι δήμαρχους, καμίνια δ’λειά δεν είνι ντρουπή, η κουραμάνα να βγαίνει, αλλά γιατί του θέλ’ς τόσου;
─ Γιατί ο τόπος έμεινε πίσω.
─ Πώς του κατάλαβις ισύ, πο’ ’μεινι πίσου;
─ Ποιο χωριό ήταν πέρυσι εκεί απέναντι;
─ Η Βριστινίτσα.
─ Φέτος ποιο είναι;
Καλά, τσιακατσ’μένου να ’νι είπα μι του νου μ’. Τι να χαζουκουβιντιάζει; Αλλά μι τ’ς παλαβούς μην τα βάν’ς!...
─ Η Βριστινίτσα είνι κι φέτου, τ’ λέου.
─ Είδες, ο τόπος δεν πήγε μπροστά και γι’ αυτό θέλω να γίνω δήμαρχος.
─ Δηλαδή, πού έπριπι να ’νι ου τόπους; Στ’ Αυλάκι, στου Σιακαρέτσι, παρακάτ’;
─ Ο τόπος πρέπει να πηγαίνει πάντα μπροστά, όλο μπροστά.
─ Μέχρι πού να πάει; Στουν Ιμπισό, στουν Πιταλά; Κιο κουντά θα πέσει κατ’ στ’ θάλασσα, στουν Καρβασαρά…
─ Εγώ αυτό θα το πετύχω, αρκεί να με βοηθήσετε κι εσείς.
─ Ποιο θα πτύχ’ς; Να πέσουμι στ’ θάλασσα; Άμα είνι έτσι, ούλοι θ’ αμπώξουμι, για να πάει ο τόπους μπρουστά… Έχουμι αμπώξι κι αυτουκίνητα ιμείς πουλλές βουλές! Τουν Κ’τσό (αυτόν κι αν άμπουξαμαν), τουν Κουρλό, του Νίκου Ζουμπουρλή, του Μήτσιου Κάμπα, τουν Τουραλιά, τουν Τέλη. Ξέρ’ς πόσου δύσκουλου ήταν ν’ αμπώξ’ς τουν Τέλη; Κι αλλ’νούς, πού να θ’μάμι τώρα…
Έλιγα, έλιγα, ό,τι ιστουρίις μο’ ’ρχουνταν στου κιφάλι, για να πιρνάει η ώρα, μέχρι να φτάσει κι ου Κώστας, να ’μαστι κάνι δυο. Αστόχ’σα κι να ρωτήσω πώς τουν λέν’, γιατί μ’ αυτά πο’ ’λιγι, ήμαν τσιλαφτιασμένους, τι ξέρ’ς τι γένιτι…
─ Άργησα. Καλή η κουβέντα σου, αλλά πρέπει να φύγω τώρα, έχω δρόμο. Γειά σου!
─ Γεια κι σ’ ισένα, του ’πα. Ώρα καλή!... Κι έκανα του σταυρό μ’ ικεί στου κόν’σμα τ’ Αϊ-Παντιλιήμονα. Κοίταξα κι απού πέρα, ’σύχασα. Στου ίδιου μέρους, σταθιρή η Βριστινίτσα. Βάστα, καημένη Βριστινίτσα! Βάστα!
Βρήκες Αργιθεάτη στον δρόμο; Πες του καλή επιτυχία! Λίγο δύσκολο να μην
είναι κάπου υποψήφιος. Καθένας από μια σκούφια, μια ιδέα κι ένα όραμα. Εδώ ένας άλλος νομίζει ότι προκάλεσε το ξεκίνημα του διαλόγου κι αισθάνεται σαν το Πελέ που έκανε τη σέντρα έναρξης σε μουντιάλ…
Τόση είναι η μανία εις αυτάς τας εκλογάς,
ώστε μάλλον θα κατέβει υποψήφιος κι ο παπάς…
(ή το παπαδοπαίδι ή η παπαδοπούλα λεβεντονιά, γειά σου, ρε Τάκη Καρναβά!).
Εδώ δε συμπληρώνουμε για μπιρίμπα, συνδυασμό θα φκιάσουμε; Αν θέλουμε
να παίξουμε πόκα, δεν το συζητάμε… (υποθετικός λόγος, απλή σκέψη του λέγοντος). Θέλει άτομα και τα άτομα να ’χουν λεφτά (αυτό δεν είναι υποθετικός λόγος, αλλά είναι αντίθετο του πραγματικού). Ως προς τα λεφτά, το καταλάβατε, μπράβο!
Κι από κοντά οι γυναίκες υποψήφιοι!... Με ποσόστωση νομίζω τριάντα τοις
εκατό. Πολύ! Πάρα πολύ! Κανονικά δέκα τοις εκατό έπρεπε, όσο είναι και στον παράδεισο.
Διότι αν ξεπεραστεί το ποσοστό, έστω και λίγο, κόλαση θα γίνει κι ο παράδεισος…
Τριάντα, τριάντα, τι να κάνουμε; Ας προτείνουμε κάποιους περιορισμούς, γιατί το νομοσχέδιο από Κλεισθένης θα μας βγει Λυσιστράτη.
Για να μπούνε οι γυναίκες μέσα στον συνδυασμό,
πρέπει να τηρήσουν νόμους, να δηλώσουνε σκοπό.
Καθαρά το λέει ο νόμος, δίαιτα πως δε θα κάνουν,
μήπως χάριν σιλουέτας αιφνιδίως αποθάνουν.
Πρέπει να ’ναι παντρεμένες, απαραίτητο αυτό,
να ’χουν μόνο λίγες έγνοιες, να μην ψάχνουν για γαμπρό.
Γιατί, αν βγουν στη δημαρχία κάτι ανύπαντρες κοκότες,
θα μας φέρουνε τους ξένους να τους γράψουνε δημότες.
Θα ’ναι, βέβαια, οι σωγάμπροι επιζήμιοι πολύ,
γιατί θα χορέψουμε όλοι στριμωγμένοι στο ταψί…
(εμ καφετζής, εμ ποιητής)
Έχουμε τοπική αυτοδιοίκηση πρώτου (δημοτική), δευτέρου (νομαρχιακή πες)
και τρίτου βαθμού (περιφερειακή). Τρεις βαθμούς, όπως έχουν και τα εγκαύματα.
Υπάρχει, όμως, και τέταρτος βαθμός. Είναι η ατομική αυτοδιοίκηση, η σπουδαιότερη απ’ όλες και η οποία καθορίζει τις σχέσεις του πολίτη με τις άλλες τρεις. Ατομική αυτοδιοίκηση είναι να κάνει ο καθένας ό,τι του κατέβει στο κεφάλι. Αν είναι νόμιμο, καλώς. Αν είναι παράνομο, πάλι καλώς, απλώς οι άλλοι τρεις βαθμοί καλούνται να το νομιμοποιήσουν. Έτσι κι αλλιώς, πάντα οι άλλοι φταίνε…
Αν μας έδιναν τον Ψινάκη μεταγραφή, δίναμε κι εμείς τρεις δικούς μας
δημοτικούς συμβούλους, αλλά τι φταίει ο δήμος Μαραθώνα;
Η αντιπολίτευση με τα λάθη της, έφερε στην εξουσία αυτούς που κυβερνούν,
αλλά ας μην ανησυχεί!… Αυτοί που κυβερνούν θα τους το ανταποδώσουν…
Προς πολιτικούς
Ακούω τα βήματα εκείνων που ξεκίνησαν, για να σας αντικαταστήσουν. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου έγραψε κάτι παρόμοιο μ’ αυτό, αλλά πήρα και την άδειά του. Τον πήρα τηλέφωνο, δεν έφερε καμία αντίρρηση. Είχε μεσολαβήσει διακριτικά και ο Αλέξης, ο Καρδαμπίκης, που είναι απ’ το ίδιο χωριό. Φίλος τον φίλο φίλευε…
Ανταποδίδω με πολιτική διαφήμιση:
ΑΛΕΞΗ ΓΕΡΑ! ΣΕ ΟΛΑ Τ’ ΑΓΡΑΦΑ!
Τον νου σας! Στον Καρδαμπίκη τον Αλέξη! Μη γίνει κάνα μπέρδεμα…
Κι άλλη πολιτική διαφήμιση:
Καλύτερα Μιμίκος παρά Παπαμιμίκος! ΝΑΙ στις όρνιθες! ΟΧΙ στα κουτορνίθια!
Πεπτοκότες! Άκου, πεπτοκότες!... Έτσι έλεγε ένας που έβγαζε μια ομιλία. Τι
λες, ρε χαμένε; Φλιντ’ράν’ οι κότες, δεν πέφτουν. Δεν ξέρ’ς, δε ρουτάς κιόλα…
Άλλο σαντούρι, άλλο Σαντορίνη κι άλλο σαν το Ρίνη απ’ το Λιάσκοβο.
Η σαντορίνη είναι το υλικό που φκιάνουν τα σαντούρια. Κατάλαβες;
Αυτό το λιβάδι στο Λεοντίτο, πώς δεν το πήρε ο Καλογρίτσας; Τόσα πολλά
βοσκοτόπια έχει και δεν το χρειάζεται; Εκτός και σκέφτεται να πάει απέναντι στην Πατλιά, Καυκιά, Χοντροσπάνι…
Έχει παντεσπάνι στο Χοντροσπάνι. Και ποιος αντέχει μετά τους Σπυρελιώτες!
Βγάζουμε το καλύτερο τυρί στην Πατλιά θα λένε και στο Χοντροσπάνι το καλύτερο ρεύμα.
Όπως θα γυρνάν’ οι φτερωτές, θα φέρνουν γύρα και τα φουρλέτσια στους μπουτινέλους. Πάει το παραδοσιακό κοπάνισμα! Μόνο τα κεφάλια μας θα κοπανάμε αργότερα.
Απ’ το πολύ κοπάνισμα, μπαίνεις και στα μεράκια. Ακολουθεί χορός!... Όλοι
στην πίστα!
«Τασιά, μωρέ Τασιά, σαν πας στην εκκλησιά,
κοίτα τι μαγειρεύουν, τι έχουν στα ταψιά.
Τασιά, μωρέ Τασιά, γιατί μας κάκιωσες;
Είπες πως δεν ψηφίζεις και μας φαρμάκωσες».
Χορεύεται ελεύθερα με αυτοέκφραση του κάθε χορευτή σε ρυθμό «βλαχοντίσκο», όπως ακριβώς και ο τέταρτος βαθμός αυτοδιοίκησης, όπου ο καθένας κάνει ό,τι θέλει.
(Απαγορεύονται τα σπασίματα και οι σπαστικοί)!...
«…και πολλά μέλλει να μάθεις αν το Α(α)σήμαντο εμβαθύνεις…» Οδ. Ελύτης
Ξέρω ότι αυτοί που με χαιρετούν δεν είχαν ποτέ την ανάγκη μου, για να με χαιρετούν από ανάγκη κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Επομένως,
είναι σημαντικό να είσαι ασήμαντος…
Αυτός είναι ο βασικότερος λόγος που δε γίνομαι δήμαρχος. Άλλος λόγος, δευτερευούσης όμως σημασίας, είναι που δε με ψηφίζουν…
3/9/2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου