Ετικέτες - θέματα

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μυθολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μυθολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

1.8.25

Οι Κάβειροι από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο - συγγραφέα

 

Οι Κάβειροι

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο - συγγραφέα



ΓΕΝΙΚΑ
: Οι Κάβειροι (ΚάFειροι) ήταν θεότητες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας προερχόμενοι από προελληνική, πιθανώς πελασγική ή φοινικική θρησκεία. Λέγονταν επίσης και «Μεγάλοι θεοί». Οι θεοί αυτοί ήταν τέσσερις ή κατ΄ άλλους τρεις και ταυτίσθηκαν άλλοτε με τον Δία, την Αθηνά, την Δήμητρα και άλλοτε με τον Ήφαιστο [ως «Αξιόκερσος»], την Δήμητρα [ως «Αξίερος»] την Περσεφόνη ως «Αξιόκερσα» και τον Ερμή ως «Καδμίλο» ή «Κασμίλο». Άλλοτε παρουσιάζονταν ως γιοι και κόρες του Δία, άλλοτε του Ηφαίστου εκ της Καβείρας κλπ. Κύριο χαρακτηριστικό όμως των θεοτήτων αυτών ήταν ότι λατρεύονταν δια μυστηρίων, δηλαδή κατόπιν μύησης, στις οποίες δεν έλειπε ποτέ η Δήμητρα και ότι δεν τους προσφωνούσαν με τα ονόματά τους αλλά απλώς ως θεούς (μεγάλους, δυνατούς και ισχυρούς). Ο Στησίμβροτος από τη Θάσο, τον οποίο αναφέρει και ο Στράβων υποστήριζε ότι οι Κάβειροι προέρχονταν από το βουνό Κάβειρο της Φρυγίας όπου επίσης υπάρχει και πόλη Καβειρία και Κάβειρα στον Πόντο. Επίσης άλλοι υποστηρίζουν ότι οι δαίμονες αυτοί ήρθαν από την Φοινίκη (απ΄όπου είχε έρθει κατά μία εκδοχή ο Κάδμος). Τέλος άλλοι λένε ότι οι Κάβειροι είναι θεότητες που έρχονται από την Αίγυπτο με τον Κάδμο που έζησε πρώτα στη Μέμφιδα κι ύστερα στην Τύρο της Φοινίκης. Οι χριστιανοί συνέδεσαν το όνομα των Καβείρων [ή Κορυβάντων] με φόνους και ταφές. Λεγόταν ότι οι δύο αδελφοί Κορύβαντες σκότωσαν τον τρίτο και για να μην αποκαλυφθούν τον έθαψαν στις πλαγιές του Ολύμπου, ολόκληρο το σώμα ή μόνο το κεφάλι του που το σκέπασαν με κόκκινο πανί. Αυτός ο τρίτος αδελφός ονομαζόταν Κάβειρος και αυτόν επικαλούνταν με θυσίες αίματος οι Θεσσαλονικείς των πρώτων μ.Χ. αιώνων (Κλήμης Αλεξ. Προτρεπτικός, II, 19, 1.3.4.). Κέντρο της λατρείας των Καβείρων ήταν κυρίως η Σαμοθράκη και άλλα νησιά του βορείου Αιγαίου [Ίμβρος, Λήμνος, Θάσος] και οι Θρακικές και Μακεδονικές ακτές. Αργότερα ιερά των Καβείρων βρίσκονται και στη κυρίως Ελλάδα, όπως στη Βοιωτία. Από τους Έλληνες ποιητές πρώτος τους αναφέρει ο Πίνδαρος. Οι ήρωες του Τρωικού Πολέμου αλλά και οι Βασιλικές οικογένειες της Μακεδονίας φέρονται ως μυημένοι στα μυστήρια αυτά. Αναφορές στα ομηρικά έπη μας δείχνουν ότι ο Αγαμέμνονας και ο Οδυσσέας, ανήκαν στον κύκλο των μυημένων αυτών των μυστηρίων. Σύμφωνα με την παράδοση πατέρας των Καβείρων ήταν ο Ήφαιστος και μητέρα τους η Κάβειρα. Εκτός από θεότητες της φωτιάς, θεωρούνταν και υπόγειοι δαίμονες, επειδή ενεργούσαν απο τα βάθη της γής ως "Μεσίτες" θεοί. Ονόματα των Καβείρων που σώθηκαν: Αξιόκερσος, Αξίερος, Αξιόκερσα και Καδμίλος ή Κάδμιλος ή Κασμίλος.


ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΑ – ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ
: Ο Ήφαιστος με τη Νύμφη Καβειρώ έκαναν ένα παιδί. Τον Καδμίλο. Ο Καδμίλος [το όνομα θυμίζει τον Κάδμο, δίνοντας μεγάλες πιθανότητες στη Φοινίκη, ως τόπο προέλευσης της θρησκείας], με τη σειρά του γέννησε τρεις γιους, τους Κάβειρους. Αυτά τα υποχθόνια πνεύματα της θάλασσας, της γης και της φωτιάς, οι τότε κάτοικοι της Λήμνου τα αναπαριστούσαν με το σφυρί και τη λαβίδα του μεταλλουργού, θυμίζοντας πολύ τους Τελχίνες. Η μορφή τους κοσμούσε διάφορα καλλιτεχνήματα της εποχής. Η λέξη Κάβειρος πιθανόν να προέρχεται απ' το σημιτικό “καβιρίμ”, που σημαίνει ισχυρος, δυνατός. Το καβίρ στην αραβική γράφεται Kebir ενώ στα σανσκριτικά το Kawiras σημαίνει επίσης μεγάλος. Από την άλλη πλευρά όμως κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτό το όνομα είναι ελληνικό και φαίνεται από το ρήμα καίω (καίειν – ΚαFeiροι), εφόσον και οι Κάβειροι έχουν σχέση με τη φωτιά ως τέκνα του Ήφαιστου. Λέγονταν και Καρκίνοι, μιας και οι λαβίδες του σιδηρουργού παρέπεμπαν στα γνωστά μας καβούρια.


ΤΑ ΚΑΒΕΙΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
: Ήταν η ετήσια γιορτή προς τιμήν των Καβείρων, στο ομώνυμο ιερό τους που σήμερα βρίσκεται Β.Α. της Σαμοθράκης. Η τελετή εικάζεται πως είχε σχέση με την αναγέννηση της φύσης και τη γονιμότητα της γης. Για εννέα μέρες που διαρκούσε η γιορτή και μέχρι να φτάσει το πλοίο με την “ιερή φλόγα” από τη Δήλο, οι φωτιές και οι εστίες παρέμεναν σβηστές σε όλο το νησί. Με την υποδοχή του φωτός η ζωή επανερχόταν αμέσως στον κανονικό της ρυθμό. Οι μη μυημένοι απαγορευόταν να προσεγγίσουν στο ιερό των Καβείρων και η ανυπακοή τιμωρούνταν με θάνατο. Λέγεται πως η Ολυμπία, η μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ήταν μία εκ των διασημότερων μυστών των Καβείριων μυστηρίων. Κατά τον Ηρόδοτο οι Πελασγοί ίδρυσαν τα Καβείρια. Ο ίδιος ο μεγάλος ιστορικός, όπως και ο βασιλιάς της Σπάρτης Λύσανδρος είχαν μυηθεί στα μυστήρια της Σαμοθράκης. Η διαφορά από τα άλλα μεγάλα κέντρα Μυστηρίων της Ελλάδος ήταν η μεγάλη εμβέλεια που είχαν αλλά και το ότι σ΄ αυτά μπορούσαν να συμμετέχουν άνθρωποι χωρίς διάκριση φυλής, κοινωνικής τάξης και φύλου. Και αυτά τα Μυστήρια αποτελούνταν από διάφορους βαθμούς μύησης και διαιρούνταν σε Μικρά και Μεγάλα Μυστήρια. Έχουμε κι εδώ τη λατρεία της Μεγάλης Θεάς [Αξίερος] που συσχετιζόταν με ιερούς βράχους πάνω στους οποίους γίνονταν προσφορές ή θυσίες. Αργότερα οι Έλληνες ταύτισαν την Αξίερο με τη Δήμητρα. Την έλεγαν επίσης Ηλέκτρα ή Αλέκτρα, Οδηγήτρια (Αλέκ σημαίνει προστάτης και στη δωρική διάλεκτο έχει σχέση με το φως, όπως την ίδια ρίζα έχει και το όνομα του Αλέξανδρου). Ο αντίστοιχος αρσενικός θεός ήταν ο Κάδμιλος που αργότερα κι αυτός ταυτίστηκε με τον Ερμή.

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ - ΕΞΑΠΛΩΣΗ: Ο Κάδμιλος σε μία στήλη κρατά το κηρύκειο όπου μέσα υπάρχουν δύο μεγάλα φίδια που συμβόλιζαν τα δύο κοσμικά πνεύματα τους Καβείρους που τους αναπαριστούσαν σαν δύο δίδυμους αδελφούς, ιθυφαλλικούς και γυμνούς. Οι Έλληνες τους ταύτισαν με τους Διόσκουρους, τους Δίδυμους γιους του Δία τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη. Οι δύο αρχικές θεότητες είχαν κυρίως χθόνιο χαρακτήρα. Η μία είναι ο θεός του κάτω κόσμου και η άλλη η σύζυγός του που οι Έλληνες αργότερα ταύτισαν με τον Άδη [Πλούτωνα] και την Περσεφόνη. Στην προελληνική γλώσσα λέγονται Αξιόκερσος και Αξιόκερσα. Οι χαρακτήρες όμως των Καβείρων αλλά και ο αριθμός τους είναι διαφορετικοί από τόπο σε τόπο. Έτσι, στη Λήμνο και στη Μακεδονία λατρευόταν μία τριάδα, ενώ στη Θήβα ένα ζευγάρι αρσενικών θεών, ο Κάβειρος κι ο Παις. Τα ονόματά τους όμως οι πιστοί δεν τα πρόφεραν, αλλά απλώς τους ονόμαζαν «Άνακτες», όπως στην Ελευσίνα οι «Θεοί». Το δε πρόθεμα «άξιος» σήμαινε «άγιος». Η μεγαλύτερη εξάπλωση αυτών των Μυστηρίων άρχισε τον 3ο π.Χ αι., εξαιτίας της εύνοιας που επέδειξαν προς τα μυστήρια αυτά οι Μακεδόνες βασιλείς. Στην Όλυνθο της Χαλκιδικής βρέθηκε επιγραφή που υποδηλώνει συντελεί ότι εκεί υπήρχε ναός των Καβείρων. Επίσης νομίσματα της Θεσσαλονίκης έφεραν την επιγραφή ΚΑΒΕΙΡΟΣ, ενώ άλλα ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΝ ΚΑΒΕΙΡΟΙ. Ακόμη στη Θεσσαλονίκη γίνονταν γιορτές και αγώνες με τα ονόματα Καβείρια Πύθια και Καβείρια επινίκια.


Η ΜΥΗΣΗ ΚΑΙ Η ΤΕΛΕΤΕΣ
: Ο Θέωνας ο Σμυρναίος συγγραφέας του 2ου μ.Χ αι. υποστηρίζει πως η μύηση στα Καβείρια αποτελούνταν από πέντε μέρη που είναι τα εξής: Καθαρμός, Παράδοση της τελετής, Εποπτεία Ανάδεση στεφάνων και τέλος Τελειοποίηση και ευδαιμονία! Η λειτουργία των Καβειρίων άρχιζε με την δοκιμασία της προηγούμενης διαγωγής τους. Η εξομολόγηση ήταν υποχρεωτική καθαρίζοντας ψυχικά τους υποψήφιους. Κατά τη μύηση έβαζαν τον υποψήφιο πάνω σε θρόνο, γι΄ αυτό και η μύηση ονομαζόταν θρονισμός. Στο κεφάλι του μυούμενου έβαζαν στεφάνι ελιάς και γύρω από την κοιλιά μία κόκκινη λωρίδα [θυμίζει λίγο... ελευθεροτέκτονες!] που θα τον προφύλαγε(;) από κάθε κίνδυνο. Μετά ακολουθούσε ο ιερός χορός, όπου οι μυημένοι χόρευαν γύρω του. Στο ιερατείο των Καβειρίων υπήρχαν οι εξής: Ο Κόης ή Κοίης που ήταν ο εξομολογητής ιερέας, οι Ανακτοτελεστές που αποφάσιζαν ποιοι απ΄ αυτούς που προσέρχονταν ήταν άξιοι να μυηθούν και η Λουτροφόρος που ήταν ιέρεια που ήταν υπεύθυνη για τους καθαρμούς των υποψηφίων. Οι μυήσεις γίνονταν σε ορισμένη εποχή του χρόνου και διαρκούσαν 9 ημέρες. Σ' αυτή τη χρονική διάρκεια έσβηναν όλα τα φώτα στο νησί και πένθος απλωνόταν σε όλο το νησί. Νηστεία και θρήνος ήταν οι εκδηλώσεις του πένθους μέχρι να έρθει το καινούριο φως από το ιερό νησί της Δήλου. Το φως το έφερναν με πλοίο. Αν το πλοίο ερχόταν νωρίτερα περιφερόταν ανοιχτά του νησιού. Όταν έφτανε η στιγμή, το πλοίο έμπαινε στο λιμάνι, οι άνθρωποι έπαιρναν το φως πιστεύοντας ότι έτσι καθαρμένοι από κάθε κακό έμπαιναν σε καινούρια ζωή, αναγεννιόντουσαν κάνοντας μια νέα αρχή. Στη συμβολική τέλεση των μυστηρίων έχουμε την θυσία και ανάσταση του Καδμίλου ο οποίος αργότερα νυμφεύεται τη χαμένη Κόρη. Αναστημένος πια ο Καδμίλος τελεί τον ιερό γάμο που είναι και το μεγάλο μυστήριο. Σε ετρουσκικά αγγεία τη θυσία του Καδμίλου την κάνουν αδέλφια του οι Κάβειροι και στην ανάσταση που την κάνει ο Ερμής παρευρίσκονται μόνο τα αδέλφια του. Στα Καβείρια θάβεται το αρσενικό όπως σε όλα τα μυστήρια της Μέσης Ανατολής ενώ στην Ελευσίνα θάβεται η Περσεφόνη. Στα Καβείρια ο θνήσκων θεός είναι αρσενικός που συμβολίζει τον σπόρο που πεθαίνει σαπίζοντας για να δώσει νέα ζωή. Τα Καβείρια Μυστήρια, κατά τον Διόδωρο το Σικελιώτη, στην λειτουργία τους είχαν σκοπό την ηθικοποίηση των ανθρώπων: «.οι μυούμενοι γίνονταν ευσεβέστεροι, δικαιότεροι και κατά πάντον καλύτεροι». Επίσης σε αυτά γίνονταν και διδασκαλίες για τη γέννηση του κόσμου και του ανθρώπου. Δηλαδή πέρα από τη λατρεία τους και τη θρησκευτική τους υπόσταση είχαν και τον χαρακτήρα της κοινωνικής αρετής όπως άλλωστε όλα τα μυστήρια (είτε ήταν μικρά ή τοπικά είτε ήταν μεγάλα) της αρχαίας Ελλάδας [αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές απ' αυτές τις “ιερές πρακτικές” τις ακολουθούν ακόμη και σήμερα διάφορα νεο παγανιστικά – ειδωλολατρικά ρεύματα αλλά και αποκρυφιστικοί - “φιλοσοφικοί” όμιλοι και “στοές”!!].

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com 

Σημ. Οι εικόνες είναι από το ιερό των Καβείρων στη Σαμοθράκη






11.7.25

Ο Έρως του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου - συγγραφέα

 

Ο Έρως

του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου - συγγραφέα


   

Έρως: Τοιχογραφία από την Πομπηία
   “Έρως ανίκητε μάχαν”, διαβάζουμε στην Αντιγόνη του Σοφοκλή. Ο ανκατανίκητος, λοιπόν, Έρως, ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης, που συχνά συσχετιζόταν με την Αφροδίτη. Όταν, ο Έρωτας χτυπούσε με τα βέλη του δύο ανθρώπους, αυτοί ερωτεύονταν παράφορα!

   ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ: Ο Ησίοδος, στη “Θεογονια” του, αναφέρει πως ο Έρωτας προήλθε από το Χάος και τη Γαία, δυο στοιχεία-θεότητες που δεν είχαν γεννήτορες. Πολύ αργότερα, οι Ορφικοί “διασαφήνισαν” με τη διδασκαλία τους την προέλευση του Έρωτα, κάνοντας λόγο για ένα «κοσμικό αυγό» που άφησε η Νύχτα στην αγκαλιά του Ερέβους, απ' όπου και Ξεπήδησε ο Έρως. Κάτι ανάλογο έλεγε και ο Αριστοφάνης στις “Όρνιθές” του. Συνεπώς η θεότητα αυτή θεωρείτο κοσμογονικής καταγωγής. Στην εξέλιξη της Μυθολογίας, μετά τον 7ο π.Χ. αιώνα, αναφέρονται και άλλοι γεννήτορες του Έρωτα. Σύμφωνα με τη Σαπφώ, ο Έρως είναι γιος της Αφροδίτης και του Ουρανού, ενώ ένας άλλος λυρικός ποιητής, ο Σιμωνίδης ο Κείος ισχυρίζετια ότι είναι γιος της Αφροδίτης και του Άρη. Συχνά ο ρόλος του προσδιορίζεται συνοδευτικός της, νεότερης χρονολογικώς, ερωτικής θεότητας, της Αφροδίτης. Ο Αλκαίος, ένας άλλος ποιητής, αναφέρει ότι ο Έρωτας ήταν γιος της Ίριδας και του Ζέφυρου, ενώ αλλού διαβάζουμε ότι πατέρας του ήταν ο Ήφαιστος. Πάντως, θεωρούνταν πανέμορφος στην όψη, αλλά και “μπελαλής” ακόμη και για τους θεούς. Κάποιο μύθοι παρουσιάζουν τον Έρωτα να αρνείται τις παρακλήσεις της μητέρας του και άλλων θεών να επέμβει στις ζωές των θνητών.

Έρως και Ρέα. Ρούμπενς
   ΔΙΠΛΟ ΣΥΜΒΟΛΟ: Από τους τραγικούς ποιητές, ιδιαίτερη σημασία στον θεό Έρωτα αποδίδει ο Ευριπίδης. Μάλιστα αυτός διαχωρίζει τον έρωτα σε μια διττή και αμφίσημη δύναμη. Η πρώτη δύναμη του Έρωτα δυνητικά οδηγεί στην Αρετή, ενώ, στον αντίποδα, ή άλλη του μορφή μπορεί να οδηγήσει σε αθλιότητα [ακολασία, εμπάθεια, κ.ά.]. Κάτι ανάλογο διακρίνεται και στην Πλατωνική Διδασκαλία. Για παράδειγμα διαβάζουμε στο “Συμπόσιο” για τον τον καλό, ανώτερο, πνευματικό Έρωτα, εκείνον που είναι γιος της Αφροδίτης της “Ουρανίας”, όπως αποκαλείται, και τον κακό, γήινο, τυχάρπαστο Έρωτα που είναι γιος της Πανδήμου Αφροδίτης.

Έρως και Ψυχή 1.
   Ο ΕΡΩΣ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ: Μέχρι τις μέρες μας δεν έχουν αποκαλυφθεί αναπαραστάσεις του θεού που να χρονολογούνται πριν από τον 6ο αιώνα π.Χ. Οι πιο παλαιές παραστάσεις του Έρωτα βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο της Ακροπόλεως, στην Αθήνα. Στην πρώτη απ' αυτές, η θεά Αφροδίτη φαίνεται να κρατά στο χέρι της ένα αγόρι [580 π.Χ.]. Πρόκειται για ζωγραφική πάνω σε μελανόμορφο αγγείο. Η δεύτερη (570 π.Χ.), είναι σε ένα μελανόμορφο πλακίδιο, όπου πάλι η Αφροδίτη κρατά δύο αγόρια, τον Έρωτα και τον Ίμερο1. Από τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα, ο Έρωτας εμφανίζεται “ανεξάρτητος” από άλλες θεότητες. Άλλοτε φαίνεται να πετάει, άλλοτε κοιμάται, άλλοτε ιππεύει ένα δελφίνι, κ.ά. Σε άλλες παραστάσεις ο Έρωτας εικονίζεται να βοηθά τη μητέρα του ή άλλες γυναίκες, μιας και θεωρείτο συνοδός της Αφροδίτης. Από τον επόμενο αιώνα [4ος π.Χ.], και για ολόκληρη την Ελληνιστική Εποχή, ο Έρωτας συμπεριλαμβάνεται και στον βακχικό κύκλο, ως ακόλουθος του Διονύσου. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια αυτής της Περιόδου. Πολλές απεικονίσεις του Έρωτα έχουν ανακαλυφθεί στη σκεπασμένη από τις τέφρες του Βεζούβιου, Πομπηία. Ανάμεσα στα έργα που ξεχωρίζουν είναι αυτά της «πώλησης Ερώτων», της τιμωρίας του Έρωτα και του Έρωτα ως μεταφορέα των όπλων του θεού Άρη.

Έρως και Ψυχή 2. Αντόνιο Κανόβα

Ο ΕΡΩΣ ΣΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ
: Στα τελευταία ελληνιστικά, αλλά και στα ρωμαϊκά χρόνια, ο Έρωτας συχνά ταυτίζεται με το Πένθος ή τον Θάνατο(!). Εμφανίζεται να κρατάει δάδα, συνήθως στραμμένη προς το έδαφος. Πρόκειται για μία απεικόνιση που σχετίζεται με τη θέση του θεού στο βακχικό κύκλο. Την ίδια περίοδο ξεκινούν την εμφάνισή τους αναπαραστάσεις του Έρωτα, με τον Ηρακλή και την υποτιθέμενη επικράτηση του φτερωτού θεού. Στη ρωμαϊκή τέχνη, η εικόνα του Έρωτα χρησιμοποιείται τις περισσότερες φορές με τη μορφή μικρού παιδιού.

 

Έρως, Φαρνέζε-Νάπολι
   ΣΗΜΑΣΙΑ -ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΕΡΩΤΟΣ: Για τους αρχαίους Έλληνες, ο Έρως ήταν ο θεός που ευθυνόταν για τον πόθο, την αγάπη και τη σεξουαλική δραστηριότητα, ενώ λατρευόταν και ως θεός της γονιμότητας. Μάλιστα, συχνά τον αναφέρουν ως «ελευθέριο», όπως και το Διόνυσο. Στην ελληνική Μυθολογία υπάρχουν δύο βασικές υποστάσεις του Έρωτα: η παλαιότερη θεότητα ήταν αυτή που ενσάρκωνε τη δύναμη της ερωτικής αγάπης αλλά και τη δημιουργική δύναμη της φύσης, που ευθύνεται για την ύπαρξη και την τάξη όλων των πραγμάτων στον Σύμπαν. Γι' αυτό και ο Ησίοδος παρουσιάζει τον Έρωτα να έχει γεννηθεί πριν από τους ολύμπιους θεούς. Έτσι, και στα Ελευσίνια Μυστήρια, ο Έρως λατρευόταν ως “Πρωτόγονος”, αυτός δηλαδή που γεννήθηκε πρώτος. Αργότερα ο Έρωτας προέκυψε ως γιος της Αφροδίτης και με αυτή τη μορφή του, δάμαζε την πρωταρχική δύναμη της αγάπης και την κατεύθυνε κατά τη θέλησή του προς τους θνητούς, ενώνοντας τα ανόμοια. Ένας ρόλος που συμβολίζεται από τους νέους γονείς του Έρωτα: την Αφροδίτη-Αγάπη και τον Άρη-Πόλεμο [είτε με τη «Φωτιά» Ήφαιστος].

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:Connolly David, «Τα φτερά του έρωτα ή ο έρως ως παρόρμηση για μάθηση», Εἰσηγήσεις σεμιναρίου Πλατωνικῆς Φιλοσοφίας, Έρωτας, Παιδεία καὶ Φιλοσοφία, Αθήνα, 1989, σσ. 67-82.

konstantnosa.oikonomou@gmail.com 


1.Ο Ίμερος είναι η προσωποποίηση της σφοδρής ερωτικής επιθυμίας, του ερωτικού πόθου. Θεωρείτο αδελφός του Έρωτα.

21.6.25

Η Ίρις από τον Κωνσταντίνο θ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα

 

Η Ίρις

από τον Κωνσταντίνο θ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα


    

 

   Η Ίρις ήταν μια δευτερεύουσα θεότητα του Ολύμπου κατατασσόμενη στις Άρπυιες. Παρά την καταγωγή της, δεν ακολούθησε το φρικτό και τερατώδη προορισμό των αδελφών της, αλλά ανήκε στην ακολουθία των θεών με καθήκοντα αγγελιαφόρου όμοια με εκείνα του Ερμή.

ΚΑΤΑΓΩΓΗ – ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ: Ήταν κόρη του Θαύμαντα και της Ωκεανίδας Ηλέκτρας, κατά τον Ησίοδο, και αδελφή των Αρπυιών Ωκυπέτης και Αελλούς, ή κατ΄ άλλη εκδοχή της Άρκης, την οποία τιμώρησε ο Δίας γιατί είχε συμμαχήσει με τους Τιτάνες κατά την Τιτανομαχία. Οι αρχαίοι Έλληνες φαντάζονταν και εικόνιζαν την Ίριδα περίπου όπως αγιογραφούνται σήμερα από τη χριστιανική Εκκλησία οι αρχάγγελοι. Έτσι παρουσιάζεται πάντα νέα με πλούσιο βραχύ χιτώνα, έχοντας μεγάλες πτέρυγες στους ώμους και χρυσά φτερωτά σανδάλια. Στα χέρια της συνήθως κρατάει το κηρύκειο, όπως ο Ερμής. Περιγράφεται φτερωτή και ορμητική σαν θύελλα. Γενικά είναι γνωστή στην Ελληνική Μυθολογία ως πιστή και γοργοπόδαρη αγγελιαφόρος των θεών.

Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ: Ο δρόμος που ακολουθούσε στον ουρανό για να μεταφέρει από τηη πηγή της Στυγός σε χρυσή υδροχόη, το “ιερό ύδωρ” για τον όρκο των θεών, χαρασσόταν επτάχρωμος. Συνεπώς με κάθε εμφάνιση του ουρανίου τόξου οι αρχαίοι πίστευαν ότι η Ίριδα εκτελεί κάποιο “δρομολόγιο” από τη Στύγα στον Όλυμπο κι αντιστρόφως. Με την ορμή της βροχής έφθανε αρκετές φορές από τον Όλυμπο στη γη ή στη θάλασσα για να παρακολουθήσει και να βοηθήσει την επίτοκο Λητώ, όταν κατά την επιθυμία της ζηλότυπης Ήρας “ουδείς τόπος φωτιζόμενος από τον Ήλιο” τη δεχόταν. Άλλοτε έσπευσε να παραλάβει τη Θέτιδα ως νυμφαγωγός και να τη φέρει στον Πηλέα. Είχε όμως και άλλες υπηρεσίες ιδίως κοντά στην Ήρα. Αυτή έστρωνε το κρεβάτι της, τη βοηθούσε στον καλλωπισμό της, για να της είναι πάντα πιστός ο σύζυγός της[!] ή άλειφε με «ιερά μύρα» τα “θεία” μέλη της. Κι επειδή είπαμε ότι η Ίριδα έμοοιαζε στα καθήκοντα με τον Ερμή, είναι φυσικό να παίξει και κάποιο ρόλο στο θάνατο! Αυτή, συγκεκριμένα, κατά διαταγή της Ήρας έσπευδε στις μελλοθάνατες γυναίκες, όταν αυτές βασανίζονταν επί μακρόν, και επιτάχυνε το τέλος των βασάνων τους με τη κοπή των μετωπιαίων τριχών! Δεν απαξιούσε όμως να εκτελέσει παραγγελίες ακόμη και θνητών όπως την παρουσιάζει η ομηρική Ιλιάδα, όπου σπεύδει κατά παράκληση του Αχιλλέα να ζητήσει από τον Βορρέα και τον Ζέφυρο να δυναμώσει την νεκρική πυρά του Πατρόκλου. Επίσης, στην Ιλιάδα και πάλι, πείθει τον Αχιλλέα να ξαναμπεί στη μάχη, μόλις σκοτώνεται ο φίλος του Πάτροκλος κι ο Έκτορας θέλει να πάρει το πτώμα του ήρωα.


ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
: Γενικά από όλες τις μυθολογικές ιστορίες φαίνεται καθαρά πως η Ίρις ήταν η ιδεατή ανθρωπόμορφη ιπτάμενη θεότητα-αλληγορία της έννοιας του ατμοσφαιρικού φαινομένου του ουράνιου τόξου. Γι΄ αυτό και η στενή σχέση με την Ήρα (που σύμφωνα με ειδικούς δεν είναι τίποτα άλλο από αναγραμματισμός της λέξης Αήρ), θεότητα του αέρα και των καιρικών φαινομένων.

ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ: Από τις γνωστές παραστάσεις της γνωστότερη είναι αυτή στο δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα, όπου μαζί με τον Ερμή περιμένει το αποτέλεσμα του αγώνα για την Αθήνα μεταξύ Αθηνάς και Ποσειδώνα. Περίφημη επίσης είναι εκείνη στο αγγείο Φρανσουά, όπου με το Χείρωνα οδηγεί την πομπή στη παραλαβή της Θέτιδας προκειμένου να την οδηγήσει στον ορισθέντα από τους θεούς σύζυγό της, Πηλέα.

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com

22.5.25

Η Ίσις στο ελληνικό πάνθεον από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα

 

Η Ίσις στο ελληνικό πάνθεον

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα



   Η Ίσις, ήταν θεότητα του αιγυπτιακού πανθέου, που πέρασε και στην αρχαία ελληνική θρησκεία [και Μυθολογία] στα χρόνια του θρησκευτικού συγκρητισμού [τέλη 5ου αιώνα π.Χ. και έπειτα]. Το αιγυπτιακό της όνομα ήταν Εσέτ [ή Έσε] και σήμαινε “η βασίλισσα του θρόνου”, ενώ κατά τον Πλούταρχο απλώς “η γνώσις”.

ΑΙΓΥΠΤΟΣ: Η Ίσιδα ήταν αρχικά μια μικρή θεότητα της περιοχής του Δέλτα του Νείλου. Το αρχαιότερο ιερό της βρισκόταν βόρεια της Βουσίριδος. Θεωρείτο σύζυγος του Όσιρι, μιας θεότητας της γειτονικής ομώνυμης πόλης. Γιος της θεωρείτο ο Ώρος, ενώ οι τρεις θεότητες μαζί σχημάτιζαν τη λεγόμενη Οσιρική τριάδα. Στα ιερόγλυφικά το όνομα της Ίσιδος σήμαινε αρχικά “ον της σάρκας”, δηλαδή “θνητή φύση”, και είναι πιθανόν πως η θεότητα προήλθε από τη συγχώνευση κάποιων θεοποιημένων βασιλισσών. Η λατρεία της ήταν δημοφιλής μέχρι τη Ρωμαϊκή εποχή. Στην ακμή της η θεά είχε τους δικούς της ιερείς και πολλούς ναούς. Στην νήσο Φίλαι, στις εκβολές του Νείλου, υπήρχε ο μεγαλύτερος ναός της. Η Ίσιδα απεικονίζονταν συνήθως ως γυναίκα που έφερε στην κεφαλή της έναν θρόνο, [ιδεόγραμμα του ονόματός της]. Σε μεταγενέστερες περιόδους απεικονίζονταν με κέρατα ανάμεσα στα οποία υπήρχε δίσκος. Σε άλλες παραστάσεις έχει σώμα ανθρώπινο με κεφαλή αγελάδας. Τα κέρατα υποδηλώνουν ότι συχνά είτε γινόταν σύγχυση ανάμεσα σε εκείνη και την Άθωρ ή ότι υπήρχε και διαφορετική εκδοχή του μύθου της1. Από την άλλη η αγελάδα ήταν ιερό ζώο της θεάς, η οποία είχε ακόμη ως σύμβολο τον μαγικό κόμβο Τατ, τον λεγόμενο “κόμβο της Ίσιδος”, και το Σείστρο, έμβλημα της θεότητας Άθωρ. Στις παραστάσεις η Ίσιδα απεικονίζεται συνήθως κοντά στον Όσιρι, να τον βοηθά ή να τον προστατεύει με τα φτερωτά χέρια της ή να θρηνεί δίπλα στις σαρκοφάγους. Απεικονιζόταν επίσης ως μητέρα να θηλάζει τον μικρό Ώρο ή ως συνοδός στον αγώνα του εναντίον του Σετ.

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΙΣΙΔΟΣ: Σύμφωνα με τον Μύθο, που μας διασώζει ο Πλούταρχος2, η Ίσιδα ήταν κόρη του Γκεμπ και της Νουτ. Γεννήθηκε την τέταρτη από τις πέντε εμβόλιμες ημέρες που επετράπη στη μητέρα της να γεννήσει, στην περιοχή των ελών του Δέλτα. Επιλέχθηκε από τον αδελφό της Όσιρι ως σύζυγός του και ανήλθε μαζί του στο θρόνο των θνητών. Τον βοήθησε στο εκπολιτιστικό του έργο, διδάσκοντας στις γυναίκες την άλεση του σιταριού, το γνέσιμο του λιναριού και την υφαντική3. Δίδαξε επίσης στους ανθρώπους τον τρόπο θεραπείας των ασθενειών και τους δίδαξε το θεσμό του γάμου. Η Ίσιδα ανέλαβε αντιβασίλισσα της Αιγύπτου, κατά την απουσία του συζύγου της, όταν εκείνος είχε φύγει για την ειρηνική κατάκτηση του κόσμου. Κυβέρνησε συνετά περιμένοντας την επιστροφή του. Όταν πληροφορήθηκε τη δολοφονία του συζύγου της από τον αδελφό τους τον Σετ [Σηθ], την κατέλαβε ανείπωτη οδύνη. Έκοψε τα μαλλιά της, έσχισε τα ενδύματά της και αναχώρησε αναζητώντας το κιβώτιο, μέσα στο οποίο ευρίσκονταν τα μέλη του διαμελισμένου πια Όσιρι. Το κιβώτιο έσπρωξαν τα νερά του Δέλτα στην ανοικτή θάλασσα και το ξέβρασαν τα κύματα στις ακτές της Φοινίκης, όπου και χώθηκε στα ριζά ενός δένδρου. Το δένδρο αναπτύχθηκε ταχύτατα και έκρυψε το κιβώτιο στον κορμό του. Όταν όμως το έκοψαν για την υποστήλωση της στέγης του βασιλικού ανακτόρου, το δένδρο άρχισε να σκορπά εξαιρετική ευωδία. Ακούγοντας η Ίσιδα το θαυμαστό αυτό γεγονός ταξίδεψε στην πόλη Βύβλο της Φοινίκης. Εκεί η βασίλισσα-θεά Αστάρτη της εμπιστεύθηκε την ανατροφή του νεογέννητου γιου της. Η Ίσιδα δέχτηκε και θα έκανε το παιδί αθάνατο, αν η μητέρα του δεν ταραζόταν, όταν είδε τη θεά να λούζει το παιδί στις καθαρτήριες φλόγες [συνήθης τρόπος μετάβασης στην αθανασία κατά την παγκόσμια Μυθολογία!]. Για να την καθησυχάσει, η Ίσιδα της αποκάλυψε ποια ήταν και τον λόγο που την έφερε στη Φοινίκη. Ο βασιλέας της παρέδωσε τον πολύτιμο ξύλινο στύλο και η θεά απέσπασε το φέρετρο του συζύγου της, το έβρεξε με τα δάκρυά της και το μετέφερε στην Αίγυπτο. Εκεί το έκρυψε στα έλη της Βουτούς, μακριά από το μίσος του Σετ4. Όμως, ο Σετ ανακάλυψε τυχαία το σώμα αδελφού του. Το τεμάχισε τότε σε δεκατέσσερα κομμάτια και τα διασκόρπισε στα σημεία του ορίζοντα. Η Ίσιδα αναζήτησε τα λείψανα και τα βρήκε όλα, εκτός από τον φαλλό [σημάδι ότι ο Όσιρις έχασε πλέον τη δύναμή του], που τον καταβρόχθισε ένας οξύρρυγχος του Νείλου. Βάζοντας τα μέλη στη θέση του η Ίσιδα ανασχημάτισε το σώμα του Όσιρι, το οποίο τύλιξε με λωρίδες ο Άνουβις5. Με τη βοήθεια της αδελφής της Νέφθυος, του ανηψιού της Άνουβι, του Θωθ και Ώρου, το αναζωογόνησε με τη μαγεία της. Τέλεσε για πρώτη φορά το τυπικό της ταρρίχευσης, δίνοντας αιώνια ζωή, έστω και χωρίς θεϊκή ισχύ, στον δολοφονημένο θεό. Κατόπιν η θεά αποσύρθηκε και πάλι στα έλη της Βουτούς με τη συνοδεία επτά ερπετών-φυλάκων, αποφεύγοντας την οργή του Σεθ και ανατρέφοντας με ασφάλεια τον γιο της Ώρο.


ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΙΣΙΣ
: Σε όλη την αιγυπτιακή μυθολογία υπάρχουν αναφορές στη δύναμη της μαγείας της Ίσιδος, καθώς μπορούσε να επηρεάζει ακόμη και τους ίδιους τους θεούς. Ως απλή υπηρέτρια του Ρα, πατέρα των θεών, φέρεται ότι εξανάγκασε τον μεγάλο ηλιακό θεό να της αποκαλύψει το μυστικό του όνομα. Επωφελούμενη από το γεγονός ότι ο θεός-Ήλιος είχε γεράσει πολύ, τόσο που το σάλιο του έτρεχε συνεχώς από τα τρεμάμενα χείλη του, κατασκεύασε, με το χώμα που είχε διαποτιστεί από τον θεϊκό σάλιο[!] ένα δηλητηριώδες φίδι και το τοποθέτησε στο δρόμο, από όπου περνούσε ο Ρα. Ανίκανος εκείνος να γιατρευτεί από το δηλητηριώδες και οδυνηρό δάγκωμα ενός άγνωστου φιδιού, κατέφυγε στα γιατροσόφια της Ίσιδας. Εκείνη δέχθηκε να εξουδετερώσει το δηλητήριο, υπό την προϋπόθεση ότι ο Ρα θα της αποκάλυπτε το πραγματικό του όνομα, μεταφέροντάς το, εν αγνοία των άλλων θεών, από το σώμα του στο σώμα της θεάς. Η γνώση του πραγματικού ονόματος του Ρα εξασφάλιζε τη μαγική επιρροή της Ίσιδας πάνω στον θεό6.

ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ-ΛΑΤΡΕΙΑ: Στον οσιρικό μύθο, η Ίσιδα συμβολίζει την εύφορη αιγυπτιακή γη, την οποία γονιμοποιεί κάθε χρόνο ο πλημμυρισμένος Νείλος. Ο Όσιρις συμβολίζει τον ποταμό και ο Σετ, ως καταστροφική δύναμη, την έρημο που απειλούσε να καταπιεί τις καλλιεργημένες εκτάσεις. Η Ίσιδα είναι ακόμη προστάτιδα των παιδιών, με τη μορφή της Ίσιδας τροφού, κυρίως δε ως αποτροπιακό σύμβολο των παιδικών ασθενειών. Σταδιακά, η λατρεία της Ίσιδος υποκατέστησε ολοκληρωτικά τις λατρείες των άλλων γυναικείων θεοτήτων, υπερβαίνοντας τελικά τα σύνορα της Αιγύπτου. Σε αυτό βοήθησαν οι ναυτικοί και οι έμποροι στην Ελληνιστική και Ρωμαϊκής περιόδου, που εξάπλωσαν τελικά έως τις όχθες του Ρήνου[!] τη λατρεία της ως προστάτιδα των ναυτικών7. Κατά την άνοιξη και το φθινόπωρο, τελούνταν προς τιμήν της θεάς μεγάλες εορτές και λιτανείες, γνωστές από τις περιγραφές του Απουλήιου, όπως και τελετές μύησης στη λατρεία της. Στην κοιλάδα του Νείλου, η λατρεία της διατηρήθηκε έως τον 6ο αιώνα, όταν επί βασιλείας Ιουστινιανού, ο ναός της των Φιλών, στην Αίγυπτο, μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό.

 

Άγαλμα της Ίσιδας στο μακεδονικό Δίον

  Η ΙΣΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Kατά τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. παρατηρείται μια κατάπτωση της επίσημης ελληνικής θρησκείας, δηλαδή του δωδεκαθέου. Όσο περνούσαν τα χρόνια, και κυρίως με τη δημιουργία των ελληνιστικών βασιλείων, οι λαϊκές μάζες άρχισαν να αναζητούν την βοήθεια πιο οικείων θεοτήτων. Τέτοιες θεότητες υπήρχαν κυρίως στα πάνθεα της Ανατολής, τα οποία ήταν εύκολα προσιτά εξαιτίας της ανεξιθρησκείας που επικρατούσε στην αρχαία Ελλάδα. Μια από τις πρώτες αλλοδαπές θεότητες που πλησίασαν οι Έλληνες ήταν η Ίσιδα, που τους ήταν γνωστή από παλιά ως θεά της βλάστησης και του κάτω κόσμου και γι' αυτό αρχικά την ταύτιζαν με την Περσεφόνη και κυρίως με τη Δήμητρα. Η λατρεία της στον ελληνικό χώρο αρχίζει τον 4ο αι. π.Χ., οπότε και παρατηρείται βαθμιαίος εξελληνισμός της, πράγμα αισθητό και στην εικονογραφία της. Συγχρόνως η θεά εμπλουτίζεται με νέες ιδιότητες. Γίνεται “τροφός και μητέρα του σύμπαντος', ενώ διακρίνεται από έρωτα για καθετί αγαθό και αποστρέφεται το κακό. Με την εξελληνισμένη μορφή της και με τις νέες της ιδιότητες, γίνεται αποδεκτή από όλους τους λαούς της Μεσογείου και σ' αυτό καθοριστική είναι η συμβολή της δυναστείας των Πτολεμαίων στην Αλεξάνδρεια. Η λατρεία της Ίσιδας διαδόθηκε ευρέως επειδή οι Πτολεμαίοι την προέβαλλαν ως καλόβουλη, μειλίχια και πολυεύσπλαχνη θεά, καθώς η ίδια, αν και θεά, δοκίμασε αβάσταχτο πόνο και γνώρισε ποικίλα βάσανα όταν, ως αφοσιωμένη νεαρή σύζυγος, αναζητούσε τον αδικοχαμένο σύζυγό της και ως στοργική μητέρα αγωνιζόταν με αυτοθυσία να σώσει το ανήλικο παιδί της που κινδύνευε. Έτσι, αφού είχε άμεση αντίληψη του πόνου και της δυστυχίας, μπορούσε αυτή, καλύτερα από κάθε άλλη θεότητα, να συμπαρασταθεί στους πάσχοντες ανθρώπους, στους οποίους συχνά παρουσιαζόταν στα όνειρά τους και τους γνωστοποιούσε συνταγές θεραπείας τους(!). Οι πρόγονοί μας, μέχρι και τα τέλη της Ρωμαϊκής Εποχής, πίστευαν ότι η Ίσις επενέβαινε σε πρακτικά τους προβλήματα, καθώς φρόντιζε για τη βελτίωση των οικονομικών τους και τους προστάτευε από τους κινδύνους της θάλασσας. Οι περιπέτειες της Ισιδας και η επικράτησή της έναντι των δυνάμεων του σκότους αποτελούσαν μέρος των μυστηρίων της, πράγμα που έφερνε ανακούφιση και παρηγοριά στους μύστες. Η τελετή μύησης στα μυστήριά της έμοιαζε με εθελοντικό θάνατο συνοδευόμενο με μια αμυδρή ελπίδα ανάστασης και απέβλεπε στη συμφιλίωση των πιστών με τον θάνατο, αμβλύνοντας τον φόβο τους γι' αυτόν. Ακόμη, η θεά εξουσίαζε και το ανθρώπινο πεπρωμένο, καθώς είχε τη δυνατότητα να προλαβαίνει τον θάνατο και να χαρίζει το δώρο της ζωής παρατείνοντας τη διάρκειά της. Όσοι θεραπεύονταν από τη θεά είχαν την υποχρέωση να γνωστοποιούν δημόσια τη θεραπεία τους και τις ικανότητες της θεάς και να απαγγέλνουν ένα εγκώμιο, μια «αρετολογία» της. Οι «αρετολογίες» της Ίσιδας είναι ύμνοι στους οποίους απαριθμούνται οι προσφορές της στο ανθρώπινο γένος. Έτσι από αυτούς γνωρίζουμε ότι η Ίσις ήταν αυτή που δίδαξε την καλλιέργεια των καρπών της γης βάζοντας τις βάσεις του πολιτισμένου βίου, ότι αυτή επέβαλε τον σεβασμό στον θεό και στον όρκο, την αγάπη των γονιών για τα παιδιά και τη φροντίδα των παιδιών για τους γονείς, ενώ εισήγαγε και τον θεσμό του γάμου.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Guirand Félix (Ed.) 1968, New Larousse Encyclopedia of Mythology, Crescend Books, New York. Μ. Τιβέριος, Η Ίσις, άρθρο στην εφημ. Βήμα. Μεγαλομάτης Κ. 1989, «Ίσις», στο Χριστόπουλος Γ. - Μπαστιάς Ι. (εκδ.) Παγκόσμια μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα. Ions Veronica 1968, Egyptian Mythology, Newnes Books, London.

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com 

1. Αναφορές για μια τέτοια διαφορετική εκδοχή έχουμε από τον Πλούταρχο, που ερμηνεύει διαφορετικά τον παραδοσιακό μύθο. Για τον Πλούταρχο, η Ίσιδα θέλησε να επέμβει υπέρ του Σετ, δολοφόνου του συζύγου της και αδελφού τους, και να τον προφυλάξει από τη δίκαιη εκδίκηση του γιου της Ώρου. Εκείνος, όμως, μαινόμενος στράφηκε κατά της μητέρας του και την αποκεφάλισε. Στη συνέχεια ο Θωθ τη μεταμόρφωσε και της έδωσε κεφαλή αγελάδας.

2. Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος.

3. Βάσει άλλης εκδοχής του μύθου, εκείνη δίδαξε τον Όσιρι την πρακτική της καλλιέργειας. [Ions Veronica 1968, 56]

4. Ions Veronica 1968, 56-57.

5. Εδώ έχουμε μια πρώιμη αναφορά στη μέθοδο ταρίχευσης και μουμιοποίησης. Βλ. Μεγαλομμάτης Κ. 1989, 237.

6. Η γνώση του πραγματικού ονόματος για τους αρχαίους Αιγυπτίους ήταν τμήμα ενός γενικότερου μαγικοθρησκευτικού πλέγματος επικλήσεων και ψαλμών που στόχευε στον έλεγχο της ταυτότητας του ατόμου, του θηρίου ή του αντικειμένου, καθώς το πραγματικό όνομα ήταν αδιαχώριστο από την ύπαρξη του ατόμου. Αυτή η πρακτική επιβίωσε στον κόσμο των θρύλων και των παραδόσεων ως τις μέρες μας, αν σκεφθούμε ότι χρησιμοποιείται σε αρκετά έργα της φανταστικής λογοτεχνίας (π.χ. Ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών του Τόλκιν).

7. Ως Ίσις Πελαγία, θεωρείτο προστάτρια των ναυτικών και η εορτή της ήταν το navigium isidis κατά την 5η Μαρτίου. [Μεγαλομμάτης Κ. 1989, σ. 238].

16.5.25

Η θεά Τύχη από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου,

 

Μ ι κ ρ έ ς   γ υ ν α ι κ ε ί ε ς   θ ε ό τ η τ ε ς

Η θεά Τύχη

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα



 

   H θεά Τύχη της αρχαιότητας ήταν η προσωποποιημένη θεά της σύμπτωσης, του μη προβλέψιμου αλλά επιδιωχθέντος, καθώς και της ευτυχούς συγκυρίας του απροσδόκητου συμβά-ντος [αυτό που και σήμερα λέμε τύχη]. Ήταν ακόμη συνήθως η πολιούχος θεά της ευτυχίας των αρχαίων Ελληνικών πόλεων.

ΚΑΤΑΓΩΓΗ: Κατά τη “Θεογονία” του Ησίοδου, η Τύχη ήταν θυγατέρα του Ωκεανού ή του Νηρέα και της Τηθύος. Οι θαλάσσιες θεότητες από τις οποίες πιστεύονταν ότι γεννήθηκε η Τύχη σχετίζονται και με το ότι η ναυτιλία και το ναυτικό εμπόριο, που κατά την Αρχαιότητα εξαρτώντο και από την τύχη, υπήρξαν η πρώτη και κύρια πηγή ευτυχίας των ανθρώπων. Κατά τον Πίνδαρο, ο οποίος την ονόμαζε και “Φερέπολιν”, ήταν κόρη του Ελευθέρου Διός ή του Προμηθέα. Τέλος, στους ορφικούς ύμνους συναντάται ως κόρη του Ευβουλέως.

ΘΕΟΠΟΙΗΣΗ-ΛΑΤΡΕΙΑ: Ο Πίνδαρος την θεωρούσε ως μια από τις Μοίρες, που είχε όμως λιγότερη δύναμη από τις αδελφές της, και ευμενή Θεά του Πεπρωμένου. Ως ευμενής θεότητα του πεπρωμένου, λατρευόταν με την επωνυμία “Αγαθή Τύχη” στην Αρχαία Ολυμπία, όπου είχε δικό της βωμό. Κατά το Ομηρικό Ύμνο προς τη Δήμητρα, η Ωκεανίδα Τύχη εμφανιζόταν ως μια από τις συμπαίκτριες της Περσεφόνης, λίγο πριν η τελευταία απαχθή από τον Πλούτωνα. Συνδέθηκε με άλλες θεότητες-προσωποποιήσεις, όπως την Ελπίδα, τον Καιρό και τη Μοίρα. Την περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητος, εποχή θρησκευτικού συγκριτισμού, συνδέθηκε κυρίως με την Ίσιδα [Ίσις Τύχη ή Ισιτύχη]. Στη σημιτική θρησκεία συνδέθηκε με τη θεότητα Γάδ. Μαζί της ταυτίσθηκε η θεά των Ρωμαίων Φορτούνα, η λατρεία της οποίας ήταν ιδιαίτερα εξαπλωμένη στην Ιταλία. Η Fortuna ξεκίνησε ως μια τοπική ιταλική θεότητα της ευφορίας και της γονιμότητας, που συχνά λειτουργούσε και ως μάντης που προέβλεπε το μέλλον. Η Τύχη θεωρήθηκε ως αγαθός δαίμων, μεσολαβητής μεταξύ θεών και ανθρώπων.


ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ: Θεωρούμενη και θεά της αφθονίας-πλούτου, απεικονιζόταν στο ιερό της στη Θήβα και σε έργο του Αθηναίου γλύπτη Ξενοφώντα και του Θηβαίου Καλλιστονίκου να κρατά, ως μητέρα ή τροφός, τον μικρό Πλούτο. Στη Σμύρνη σε γλυπτό του καλλιτέχνη Βούπαλου, κατά τον Παυσανία, εικονιζόταν να κρατά στο άλλο της χέρι το κέρας της Αμάλθειας, σύμβολο της αφθονίας. Σαν θεά που διευθύνει την ανθρώπινη ζωή απεικονίζεται να κρατά πηδάλιο, θεωρούμενο σύμβολο της κατεύθυνσης την οποία έδινε στο βίο όλων των ανθρώπων. Σαν θεότητα της ευμετάβλητης φύσης, απεικονιζόταν με τροχό ή σφαίρα ή πτερύγιο, σύμβολα της αστάθειας. Σε εκδήλωση της αντίληψης ότι ο έρωτας προέρχεται από την Τύχη, απεικονιζόταν κοντά στο άγαλμα της και ο Θεός Ερωτας [Αίγειρο Αχαϊας]. Κολοσσιαίο άγαλμα της θεάς είχε στηθεί στην Ήλιδα και την Αλεξάνδρεια. Στην τελευταία μάλιστα πόλη και στο ονομαστό ιερό της Τύχης, το Τυχαίον, η θεά παριστανόταν να στεφανώνει τον Μ. Αλέξανδρο. Φημισμένο επίσης ήταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα της το οποίο είχε αφιερώσει ο Ηρώδης ο Αττικός στο ναό της κοντά στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η μορφή της χαράκτηκε επίσης σε νομίσματα, όπου η θεά κρατούσε το κέρας της Αμάλθειας ή πηδάλιο. Αξίζει να αναφερθεί, τέλος, ότι στο ναό της στο Αργός, λεγόταν ότι ο Παλαμήδης είχε αφιερώσει τα πρώτα ζάρια, τα οποία, κατά την παράδοση, είχε ο ίδιος επινοήσει.

ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΤΥΧΗ: Στην Ελληνιστική εποχή και μέχρι το τέλος της αρχαιότητας, κάθε πόλη είχε τη δική της προστάτιδα που λειτουργούσε ως η Πολιάς θεά. Πολλές από αυτές θεωρούσαν την Τύχη ως Πολιούχο τους θεά. Έτσι, η πολιούχος Τύχη απεικονιζόταν να φορά πυργωτό διάδημα (πού συμβόλιζε τα τείχη της πόλης), καθισμένη σε θρόνο, να κρατά το κέρας της αφθονίας ή σκήπτρο. Μάλιστα, η διεξαγωγή όλων των δικαστικών υποθέσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, άρχιζε, όπως στην Αθήνα, με την ευχή “Αγαθή Τύχη”.


Konstantinosa.oikonomou@gmail.com

2.5.25

Η Νυξ [Νύχτα] από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα

 

Η Νυξ [Νύχτα]

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα


Η Νυξ με το άρμα της σε παράσταση αγγείου

   ΓΕΝΙΚΑ: Η Νυξ ήταν κατά την Ελληνική Μυθολογία θεότητα σύμβολο της νύχτας. Εμφανίζεται στα πρώτα στάδια της δημιουργίας του πρωτο-μυθικού κόσμου των αρχαίων Ελλήνων. Ήταν η μητέρα δύο άλλων θεοτήτων [προσωπο-ποιήσεων], του Ύπνου και του Θανάτου. Οι εμφανίσεις της είναι γενικά πολύ αραιές σε διάφορες μυθικές διηγήσεις. Πάντως, έστω και από αυτές τις λίγες αναφορές, φαίνεται πως εξαιτίας της εξαιρετικής της δύναμης και της ομορφιάς της, ακόμη και ο Δίας την απέφευγε!

Ρωμαϊκό αγαλμάτιο της Νυκτός
  ΗΣΙΟΔΟΣ ΚΑΙ ΟΜΗΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΝΥΧΤΑ: Στην ησιόδια “Θεογονία” διαβάζουμε πως η Νύχτα γεννήθηκε από το Χάος1. Αργότερα, από την ένωσή της με το Έρεβος, γέννησε τον Αθέρα και την Ημέρα2. Αργότερα, μόνη της, γέννησε το Μόρο [πεπρωμένο], την Κήρ[α] [μοίρα-θάντος], τους δίδυμους Ύπνο και Θάνατο, τον Μώμο, τις Εσπερίδες, τις Μοίρες, τις Κήρες, τη Νέμεση, την Απάτη, τη Φιλότητα [φιλία], την Έριδα [διαμάχη], το Γήρας, κ.ά. [όλα προσωποιήσεις του ανθρώπινου βίου]3. Ο Ησίοδος τοποθετεί την κατοικία της Νυκτός στον Τάρταρο, όπου κατοικούν επίσης κοντά της ο Ύπνος κι ο Θάνατος4. Πάντως η Νυξ ουδέποτε συναντά την κόρη της Ημέρα. Λέει σχετικά ο Ησίοδος: ὅθι Νύξ τε καὶ Ἡμέρη ἆσσον ἰοῦσαι ἀλλήλας προσέειπον, ἀμειβόμεναι μέγαν οὐδὸν χάλκεον· ἣ μὲν ἔσω καταβήσεται, ἣ δὲ θύραζε ἔρχεται, οὐδέ ποτ᾽ ἀμφοτέρας δόμος ἐντὸς ἐέργει5”. Στην Ιλιάδα, ο Όμηρος στο περιστατικό που ο Ύπνος συνομωτεί με την Ήρα, εμφανίζει τον Δία να φοβάται τη δύναμη της Νυκτός. Έτσι, όταν ο πατέρας των θεών θέλει να τιμωρήσει τον Ύπνο, ο τελευταίος κατορθώνει να διαφύγει μόνο με μια απλή επίκληση στη μητέρα του Νύκτα6.


    ΑΛΛΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ: Η θεότητα Νυξ εμφανίζεται να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε πολλά και διάφορα αποσπασματικά κείμενα-ποιήματα που αποδίδονται στον Ορφέα. Έτσι, στους Ορφικούς, η Νυξ εμφανίζεται να ειίναι η πρώτη αρχή της δημιουργίας και όχι το Χάος, που εμφανίζεται ως δημιουργός του παντός στο σύνολο των Ελλήνων μυθικών συγγραφέων. Ακόμη η Νυξ εμφανίζεται ως κάτοικος μιας βαθιάς σπηλιάς, από όπου δίνει τους χρησμούς της στους μύστες των Ορφικών Μυστηρίων, δίπλα ακριβώς στον μεθυσμένο με μέλι και αλυσοδεμένο Κρόνο. Έξω από το σπήλαιο, και πάλι κατά τους Ορφικούς, η Αδράστεια χτυπάει ρυθμικά κύμβαλα και τύμπανο, μετακινώντας [!] ολόκληρο το σύμπαν σε ένα εκστατικό χορό στο ρυθμό της μουσικής που δίνει η ίδια η Νύκτα. Στην ίδια αυτή αρχαιοελληνική αίρεση, ο Φάνης, ένα παράξενο, σχεδόν τερατώδες πλάσμα, εμφανίζεται άλλοτε ως γιος και άλλοτε ως πατέρας της Νυκτός. Η Νυξ είναι επίσης η πρωτοκορυφαία του χορού στις αριστοφανικές κωμωδία “Όρνιθες”, κωμωδία η οποία μπορεί να είναι και εμπνευσμένη από τους Ορφικούς. Ο Αριστοφάνης παρουσιάζει τη Νύκτα ως μητέρα του Έρωτα.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η Νυξ, προσωποποιημένη εμφανίζεται και σε μικρογραφία ενός χειρογράφου χριστιανικού Ψαλτηρίου του 10ου αιώνα [Παρίσι], δίπλα στον Προφήτη Ησαϊα [3η εικόνα].

Η ΝΥΞ ΣΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ: Στην Ελλάδα, η Νυξ ήταν μόνο σπάνια στο επίκεντρο των λατρειών. Σύμφωνα με τον Παυσανία, η Νυξ είχε ένα μαντείο στην ακρόπολη των Μεγάρων7. Συχνότερα η Νυξ λατρεύονταν παράλληλα και πίσω από άλλες θεότητες. Για παράδειγμα στον ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο, υπήρχε ένα άγαλμα που ονομαζόταν "Νύχτα"8. Συχνά η Νυξ εμφανίζεται ως συνθετικό στη λατρεία διαφόρων θεών, όπως για παράδειγμα, Διονύσος Νυκτέλιος ή Αφροδίτη Φιλοπάννυξ9.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Νυξ, Λεξικό της Οξφόρδης, νυξ, Λεξικό Liddell-Scott. Αριστοφάνης, Όρνιθες. Gantz, Πρώιμος ελληνική Μύθος: Ένας οδηγός φιλολογικών και καλλιτεχνικών πηγών, Johns Hopkins University Press, 1996. Grimal, Pierre, Το Λεξικό της Κλασικής Μυθολογίας, Wiley-Blackwell, 1996, “Νυξ”, σελ. 314. Otto Kern, ed., Orphicorum Fragmenta.

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com 


1. Ησίοδος, Θεογονία 123.

2. Ησίοδος, Θεογονία 124-5.

3. Ησίοδος, ό.π., 212-225.

4. Ησίοδος, ό.π., 744-45, 758-9.

5. Ησίοδος, ό.π. 746-750.

6. Όμηρος, Ιλιάδα, Ξ 249 – 261.

7. Παυσανίας, 1. 40.1 και 10. 38.6.

8. Παυσανίας 3.18.1.

9. Ορφικός Ύμνος 55.

17.4.25

Η Ήβη: η θεότης της νιότης από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου

 

Η Ήβη: η θεότης της νιότης

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου



    ΓΕΝΙΚΑ: Η Ήβη, στον ελληνικό Μύθο, ήταν η θεότητα της νεολαίας και της νεότητας1. Το ρωμαϊκό αντίστοιχο, κατ΄ απομίμηση της ελληνικής Μυθολογίας κι εδώ, ήταν η Juventus. Ήταν κόρη του Δία και της Ήρας2 και θεωρείτο οινοχόος των θεών, αφού εξυπηρετούσε τους Ολύμπιους θεούς στα συμπόσιά τους με νέκταρ και αμβροσία. Καθήκον της ήταν ακόμη η προετοιμασία των λουτρών του Άρη, ενώ βοηθούσε την Ήρα όταν εκείνη προετοίμαζε το άρμα της3. Από τον Ηρακλή, που μετά την αθανασία του και την ανακήρυξή του σε θεό, νυμφεύτηκε την Ήβη, απέκτησε δυο γιους. Τον Αλεξιάρη και τον Ανίκητο4. Η Ήβη εμφανίζεται ως η έχουσα την εξουσία να δίνει την αιώνια νεότητα, και στην τέχνη εμφανίζεται συνήθως μαζί με τον πατέρα της, το Δία, με το σύμβολο ενός αετού, προσφέροντας συχνά ένα φλιτζάνι σε αυτόν. Η παράσταση ήταν συχνή στην κλασική Εποχή, χαραγμένη συνήθως σε πολύτιμους λίθους, αλλά στην ύστερη Αρχαιότητα, φαίνεται να σχετίζονται με την πεποίθηση ότι ο αετός [όπως και το μυθικό πουλί Φοίνικας], είχε την ικανότητα να ανανεώσει τον άνθρωπο επαναφέροντάς τον στην εφηβική ηλικία των 18 ετών, ικανοποιώντας έτσι τον αιώνιο πανανθρώπινο πόθο.

  ΑΡΧΑΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ: Στην τραγωδία του Ευριπίδη, “Ηρακλείδες”, η Ήβη χορήγησε ξανά τη νεότητα στον Ιόλαο, μετά από την προσευχή του σ΄ αυτή, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τον διώκτη των Ηρακλειδών, Ευρυσθέα και το στρατό του. 

   Στην τέχνη, η Ήβη απεικονίζεται συνήθως φορώντας ένα αμάνικο φόρεμα. Αξίζει να αναφερθεί ότι η Ήβη ήταν ένα εξαιρετικά δημοφιλές θέμα στη δυτική τέχνη κατά την περίοδο από 1750 έως 18505

   Οι Φλειάσιοι, που ζούσαν κοντά στη Σικυώνα, τιμούσαν την Ήβη, την οποία αποκαλούσαν και [η] Δία, ως προστάτη των ικετών. Η Ήβη επίσης λατρευόταν ευρύτερα στην Ελλάδα ως θεά της χάριτος ή της συγχώρεσης. Έτσι ένας φυλακισμένος για να απελευθερωθεί, έπρεπε να κρεμάσει τις αλυσίδες του σε ιερά άλση της θεάς, όπως για παράδειγμα συνέβαινε στο ιερό της στο Φλειούντα.



   ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ: Το όνομα Ήβη προέρχεται από την ελληνική λέξη που σημαίνει “νεότητα” ή “κύριος της ζωής”. Από αυτό η ηλικία της νεότητας ονομαζόταν και ονομάζεται “εφηβεία” [> επί την ήβην], ο νέος στην ηλικία των δεκαοκτώ, “έφηβος”, ενώ ακόμη και η στράτευση στην αρχαία Αθήνα που οριζόταν σ΄ αυτή την ηλικία ονομαζόταν “εφηβεία”.


Konstantinosa.oikonomou@gmail.com

1. Στην πρωτο-Ινδοευρωπαίκή=(H) IEG w -eh-,= “η νεολαία, το σθένος", σχετ. Beekes, Ετυμολογικό Λεξικό της Ελληνικής, Brill, 2009, 507 σ.

2. Σχετικά: Ησίοδος, Θεογονία, 921. Όμηρος, Οδύσσεια, Λ, 601. Πίνδαρος, Τέταρτη Ωδή Ισθμιονικών, Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1.13.

3. Ιλιάδα, Ε 722.

4. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 2. 7.7.

5. Το 1773, ο Francois-Hubert Drouais, ζωγράφισε την Μαρία Αντουανέττα {!!} ως Ήβη!

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ο αστερισμός Βοώτης + ΒΙΝΤΕΟ Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου – συγγραφέα

  Ο αστερισμός Βοώτης + ΒΙΝΤΕΟ Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου – συγγραφέα   ΓΕΝΙΚΑ: Ο Βοώτης [Λατινικά: Bootes, συντομογ. ...

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ....