2.2.25

 

Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος ο Κορίνθιος [14.2.1554]

Κωνσταντίνος Οικονόμου




ΚΑΤΑΓΩΓΗ – ΟΡΦΑΝΙΑ: Ο Νεομάρτυς Νικόλαος γεννήθηκε λίγο μεταξύ των ετών το 1510-1520 μ.Χ., από φτωχούς γονείς, στο Ψάρι Κορινθίας, ένα μικρό άσημο χωριό, στο βουνό Ζάρηκα. Τον πατέρα του τον λέγανε Ιωάννη και την μητέρα του Καλή. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς Χριστιανοί και ξεχώριζαν στο χωριό για την πίστη τους. Ο Νικόλαος, από μικρός ανατρέφονταν από τους ευσεβείς γονείς του με την Ορθόδοξο πίστη. Όταν όμως έγινε δώδεκα χρονών, πέθαναν και οι δυο του γονείς και ο Νικόλαος έμεινε ορφανός και μόνος. Για να ζήσει αναγκάστηκε να ξενιτευτεί και πήγε στη Σηλυβρία της Θράκης.

ΣΤΗ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ: Εκεί έζησε αρκετά χρόνια και κατόπιν μετέβη στην Κωνσταντινούπολη. Κάποιος Σηλυβρινός τον εκτίμησε βαθύτατα και λόγω εμπιστοσύνης, τού ανέθεσε την φροντίδα του σπιτιού του. Ο Νικόλαος εκεί στην Πόλη εργάστηκε ευσυνείδητα. Όταν όμως έφτασε στην κατάλληλη ηλικία, αποφάσισε να κάμει οικογένεια. Νυμφεύθηκε λοιπόν μια φτωχή, αλλά καλή γυναίκα. Απέκτησε μάλιστα αρκετά παιδιά. Για να θρέψει την οικογένεια του εργαζότανε στην αγορά ως παντοπώλης. Είχε ανοίξει μαγαζί τροφίμων σε καλή θέση, στην αγορά σε κεντρικό δρόμο. Κι ενώ έβγαζε χρήματα πολλά, δεν ξεχνούσε τη σωτηρία του και την πρόοδο της ψυχής του αλλά και την πνευματική υγεία της οικογενείας του.

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΑΠΟ ΦΘΟΝΟ: Κατά το 34ο έτος της βασιλείας του Σουλτάνου Σουλεϊμάν [1553-4] του λεγομένου και “Μεγαλοπρεπούς”, κι αφού ο σουλτάνος αυτός φόνευσε τον μεγαλύτερο υιό του, εξεστράτευσε κατά των Περσών. Κατά την απουσία του άφησε στην Κωνσταντινούπολη έναν Έπαρχο, Σινάν ονομαζόμενο. Αλλά αυτός ήτανε θηρίο ανήμερο και όχι άνθρωπος. Ήταν η εποχή που ο κάθε Οθωμανός, όταν μισούσε ένα Χριστιανό, μπορούσε να τον καταγγείλει στον Σινάν. Αυτό έκαμαν και στον Νικόλαο. Μερικοί Τούρκοι από τη Σηλυβρία, που ήταν γείτονες και ανταγωνιστές του στην ίδια οδό που είχε το μαγαζί του ο Νικόλαος, κινούμενοι από φθόνο, διότι ο Νικόλαος ήταν τίμιος και ο κόσμος τον προτιμούσε, τον συκοφάντησαν στις Αρχές, ότι ύβρισε τον Προφήτη τους, τον Μωάμεθ.



ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΒΕΖΥΡΗ: Ο Έπαρχος, άναψε από τον θυμό του και ζήτησε να συλλάβουν τον Νικόλαο. Όταν τον φέραν μπροστά του τον ρώτησε: “Ώστε είναι αλήθεια αυτό που μου είπανε για σένα, ότι δηλαδή παραδέχεσαι τον Χριστό ως Θεό, αντίθετα από το Κοράνιο μας; Είναι αλήθεια, ότι τον αρχηγό της πίστεώς μας, τον αληθινό Προφήτη τον αποκαλείς, αθεόφοβε, παιδί του διαβόλου;” “Μάλιστα, Έπαρχε”, του αποκρίθηκε ο Άγιος, “εγώ δεν μπορώ να πω τον ήλιο, ότι είναι σκοτεινός. Ούτε την νύκτα, ότι είναι φωτεινή. Έτσι και τον Χριστό μου. Είναι -και το λέγω παντού- Ήλιος της δικαιοσύνης. Είναι φως και φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενο εις τον κόσμο. Ενώ ο δικός σας Μωάμεθ είναι σκότος αφεγγές, και όσους τον ακολουθούν τους γκρεμίζει σε βάραθρα απώλειας. Αυτό άλλωστε το είπε και ο Χριστός μου: «Τυφλός τυφλόν, εάν οδηγή αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται». Και σεις επομένως, όσοι ακολουθείτε ένα τυφλό άνθρωπο, τον Μωάμεθ, θα πέσετε εις βυθό απώλειας. Αλλοίμονο σας, δύστυχοι!

ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ: Μετά από τη γενναία απάντηση του Μάρτυρα, ο Έπαρχος έγινε έξω φρενών και διέταξε να ρίξουν στο έδαφος τον Νικόλαο και με σκληρά ραβδιά να τον κτυπήσουν αλύπητα στα πόδια, ώσπου να τα ματώσουν και να μη μπορεί να βαδίσει. Οι στρατιώτες, για να αρέσουν στον Έπαρχο, τον κτυπούσαν με όλη τους την δύναμη. Πονούσε ο Μάρτυς αφόρητα. Για να του προξενήσουν ακόμη περισσοτέρους πόνους, βάζανε στα νύχια των ποδιών του αγγίδες. Έτρεχε το αίμα σαν αυλάκι. Αλλά ο Άγιος παρ’ όλον τον πόνο, που υπέφερε, δεν έβγαζε μιλιά. Μόνο προσευχότανε. Έτσι ο Άγιος Νικόλαος έμεινε σταθερός και ακλόνητος.

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Ο Έπαρχος διέταξε κατόπιν και τον κλείσαν στη φυλακή. Εκεί στο σκοτάδι, με χειροπέδες κι αλυσίδες στα χέρια και στα πόδια, τον άφησαν τέσσερις μέρες. Αυτό το διάστημα ο Νικόλαος προσευχόταν συνεχώς και ευχαριστούσε δοξολογώντας το Θεό, που τον αξίωνε να πάθει γι’ Αυτόν. Εκεί όμως, μέσα στη νύκτα που προσευχόταν, ξαφνικά έλαμψε το κελί της φυλακής, από υπέρλαμπρο φως. Τότε του παρουσιάστηκε ο Χριστός λέγοντάς του: “Νικόλαε, έχε θάρρος. Παρακολουθώ τον αγώνα σου. Να υποφέρεις μέχρι τέλους”. Μετά από τα λόγια αυτά χάθηκε από τα μάτια του φυλακισμένου ο Κύριος. Ο Άγιος πήρε μεγάλο θάρρος από την επίσκεψη του Χριστού. Πετούσε από τη χαρά του και φτερούγιζε η καρδιά του.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΛΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΥΡΑΝΝΟ: Την πέμπτη μέρα μετά τον εγκλεισμό του μάρτυρα, διέταξε ο Έπαρχος να τον παρουσιάσουν μπροστά του στο δικαστήριο. Αλλά τη φορά αυτή ο άγριος και αιμοβόρος Έπαρχος, άλλαξε όψη και “ντύθηκε” με γλυκύτητα και καλοσύνη, με υποσχέσεις και προσφορές αξιωμάτων για να δελεάσει τον Άγιο. Όμως ο Νικόλαος κατατρόπωσε τον Έπαρχο. Δεν φανταζότανε ποτέ, ότι βρισκόνταν άνθρωπος με τόσο θάρρος και γενναιότητα να του τα πει κατά πρόσωπο. Ο τύραννος αγρίεψε ακόμη περισσότερο. Γι’ αυτό διέταξε τους δήμιους να τον γδύσουν και να τον ντύσουν μια φόρμα κατάσαρκα. Του κρέμασαν κατόπιν δύο βαριές αλυσίδες στο λαιμό και τον περιέφεραν σε όλη την κεντρική οδό της αγοράς. Φώναζαν δε και έλεγαν: “Αυτά παθαίνει, οποίος βρίζει τον Μωάμεθ”. Ο Άγιος πήγαινε χαρούμενος σ’ αυτήν την διαπόμπευση του.

ΣΤΗΝ ΠΥΡΑ: Υπάρχει νόμος στους Μωαμεθανούς -δυστυχώς ισχύει ακόμη και σήμερα σε πιστούς τηρητές της “σαρίας”, όπως στους Τζιχαντιστές και σε “θεο”κρατικά καθεστώτα του Ισλάμ- που επιτάσσει να καίγεται στη φωτιά, οποίος βρίζει την θρησκεία τους. Αυτή η τιμωρία ορίστηκε και για τον Νικόλαο. Άναψαν λοιπόν στον Ιππόδρομο μεγάλη φωτιά. Τραβούσανε τον Άγιο οι άπιστοι να τον κάψουν. Αυτός όμως ο μακάριος ατάραχος, σαν αρνί άκακο, πήγαινε κοντά τους πρόθυμα. Ο Έπαρχος κάλεσε κοντά του τον Άγιο, μακριά από την πυρά και προσπαθούσε να τον πείσει ν’ αρνηθεί τον Χριστό. Όταν όμως είδε ότι και πάλι τον ελέγχει και παραμένει στην πίστη του, διέταξε τους δήμιους να σύρουν τον Άγιο κοντά στη φωτιά. Οι τύραννοι έσφιξαν τα χέρια του δένοντάς τα πισθάγκωνα. Κι’ ενώ η φωτιά έκαιγε και τριζοβολούσαν απειλητικά κοντά στον αμίλητο Μάρτυρα, που θερμά προσευχόταν στον Κύριο, το πλήθος των βαρβάρων απίστων αλάλαζε με αγριότητα. Το μαρτύριο, που ακολούθησε ήταν φοβερό. Οι δήμιοι έβαλαν το ημίγυμνο σώμα του Μάρτυρος Νικολάου στην άκρη της φωτιάς. Το ξεροψήνανε καγχάζοντας και βρίζοντας την Χριστιανική Πίστη. Ήθελαν με τον τρόπο αυτό να παρατείνουν τους φρικτούς πόνους του, γιατί έτσι πίστευαν πως ο Νικόλαος θα εγκατέλειπε τον αγώνα. Ήλπιζαν ακόμη να τον γελοιοποιήσουν την στιγμή που θ’ άρχιζε να ζητεί βοήθεια. Η φωτιά συγκλόνιζε το σώμα του Μάρτυρος. Πόνοι φοβεροί τον σπάθιζαν. Η φωτιά άρχισε να τον λειώνει, να τον παραμορφώνει, να του προκαλεί ατέλειωτη οδύνη. Άδικα περίμεναν, οι δήμιοι και το πλήθος των Μωαμεθανών, που παρακολουθούσε το μαρτύριο να διαμαρτυρηθεί ή να κλονισθεί η πίστη του Αγίου. Πονούσε, φλεγόταν, συγκλονιζόταν, αλλά με προσευχή προχωρούσε στο στάδιο του Μαρτυρίου του. Το πλήθος των Τούρκων τού φώναζε να ακούσει και υποχωρήσει στα λόγια του Έπαρχου, αλλά ο Νικόλαος έμενε ανένδοτος και σταθερός σα βράχος. Μάλιστα, όσο είχε ακόμη πνοή προσευχόταν στον Θεό και ήλεγχε τον Έπαρχο για την ασέβεια και το ψεύδος της θρησκείας του. Κήρυττε δε τον Χριστό με θέρμη μέχρι, που δεν μπορούσε πλέον να αρθρώσει λέξη. Και όταν η φωτιά σχεδόν κατέφαγε το σώμα και τις αισθήσεις του, τότε ο Μάρτυς έκλινε το κεφάλι του προς τα δεξιά ευτυχισμένα και νικητήρια. Πλησίασε κατόπιν βουβός και βλοσυρός ο δήμιος, τρ΄βηξε το σώμα του Μάρτυρα έξω από τις φλόγες, έβγαλε τις αλυσίδες από το λαιμό του Αγίου και του έκοψε την αγία του κεφαλήν. Ήταν η 14 Φεβρουαρίου του 1554. Ήταν ημέρα Πέμπτη και ώρα 12 το μεσημέρι. Για να μη πάρουν οι Χριστιανοί τα οστά του άγιου και τα έχουν για αγιασμό, καθώς έκαναν πάντοτε με τους μάρτυρες, έριξαν στη φωτιά και κόκκαλα σκυλιών, και πτώματα άλλων ζώων(!), για να γίνουν στάχτη και για να μη μπορούν να τα διακρίνουν οι Χριστιανοί. Ο Θεός όμως φρόντισε να μείνει στους πιστούς η κάρα του Αγίου. Διότι, μόλις την έκοψε ο δήμιος ένας Χριστιανός την αγόρασε αμέσως αντί είκοσι χρυσών νομισμάτων. Έτσι διασώθηκε από τη φωτιά. Από την Κωνσταντινούπολη τη στείλανε στη Μονή του Άγιου Αθανασίου στα Μετέωρα [Μεγάλο Μετέωρο].



ΑΓΙΟΠΟΙΗΣΗ: Το μαρτύριο του Αγίου Νικολάου έκαμε μεγάλη εντύπωση και ωφέλησε αφάνταστα τους σκλαβωμένους Χριστιανούς. Τους τόνωσε το ηθικό και τους κράτησε στην πίστη. Η Εκκλησία τον αναγνώρισε αμέσως Άγιο. Μετά τέσσερα μόλις έτη, το 1558, γράφτηκε και η Ακολουθία του Αγίου. Την έγραψε ο σπουδαίος, λογιώτατος Ιερομόναχος Δαμασκηνός Στουδίτης, ο Θεσσαλονικεύς.

ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ ΓΝΩΣΤΟΣ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ: Ο Άγιος Νικόλαος, ήταν και ίσως ακόμη είναι, άγνωστος στον χριστιανικό κόσμο. Πολλοί ως και σήμερα δεν έχουν ακούσει γι’ αυτόν. Είναι μόνον γνωστός στην πατρίδα του. Έγινε όμως, γνωστός τελευταίως και ως έξης: Το 1930, ο λόγιος, φιλομάρτυς Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφαρσάλων Ιεζεκιήλ, περιοδεύοντας την Πίνδο, έφτασε στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδος της Σιάμου. Το Μοναστήρι ήταν ερημωμένο. Ήταν από τα τετρακόσια είκοσι(!) Μοναστήρια που διέλυσαν οι Προτεστάντες Βαυαροί, όταν έφθασαν μαζί με τον νεαρό βασιλέα Όθωνα. Ψάχνοντας, λοιπόν, ο Δεσπότης στο Ιερό Βήμα του ερειπωμένου Μοναστηριού, βρήκε σε ένα σαρακοφαγωμένο συρτάρι έναν απρόσμενο θησαυρό: έναν χειρόγραφο κώδικα, που περιείχε και την Ακολουθία του Αγίου Νικολάου του Νεοφανούς, ο οποίος εορτάζεται την 14 Φεβρουαρίου. Στον ίδιον κώδικα υπάρχει και εγκωμιαστικός λόγος του ίδιου Αγίου. Τον έγραψε ο Ιερομόναχος Δαμασκηνός, ο Στουδίτης. Ευτυχώς, στις ημέρες μας έχει αρχίζει να τιμάται ο Άγιος Νικόλαος ο Κορίνθιος. Στο χωριό του, το Ψάρι της Κορινθίας, κτίστηκε πριν λίγα χρόνια με την προθυμία των συμπατριωτών του, μεγαλοπρεπής Ναός εις τιμήν του Αγίου τούτου.

Δοξαστικό: “Τάδε λέγει Κύριος τῷ ἀθλοφόρω: γενναῖε, τί ἐποίησαν σοί, ἀδίκως οἱ παράνομοι· ταῖς πληγαῖς σέ κατέστιξαν, τή φρουρά, ἐπανέκλεισαν, ὥσπερ θύμα ἐπί φλόγα ὠλοκαυτώθης, γενναῖε, νῦν ἐγώ σοί ταῦτα πλουσίως ἀνταμείψομαι· ἀντί τῶν πόνων τρυφήν, ἀντί τῶν ἄθλων σου στέφος, ἀντί τῶν ἐπικήρων, τά ἄφθαρτα δωρήσομαι, καί χαίρων ἴθι λοιπόν, εἰς δόξαν τήν ἀγείρω· κάκει μέ ἀνευφήμησον, ἐν τῷ Πατρί καί Πνεύματι γνώθι μοί τοῖς ἔργοις μου Θεόν ἀληθέστατον.”



Ο Οσιομάρτυρας Δαμιανός ο Νέος (14/2/1568) [O μάρτυρας της αργίας της Κυριακής] +ΒΙΝΤΕΟ Κων/νος Οικονόμου

 

Ο Οσιομάρτυρας Δαμιανός ο Νέος (14/2/1568)

[O μάρτυρας της αργίας της Κυριακής] +ΒΙΝΤΕΟ

Κων/νος Οικονόμου



ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ: ΤΟ 1423 η Λάρισα και όλη η Θεσσαλία, επί σουλτάνου Μουράτ του Β’, με τον Οθωμανό στρατηγό Τουραχάν υπέκυψε οριστικά στο Τουρκικό ζυγό. Έτσι, για τους Έλληνες άρχισαν στερήσεις, ταπεινώσεις, απειλές, αρπαγές. Ο λαός, ταπεινωμένος, πονεμένος, ταλαίπωρος, ραγιάς λαός! Χωρίς τα κοσμικά του στηρίγματα. Μόνο με αναμνήσεις και ελπίδες. Εν τούτοις, κάτι είχε να τον στηρίζει. Ταπεινό, ίσως, και ασήμαντο στην εκτίμηση πολλών. Και όμως αποφασιστικό για την επιβίωση του. Ήταν η Ορθόδοξη Εκκλησία! Οι κληρικοί και οι μοναχοί της Εκκλησίας. Ανέτειλαν και οι μάρτυρες της Πίστεως του. Αυτοί τον παρηγορούσαν, τον φώτιζαν, τον συγκινούσαν, τον κρατούσαν στη ζωή, και, όταν ήλθε το πλήρωμα των καιρών, τού έδωσαν και την ελευθερία του.Ο άγιος οσιομάρτυς Δαμιανός ήταν ένας από αυτούς.

ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ: Ο Δαμιανός γεννήθηκε γύρω στο 1500 από γονείς ραγιάδες! Είχαν περάσει περίπου εκατό χρόνια δουλείας της Θεσσαλίας στους Τούρκους. Το χωριό του, το Μυρίχοβο, της επαρχίας Καρδίτσας, Φαναρίου τότε, κατοικούνταν από λίγους αγρότες. Το μόνο πλούσιο που διέθεταν οι γονείς του Δαμιανού ήταν η ευσέβεια τους. Και από αυτήν προσέφεραν άφθονη στον μικρό γιο τους, τον Δαμιανό. Η ψυχή του παιδιού δέχτηκε την καλλιέργεια της θεοσέβειας από τους ταπεινούς γονείς του. Το παιδί προόδευε στη σοφία και την ηλικία με τη Χάρη του Θεού. Μπορούσε να το διακρίνει ο καθένας ότι θα αυτός θα γινόταν κάτι παραπάνω από το συνηθισμένο. Στο Μυρίχοβο ήταν υπόδειγμα για τους νέους.



ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΖΩΗ: Ο ευλαβής νέος ήταν ένας από εκείνους στους οποίους ο Θεός έδωκε το χάρισμα της αγάπης της μοναχικής ζωής. Ήρθε λοιπόν κάποτε στο Άγιο Όρος ο Δαμιανός, άγνωστο ακριβώς σε ποια ηλικία. Πάντως νέος. Παρουσιάστηκε στην ιερά Μονήν Φιλόθεου, δήλωσε υποταγή, εκάρη και ενεδύθη το μοναχικό σχήμα. Ο θαυματουργός όσιος Διονύσιος, ο εν Ολύμπω, διέπρεψεν ως ασκητής στη Μονήν αυτή και ήταν ηγούμενος της περί το 1520 μ.Χ. Αν σκεφτούμε, ότι ο Διονύσιος καταγόταν από την περιοχή του Δαμιανού, δεν αποκλείεται η φήμη της αγιότητας του και το παράδειγμα του να τον οδήγησαν στην Μονή αυτήν. Ύστερα από ένα χρονικό διάστημα, η εσωτερική ορμή για μεγαλύτερη άσκηση, έφερε τον Δαμιανό κοντά σ΄ έναν ερημίτη του Όρους, που ονομοζόταν Δομέτιος. Πολύπειρος ο Δομέτιος στην άσκηση, δέχθηκε να χειραγώγησει και τον ενθουσιώδη Δαμιανό στην σκληρή αυστηρή ασκητική ζωή. Φαίνεται πως ήταν στο σχέδιο του Θεού αυτό. Ο άνδρας, που επρόκειτο να αναλάβει ένα σκληρό και επίπονο έργο, του του οποίου επισφράγισμα θα ήταν το μαρτύριο, έπρεπε προηγουμένως να ασκηθεί σε κάθε είδος σκληραγωγίας, την πείνα, τη δίψα, τις αγρυπνίες, τις στερήσεις και την κακοπέραση. Τρία έτη αργότερα, μέσα στο ερημητήριό του, ακούει ο όσιος Δαμιανός μία θεία φωνή να του λέει: “Δαμιανέ, ου μόνον το εαυτού δει σε ζητείν, αλλά και το των ετέρων, κατά τον θείον Απόστολον”. Η φωνή αυτή υπενθύμιζε στον ασκητή τη προτροπήν του απ. Παύλου προς τους Κορινθίους (Α’ ι’ 24), που είναι οδηγία προς κάθε χριστιανό “μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος”.



ΕΠΑΝΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ: Έτσι, ο όσιος Δαμιανός ξεκίνησε με τις ευχές του γέροντα και των άλλων συνασκητών του για τη Θεσσαλία. Ήρθε πρώτα και περιόδευε τα χωριά του Ολύμπου, που βρίσκονταν κοντά στην κοιλάδα των Τεμπών, και κήρυττε επανευαγγελίζοντας τους «ραγιάδες». Θα πρέπει να προκάλεσε αίσθηση η παρουσία του αγνώστου αυτού Αγιορείτου στους κατοίκους της περιοχής. Όψη ασκητική, πρόσωπο οστεώδες, χρώμα ωχρό, κουκούλι, “σχήμα” με το σημείο του Σταυρού και τις λέξεις ΙΣ ΧΣ NΙ ΚΑ, ζώνη δερμάτινη στη μέση, κομποσχοίνι στο χέρι και σταυρός, κομβοσχοίνιο μέγα στο σώμα εις σχήμα Χ, όπως τότε ήταν η μοναχική συνήθεια, παρουσιαστικό ατημέλητο, διατροφή αυστηρά λιτή! Και το κήρυγμα του; Προφητικό, κήρυγμα μετανοίας. Άκουγαν οι ραγιάδες και ξυπνούσε η συνείδηση και επηρεάζονταν και διόρθωναν την ζωή τους. Όμως, δυστυχώς στην κοινωνία δεν υπάρχουν μόνον καλοπροαίρετοι, επιδεκτικοί θείου λόγου. Υπάρχουν και πονηροί, διεστραμμένοι άνθρωποι. Κάποιοι λοιπόν «Χριστιανοί» τον αποκαλούσαν πλάνο και τον κατέτρεχαν. Ο ίδιος δεν τους απαντούσε ενθυμούμενος το ρηθέν του Κυρίου: “Ει εμέ έδιωξαν, και υμάς διώξουσιν” (Ιω. ιε’ 20). Όμως, για να ειρηνεύσουν οι αμφισβητίες, αναχώρησε περιοδεύοντας σε χωριά της Όσσας, κηρύττοντας θείο Λόγο. Κυνηγημένος όμως κι από 'κει δίδαξε στα χωριά των Αγράφων, απ' όπου και καταγόταν. Φαίνεται, ότι στα χωριά των Αγράφων βρήκε πιο επιδεκτικό κόσμο και το κήρυγμα του, ήταν περισσότερο ευπρόσδεκτο. Σ΄ αυτά τα ορεινά μέρη ο κόσμος θρήσκευε, εκκλησιάζονταν, κρατούσε την Πίστη του. Έτσι εξηγείται και γιατί η προσπάθεια του Ιεραποστόλου δεν ήταν εδώ να επαναφέρει στην ορθή Πίστη τον κόσμο, αλλά να τους ενίσχυσει στο να παραμείνουν σταθεροί, στην ορθή πίστη. Εκεί, κατά την παράδοση, έκτισε την Μονή Παναγίας Πελεκητής. Παρά ταύτα, από πουθενά δεν λείπει ο διάβολος και τα όργανά του. Για τον λόγο αυτό, ύστερα από λίγον καιρό, και εκεί έγινε ανεπιθύμητος! Και “επεί κάκει πλάνος και ψευδομόναχος ωνομάσθη παρά τίνων, καταλιπών και ταύτας τας κώμας, δια το ατάραχον εις τον Κίσσαβον αύθις επανήλθε”, σημειώνει ο βιογράφος του. Επανήλθεν στην Όσσα και τη Νοτιοανατολική της πλευρά. Εκεί, περί το 1450, σε υψόμετρο 950μ., ήρθαν Έλληνες από το Βαθύρεμα της Αγιάς, εξαιτίας της καταπίεσης και το διωγμό των Τούρκων επήλυδων από το Ικόνιον [Κονιαραίων], αφήνοντας την εύφορη γη τους στους κατακτητές, για να κτίσουν νέο χωριό, την Σελίτσανη (Ανατολήν), μακριά από τις ενοχλήσεις των αδίστακτων Ισλαμιστών. Στο χωριό αυτό βρήκε ο Ιεραπόστολος επιδεκτικές ψυχές. Εκεί, παρέμεινε εργαζόμενος, ενώ βρήκε πόρους, ώστε να κτίσει ένα μοναστήρι, τον Τίμιο Πρόδρομο. Στη Μονή που το κτίσιμό της περατώθηκε γύρω στο 1550, και στο ασκηταριό του πήγαιναν πολλοί κάτοικοι των γύρω χωριών για να ακούσουν τα κηρύγματά του και να τον συμβουλευτούν. Η Ι. Μονή ήταν ένα μικρό κοινόβιο με λίγους ευλαβείς μοναχούς. Εκεί μοιρασμένο το 24ωρο σε προσευχές, εργασία, μελέτη και λίγη ανάπαυση, σύμφωνα με τις δυνατότητες των συμμοναστών του. Με τη διάκρισή του, δεν επέβαλλε φορτία βαρύτερα από τις δυνάμεις τους στους άλλους, που δεν ήταν εξασκημένοι. Ο βιογράφος του γράφει για το ασκηταριό του: “ιδία δ’ αυτός ώκει μικρόν από της μονής, προς νότον, εν τινι σπηλαίω παρά τω παραρρέοντι χειμάρρω υπό τον εκεί κρημνόν, τους καθ’ εαυτόν αγώνας εν τούτω ανύων”, [ιερομ. Διονύσιος Παπαδόπουλος]. Σώζεται ακόμη σήμερα ο χώρος αυτός της ασκήσεως του Αγίου. Κάτω ακριβώς από την τοποθεσία, που οι ντόπιοι την ονομάζουν “Δογαντζή”.

Το ασκηταριό του Οσίου


ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΕΡΙ ΚΥΡΙΑΚΗΣ - ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ: Δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια έμεινε ο Όσιος στην Ι. Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Στις αρχές του 1568, ενώ δίδασκε στη Βουλγαρινή (Έλαφο) συνελήφθη από Οθωμανούς, που τον έστειλαν στο μουλά (δικαστή) της Λάρισας με την κατηγορία ότι εμπόδιζε τους Χριστανούς να πουλάνε και να αγοράζουν τις Κυριακές, (η Κυριακή για το οθωμανικό κράτος δεν ήταν αργία, αντίθετα Σάββατα και Παρασκευές, ιερές μέρες για Εβραίους και Μουσουλμάνους, δεν οργανώνονταν αγορές). Φαίνεται, ότι οι Τούρκοι κατά παράδοση, την ημέρα της Κυριακής την είχαν καθιερώσει σαν ημέρα για τις αγοραπωλησίες, τις λαϊκές αγορές και εμποροπανηγύρεις τους. Μάλιστα, η λέξις Pazar στην τουρκική, είναι το όνομα της ημέρας, που εμείς ονομάζουμε Κυριακή!

   Όμως, θέλοντας οι Τούρκοι να επιβάλουν την συνήθειά τους στους Έλληνες, ήταν σαν να αποσκοπούσαν στη βεβήλωση της αγιότερης μέρας των Χριστιανών. Και να 'ξερε ο Όσιος ότι σήμερα, χωρίς Τουρκοκρατία, καταργήθηκε η αργία της Κυριακής, έτσι απλά! Κι αυτό είναι ένα μέτρο που αποδομεί την ελληνική κοινωνία, αποϊεροποιεί τη ζωή των Ελλήνων και καταργεί την Κυριακή ως ημέρα αφιερωμένη στό Θεό. Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, πιστός στη διδασκαλία του Δαμιανού, έλεγε δύο αιώνες αργότερα: «Πρέπει να χαιρώμεθα περισσότερο την Κυριακή, που είναι η Ανάστασις του Χριστού μας. Να εργαζώμεθα τις έξι ημέρες για τα μάταια, γήινα και ψεύτικα, και την Κυριακὴ να πηγαίνουμε στην εκκλησία και νὰ στοχαζώμεθα αμαρτίες, θάνατο, κόλαση, παράδεισο, την ψυχήν μας καὶ όχι να εργαζόμεθα και να πραγματευόμεθα. Το κέρδος της Κυριακὴς είναι κατηραμένο, βάνετε φωτιὰ και κατάρα στὸ σπίτι σας και όχι ευλογίαν» (Διδαχ.Δ’). Όμως οι κοσμικοί στο φρόνημα άρχοντες, ούτε καν προβληματίζονται, αφού η ζωή τους περιστρέφεται γύρω από δείκτες και αδιαφορούν αν ο λαός λιμοκτονεί. Χρηματιστήρια, τράπεζες, χρυσός, μοναδική μέριμνά τους. Εγκλωβισμένοι στην παγίδα του κακού εκλαμβάνουν τον πλούτο ως δρόμο ευτυχίας. Σήμερα, τύποις «χριστιανοί» άρχοντες του κόσμου τούτου διαγράφουν από τη ζωή μας την ημέρα της Κυριακής.



ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Στη Λάρισα ο Όσιος Δαμιανός ξυλοκοπήθηκε άγρια, του φόρεσαν βαριές αλυσίδες σε λαιμό και πόδια, ενώ ρίχτηκε στη σκοτεινή φυλακή. Για 15 μέρες υποβαλλόταν σε συνεχή βασανιστήρια για να αρνηθεί την πίστη του. Τι μπορεί να σκεφτόταν ο όσιος στις ώρες της αναμονής του πριν την αναχώρησή του για τον ουρανό; Ίσως, το αγαπητό του Μυρίχοβο και τους γονείς του, που δεν ζούσαν πια. Σε λίγο θα τους αντάμωνε στην δόξα του Παραδείσου. Έπειτα η σκέψη του θα φτερούγιζε πάνω από τις δασώδεις περιοχές του Άθωνα με τις ιερές Μονές του. Θα έφερνε στα μάτια του σεβάσμιες μορφές, συνασκητές του, τον όσιον Δομέτιο. Έπειτα πάλιν, θα θυμόταν τα ταπεινά χωριουδάκια που περιόδευσε στην κοιλάδα των Τεμπών κι’ εκείνα τα σκαρφαλωμένα στ΄ Άγραφα και την Όσσα. “Κύριε”, θα έλεγε μέχρις τις τελευταίες του επίγειες στιγμές, “κάμε εκείνος ο θείος σπόρος του λόγου Σου να βλάστησει, να καρπίσει στις καρδιές των ακροατών μου, των δούλων σου! Και συγχώρησε, θεέ μου, εκείνους που με εχθρεύονταν και με κατεδίωκαν”. Ύστερα πάλι θα μονολογούσε: “Το καλό μου Μοναστήρι του Προδρόμου με τους ορφανούς καλογήρους του!… Κύριε Ιησού, μην άρεις την Χάρη και την ευλογία Σου από επάνω τους!”

  Κάπως έτσι μέσα στη σκοτεινή φυλακή του ο Όσιος, με προσευχές και δάκρυα χαροποιού πένθους, έγραφε τον επίλογο της όσιας και αγίας ζωής του. Τελικά, ο Τούρκος Διοικητής ξαναζήτησε τον Όσιο και τον έφεραν εμπρός του. Τον βρήκε περισσότερο καταβεβλημένο. Περίμενε, όμως, να τον δει και στο φρόνημα “πεσμένον”. Έκαμε τις συνηθισμένες σε αντίστοιχες περιπτώσεις προσπάθειες να τον μεταπείσει. Με κολακείες, υποσχέσεις, δώρα και τα παρόμοια, του ζητούσε να αρνηθεί το Χριστό και να ασπασθεί το Ισλάμ! “Ο δε του Χριστού μάρτυς γενναίως ανταπεκρίθη: μη μοι γένοιτο, έφη, τον Χριστόν μου και θεόν αρνήσασθαι, αλλά και πυρ και αγχόνην και πάσαν άλλην βάσανον υπέρ αυτού δέξασθαι προαιρούμαι”, είπε. Τελικά, ο δικαστής, εξαγριωμένος από την υπομονή του Αγίου, διέταξε την 14η Φεβρουαρίου 1568, να τον κρεμάσουν στη “φούρκα”. Οι δήμιοι τον κρέμασαν σε ένα μεγάλο δέντρο που υπήρχε τότε στην περιοχή Ξυλοπάζαρο της Λάρισας (στην αρχή της οδού Βενιζέλου, προς το ποτάμι). Καθώς όμως κάποιος βάρβαρος Οθωμανός, για να υποφέρει ο μάρτυς περισσότερο, τον χτύπησε με τσεκούρι στο κεφάλι, κόπηκε το σκοινί. Στη συνέχεια, ημιθανής, ρίχτηκε στην πυρά. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, όλα είχαν τελειώσει. Τη στάχτη του την έριξαν στον Πηνειό. Φοβούνταν οι Οθωμανοί και το λείψανο του Αγίου, επειδή γνώριζαν την τιμὴ που απονέμουν οι Χριστιανοὶ στα Άγια Λείψανα. Ήξεραν ότι η ύπαρξή τους θὰ διαιώνιζε τὴν μνήμη του Αγίου. Κι αυτὴ την μνήμη ήθελαν να εξαλείψουν. Δεν το κατόρθωσαν. Έτσι έλαβε ο Οσιομάρτυρας Δαμιανός τον στέφανο του Μαρτυρίου. 



Των Λαρισαίων τα πλήθη σκιρτά και χόρευε· ιδού γαρ ο γενναίος ραβδισμούς και ύβρεις και βασάνους εν μέσω εχθρών, τον Χριστόν ουκ ηρνήσατο, αλλ’ ανδρικώς πάντα φέρων Δαμιανός μέχρι τέλος, εστεφάνωται”.

Απολυτίκιο: Ευφράνθητι σήμερον, η εν Κισσάβω Μονή,

και Λάρισα σκίρτησον, Δαμιανού η σεπτή πανήγυρις, πάρεστι,

δεύτε ουν και συμφώνως, εν αυτή τω Σωτήρι,

άσωμεν εν αινέσει, τούτον ανευφημούντες, αυτού ταις ικεσίαις,

όπως σωζώμεθα.

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: 


ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Το ηφαίστειο της Θήρας [Σαντορίνης] + ΒΙΝΤΕΟ του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου - συγγραφέα

  Το ηφαίστειο της Θήρας [Σαντορίνης] + ΒΙΝΤΕΟ του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου - συγγραφέα Η Σαντορίνη αποτελεί ένα από τα ...

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ....