23.3.25

Ο Ακάθιστος ύμνος [4.4.2025] από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου

 

Ο Ακάθιστος ύμνος [4.4.2025]

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου



«Θεοτόκος Δεομένη», ρωσική εικόνα του 13ου αιώνα, με πρότυπο
την περίφημη εικόνα της Παναγίας των Βλαχερνών
   ΓΕΝΙΚΑ: Ακάθιστος ύμνος ονομάζεται ένας ύμνος, για την ακρίβεια ένα Κοντάκιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, προς τιμήν της Θεοτόκου, ο οποίος ψάλλεται στους ναούς τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους σε αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω. Θεωρείται δίκαια ως αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας. Είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας. Η γλώσσα του είναι ποιητική, εμπλουτισμένη από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου. Το θέμα του είναι η εξύμνηση της ενανθρώπισης του Θεού μέσω της Θεοτόκου. Ο ύμνος αυτός ονομάζεται «Ακάθιστος» από την όρθια στάση, που τηρούν οι πιστοί κατά τη διάρκεια της ψαλμωδίας της1. Οι πιστοί έψαλαν παλαιότερα τον Ακάθιστο ύμνο όρθιοι, υπό τις συνθήκες που θεωρείται ότι εψάλη για πρώτη φορά.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Το 626, όταν ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος ηγείτο εκστρατείας του βυζαντινού στρατού κατά των Περσών, η Βασιλεύουσα πολιορκήθηκε αιφνιδιαστικά, κατόπιν συνεργασίας αντιπερισπασμού με τους Περσες, από τους Αβάρους. Γνωρίζοντας την απουσία στρατού, οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και στις 6 Αυγούστου Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Τη νύχτα της 7ης προς 8η Αυγούστου, ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Σέργιος, Πατριάρχης Κων/λεως, περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε το λαό. Λίγη ώρα αργότερα, μέσα στη νύχτα, φοβερός ανεμοστρόβιλος, δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον αποτελούμενο από ελαφρά μονόξυλα εχθρικό στόλο, ενώ μια αντεπίθεση των αμυνόμενων προξένησε τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους συνεργαζόμενους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία. Την 8η Αυγούστου, η Πόλη είχε πια σωθεί από τη μεγαλύτερη ως τότε απειλή. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδωσε στη συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, όρθιο το πλήθος του πιστού λαού έψαλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».

ΑΛΛΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ: Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, ο ύμνος είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε έτους. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο, “Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει”, με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο “Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια”, το οποίο έδωσε δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο στον ως τότε διηγηματικό και περισσότερο δογματικό ύμνο. Σύμφωνα όμως με άλλες πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κων/νου Πωγωνάτου [673], Λέοντος Ισαύρου [717-8] και Μιχαήλ Γ΄[860].

Ο ΣΥΝΘΕΤΗΣ ΤΟΥ ΥΜΝΟΥ: Ενώ είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο ύμνος ψαλλόταν ως ευχαριστήρια ωδή προς τη Θεοτόκο, την Υπέρμαχο Στρατηγό του Βυζαντινού κράτους, εντούτοις το πρόβλημα της σύνθεσης του Ακάθιστου Ύμνου παραμένει μέχρι και σήμερα ένα από τα δυσκολότερα φιλολογικά προβλήματα, καθώς οι μελετητές δεν έχουν ακόμη καταλήξει στο ποιος, πότε και γιατί συνέθεσε τον ύμνο αυτό. Πάντως σε όλα τα χειρόγραφα ο ύμνος φέρεται ως ανώνυμος, ενώ ο Συναξαριστής που τον συνδέει με τα γεγονότα του Αυγούστου του 626 δεν αναφέρει ούτε το χρόνο σύνθεσης, ούτε τον μελωδό του. Το περιεχόμενό του πάντως απηχεί τις δογματικές θέσεις της Τρίτης Οικουμενικής Συνόδου [431], επομένως ο Ύμνος δεν συνετέθη νωρίτερα από τη χρονιά αυτή. Κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι από το περιεχόμενό του συνάγεται ότι ο ύμνος αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων, εορτές οι οποίες χωρίστηκαν επί Ιουστινιανού [527-565], πράγμα που σημαίνει ότι ο ύμνος γράφτηκε το αργότερο επί Ιουστινιανού. Η ορθόδοξη βυζαντινή παράδοση όμως αποδίδει τον Ακάθιστο ύμνο στον μεγάλο βυζαντινό υμνογράφο του 6ου αιώνα, Ρωμανό το Μελωδό. Την άποψη αυτή υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές, οι οποίοι θεωρούν ότι οι εκφράσεις του ύμνου, η ποιητική του αρτιότητα και η δογματική του πληρότητα οδηγούν στο Ρωμανό. Μάλιστα, σε κώδικα του 13ου αιώνα, υπάρχει σημείωση, του 16ου, όμως, αιώνα, η οποία αναφέρει τον Ρωμανό ως ποιητή του ύμνου. Η άποψη αυτή, πάντως, αντικρούεται από πολλούς μελετητές που βρίσκουν στη δομή, στο ύφος και το περιεχόμενό του πολλά στοιχεία της μεταρωμανικής εποχής2. Μία εκδοχή, η οποία υποστηρίζεται και από τον καθηγητή Βυζαντινής Φιλολογίας Ν. Β. Τωμαδάκη, αναφέρει το όνομα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α΄[716-730], ο οποίος έζησε τα γεγονότα της θαυμαστής λύτρωσης της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία της Πόλης από τους Άραβες το 718, επί Λέοντο Ισαύρου. Η εκδοχή αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι μία λατινική μετάφραση του Ύμνου, που έγινε περί το 800, από το Βενατσιάνο επίσκοπο Χριστόφορο, τον αναφέρει ως δημιουργό του ύμνου3. Μια άλλη εκδοχή, βασίζεται σε μια αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της Μονής του Αγίου Σάββα Ιεροσολύμων, όπου εικονίζεται ένας μοναχός, που κρατάει ειλητάριο, όπου αναγράφεται: “Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη4”. Στο κεφάλι του μοναχού αυτού γράφει “ο άγιος Κοσμάς”. Πρόκειται για τον Κοσμά το Μελωδό, ο οποίος έζησε και αυτός τα γεγονότα του 718 [κοιμήθηκε το 752]. Τέλος, αλλοι ερευνητές θεωρούν ότι ο Ύμνος συνετέθη από τον Πατριάρχη Σέργιο [K. Krumbacher, Αικ. Χριστοφιλοπούλου, κ.α.], τον σύγχρονο με την πολιορκία Γεώργιο Πισίδη, τον Ιερό Φώτιο, τον Απολινάριο τον Αλεξανδρέα, τον Μητροπολίτη Νικομήδειας Γεώργιο Σικελιώτη, κ.ά. Πάντως με βεβαιότητα, οι ειρμοί του Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου είναι έργο του Ιωάννου Δαμασκηνού, ενώ τα τροπάρια του Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου.

Φορητή εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνιώτισσας, που οι Σταυροφόροι 
έκλεψαν από τη ρημαγμένη Κωνσταντινούπολη το 1204 και μετέφεραν
στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας το 1204

Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ
: Ο Ακάθιστος Ύμνος αποτελείται από 24 “οίκους”, στροφές δηλαδή, οι οποίοι είναι δύο ειδών. Οι περιττοί (Α-Γ-Ε., κ.τ.λ.), που είναι εκτενείς, αποτελούνται από δεκαοκτώ στίχους. Οι πέντε πρώτοι περιλαμβάνουν τη διήγηση, οι δώδεκα επόμενοι αποτελούν χαιρετισμούς, οι οποίοι απευθύνονται προς την Θεοτόκο και ο δέκατος όγδοος είναι το εφύμνιο “χαίρε νύμφη Ανύμφευτε”. Οι άρτιοι οίκοι (Β-Δ-Ζ, κ.τ.λ..), που είναι σύντομοι, αποτελούνται μόνο από πέντε στίχους διήγησης και το επίσης σύντομο εφύμνιο “Αλληλούια”. Γενικό θέμα του ύμνου είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Με πηγές του την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο Ακάθιστος Ύμνος περιγράφει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά προχωρεί και σε θεολογική και δογματική ανάλυσή τους. Ο πρώτοι δώδεκα οίκοι του (Α έως Μ) αποτελούν το ιστορικό μέρος, όπου εξιστορούνται τα γεγονότα από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου μέχρι την Υπαπαντή. Οι τελευταίοι δώδεκα (Ν-Ω) αποτελούν το θεολογικό ή δογματικό μέρος, στο οποίο ο μελωδός αναλύει θεολογικές και δογματικές προεκτάσεις της Ενανθρώπισης του Κυρίου και το σκοπό της, που είναι η σωτηρία των πιστών. Ο μελωδός βάζει στο στόμα του αρχαγγέλου, του εμβρύου Προδρόμου, των ποιμένων, των μάγων και των πιστών τα 144 συνολικά “Χαῖρε” προς τη Θεοτόκο, που αποτελούν ποιητικό εμπλουτισμό του χαιρετισμού του Γαβριήλ “Χαῖρε Κεχαριτωμένη”, που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς5.

konstntinosa.oikonomou@gmail.com


1Διαβάζουμε στο Συναξαριστή: ὀρθοστάδην τότε πᾶς ὁ λαὸς κατὰ τὴν νύκτα ἐκείνην τὸν ὕμνον τῇ τοῦ Λόγου Μητρὶ ἔμελψαν καὶ ὅτι πᾶσι τοῖς ἄλλοις οἴκοις καθῆσθαι ἐξ ἔθους ἔχοντες, ἐν τοῖς παροῦσι τῆς θεομήτορος ὀρθοὶ πάντες ἀκροώμεθα”.

2. Αν. Φιλιππίδης, Ιστορική αναδρομή στα χρόνια του Ακαθίστου, περιοδικό Παρέμβασις, Μάρτιος 2006 και Θ. Σαμαράς, Ο Ακάθιστος Ύμνος, εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα», Κομοτηνή, 9/3/2001

3. Εκεί γράφει ο Χριστόφορος: “Incipit Hymnus de Sancta Dei Genetrice Maria, Victoriferus atque Salutatorius, a Sancto Germano Patriarcha Constantinopolitano”.

4Αυτό είναι η αρχή του α΄ οίκου του Ακάθιστου Ύμνου.

5. Λουκάς α΄28.

Η γαστριμαργία κι η λαιμαργία: Ταυτίζονται; +ΒΙΝΤΕΟ του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου

 

Η γαστριμαργία κι η λαιμαργία: Ταυτίζονται; +ΒΙΝΤΕΟ

του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου 

«Θεός μεν γαρ αισθητός η κοιλία τοις γαστροίς ούσι δούλοις»

   

Hieronymus Bosch, Allegory of Gluttony and Lust

ΟΡΙΣΜΟΣ: Γαστριμαργία είναι η κατανάλωση ποσότητας φαγητού μεγαλύτερης της απαραίτητης, ενώ λαιμαργία η τάση προς φαγητά που προσφέρουν απόλαυση ή η κατανάλωση φαγητού αποκλειστικά για ευχαρίστηση. Το ρήμα μαργαίνω σημαίνει κατέχομαι από μανία και μάργος λέγεται ο μανιώδης. Όταν καταλαμβάνει κάποιον η μανία να γεμίσει την γαστέρα (κοιλιά) του, αυτό λέγεται γαστριμαργία (γαστήρ + μαργαίνω). Όταν η εκ του φαγητού προερχομένη ηδονή αφορά το λαιμό (τη γεύση), τότε λέγεται λαιμαργία (λαιμός + μαργαίνω). Οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε ότι αυτά τα πάθη είναι προθάλαμος άλλων σαρκικών παθών (το γεμάτο στομάχι δημιουργεί νέες σαρκικές επιθυμίες). Το πάθος εμφανίζει δύο κύριες μορφές: μπορεί ν' αποβλέπει στην ποιότητα των τροφών, οπότε πρόκειται για την αναζήτηση εύγευστων, εκλεκτών εδεσμάτων, που προετοιμάζονται επιμελώς (γκουρμέ)· μπορεί ν' αποβλέπει στην ποσότητα των εδεσμάτων και τότε πρόκειται για επιθυμία να τρώγει κάποιος πολύ. Στην πρώτη περίπτωση είναι η ηδονή της γεύσης το κατεξοχήν ζητούμενο και επιθυμητό, ενώ στη δεύτερη πρόκειται γενικά για την ηδονή της κοιλίας και των οργάνων της πέψης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπάρχει αναζήτηση ενός συγκεκριμένου τύπου σωματικής ηδονής. Άρα η γαστριμαργία μπορεί να ταξινομηθεί μεταξύ των «παθών του σώματος».

   Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: Η ψυχολογία αρνείται κατηγορηματικά να αποδώσει την υπερκατανάλωση φαγητού ή ποτού - και κατ' επέκταση τις διατροφικές διαταραχές και την παχυσαρκία - αποκλειστικά στην ελεύθερη βούληση. Η επιστήμη διατείνεται ότι η παχυσαρκία, στη Δύση, προωθείται από ένα «παχυσαρκογόνο» περιβάλλον που ενθαρρύνει την υπερβολική κατανάλωση φαγητού (θερμίδων), ενισχύοντας την άποψη ότι παχυσαρκία και βουλιμία είναι είδος νόσου. Το πόσο διαθέσιμο ή το πόσο φθηνό είναι το φαγητό, το αν έχουμε εύκολη πρόσβαση σε καταστήματα έτοιμου φαγητού, ακόμη και το πόσο μεγάλες είναι οι μερίδες, όλα φαίνονται να επηρεάζουν το βάρος και ενδεχομένως τη διατροφική συμπεριφορά μας. Η θεωρία της περιβαλλοντικής ευθύνης πρεσβεύει πως όταν κάποιος έχει φίλο ή σύντροφο που είχε πάρει παραπανίσια κιλά μέσα σε μια χρονική φάση, είχε και ο ίδιος περισσότερες πιθανότητες να αυξήσει το βάρος του την επόμενη χρονική φάση. Η «μεταδοτικότητα» αυτή αποδίδεται σε κοινωνικούς παράγοντες - δηλαδή ποιο θεωρείται αποδεκτό βάρος και ποιες είναι οι κρατούσες διατροφικές συμπεριφορές. Επιστήμονες του Εργαστηρίου Μπρουκχέιβεν (ΗΠΑ) παρατήρησαν ότι ο εγκέφαλος των βουλιμικών ανθρώπων διαθέτει λιγότερους υποδοχείς ντοπαμίνης και παρουσιάζει αυξημένη δραστηριότητα σε περιοχές που συνδέονται με το στόμα και τη γλώσσα. Το εύρημα θα μπορούσε να σημαίνει ότι στους ανθρώπους αυτούς το κύκλωμα της ανταμοιβής υπολειτουργεί κάνοντάς τους να επιζητούν περισσότερη απόλαυση στο φαγητό, αλλά και το ... ακριβώς αντίθετο: ότι δηλαδή η ροπή τους προς τη συγκεκριμένη απόλαυση επέφερε μεταβολές στα εγκεφαλικά τους δίκτυα.

Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΚΕΨΗ: “Άλλο πράγμα είναι το να φάγει τις δια να ικανοποιήση την φυσικήν ανάγκην και άλλο να φάγει δια να δοκιμάση την εκ του φαγητού ηδονήν. Ο σκοπός δια τον οποίον τρώγει τις είναι εκείνος ο οποίος δημιουργεί την αμαρτίαν.”, τονίζει ο Δωρόθεος (Γαζής). Η λαιμαργία, κατά τους Πατέρες, είναι “επιθυμία του εσθίειν για την ηδονή”, και γαστριμαργία η “ακράτεια του στόματος και της κοιλίας”. Η γαστριμαργία, όμως, δεν προέρχεται άμεσα από τις ανάγκες του σώματος, γιατί συχνά η επιθυμία υπερβαίνει την ανάγκη, ιδιαίτερα στην περίπτωση της βουλιμίας. Έτσι μπορούμε να θεωρήσουμε τη γαστριμαργία και ως ψυχικό πάθος. Ο Μάξιμος Ομολογητής την ονομάζει “εμπαθή λογισμό”, διότι “το σώμα παρεμβαίνει μόνο ως όργανο πραγμάτωσης της επιθυμίας της ψυχής” (Συμεών Νέος Θεολόγος). Κανείς των Πατέρων δεν πιστεύει ότι η τροφή είναι ακάθαρτη ώστε να οδηγεί στη θεώρηση της γαστριμαργίας ως πάθους, άλλωστε: «ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον» (Ματθ. ιε΄ 11), και «παν κτίσμα Θεού καλόν, και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστίας λαμβανόμενον» (Α' Τιμ. δ΄4). Άρα το πάθος της γαστριμαργίας δεν έγκειται στην τροφή ή στην ποιότητά της, αλλά στον τρόπο και το σκοπό της πράξης. Η τροφή δόθηκε από το Θεό στους ανθρώπους με συγκεκριμένο σκοπό. Συνιστά διαστροφή να την θέτει ο άνθρωπος στην υπηρεσία άλλων σκοπών. «Τα βρώματα δια δύο αιτίας εκτίσθη: τροφής ένεκα και θεραπείας” (Ισαάκ Σύρος). Κατά το Θεολόγο Γρηγόριο, ο άνθρωπος κάνει παρά φύση χρήση της τροφής όταν τη χρησιμοποιεί για απόλαυση και ηδονή. Έτσι ο άνθρωπος, αναζητώντας πρώτα την απόλαυση, μετακινεί την επιθυμία τροφής και ηδονής, πριν από την επιθυμία του Θεού, αποστρεφόμενος και στερούμενος της ηδονής των ανώτερων πνευματικών αγαθών. Η γαστριμαργική διάθεση είναι ειδωλολατρική, διότι οι άνθρωποι που παραδίνονται σ' αυτή έχουν «θεόν την κοιλίαν» (Φιλιπ. γ΄ 19). «Θεός μεν γαρ αισθητός η κοιλία τοις γαστροίς ούσι δούλοις», σημειώνει ο Γρηγόριος Παλαμάς. Πράγματι, μέσω αυτής της διάθεσης, ο άνθρωπος καθιστά υπαρξιακό κέντρο του, την αίσθηση της γεύσης, υποδουλώνοντας το πνεύμα του. Η τροφή γίνεται αντικείμενο σημαντικής μέριμνας και, ακραία, σχεδόν αποκλειστικής, αμελώντας αυτό που έπερεπε να απασχολεί πρωταρχικά. Ο ίδιος ο Χριστός μας δίνει το παράδειγμα της φυσιολογικής διάθεσης και στάσης, όταν ευχαριστεί τον Πατέρα πριν μοιράσει την τροφή στα πλήθη που Τον περιβάλλουν (Ματθ. ιε΄36, κ.α.). Ο Απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει ότι ο Θεός δημιούργησε τις τροφές για να λαμβάνονται «μετά ευχαριστίας» (Α' Τιμ. δ΄ 3), συμβουλεύοντας: «Είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε» (Α' Κορ. ι΄ 31). Για τον γαστρίμαργο οι τροφές αποβαίνουν γι' αυτόν “αρχή θανάτου” (Ισαάκ Σύρος), έστω κι αν πιστεύει ότι εξασφαλίζει τη ζωή του μ' αυτές. Έτσι το πάθος της γαστριμαργίας - λαιμαργίας εμφανίζεται σοβαρότερο απ' όσο φαίνεται με μια πρώτη ματιά.

   Ορισμένοι Πατέρες βλέπουν στη λαιμαργία την πηγή του προπατορικού αμαρτήματος (Ιωάννης Σιναϊτης, Κασσιανός, Ισαάκ Σύρος). Πραγματικά, τρώγοντας από τον απαγορευμένο καρπό, ο Αδάμ θέλησε ν' απολαύσει, έξω από το Θεό, το βρώμα που “συμβολίζει και αντιπροσωπεύει τον αισθητό κόσμο καθ΄ ολοκληρία” (Μάξιμος Ομολογητής). Η γαστριμαργία αποκόπτει τον ανθρώπο από την κοινωνία του με το Θεό. Η βαρύτητα του πάθους αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι είναι ένας από τους πειρασμούς που ο Διάβολος υπέβαλε στο Χριστό στην έρημο. Με την απόκρουση του πειρασμού, ο Χριστός, ως ο Νέος Αδάμ, αποκαθιστά την κοινωνία που ο πρώτος Αδάμ είχε διακόψει μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Με το λόγο «ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ' επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού» (Ματθ. δ΄ 4), απελευθερώνει την υποταγμένη στην τυραννία του πάθους ανθρωπότητα. Η γαστριμαργία αξιολογείται από τους Πατέρες ως νόσος, αφροσύνη και μανία (Θεοδώρητος Κύρου, Μάξιμος), όχι μόνο λόγω της διαθέσης που αποκαλύπτει, αλλά και εξαιτίας των πολυάριθμων παθολογικών συνεπειών. Εκτός του ότι η γαστριμαργία αποξενώνει τον άνθρωπο από τον Θεό, ταυτόχρονα θέτει σε κίνδυνο την σωματική υγεία του. Οι πατέρες παρατηρούν ότι η ασωτία στις τροφές στερεί το νου από την “ενέργεια και την οξύτητα” (Μ. Βασίλειος), τον βαραίνει, τον “βυθίζει σε κατάσταση σκότους” (Ισαάκ Σύρος), χαύνωσης, “αναισθησίας και ύπνου” (Ισαάκ Σύρος), συνέπειες που αντανακλώνται στην ψυχή καθολοκληρία. «Υπό πλήθους βρωμάτων βαρούμενον το σώμα δυσκίνητον τον νουν απεργάζεται» (Διάδοχος Φωτικής). Μια τέτοια κατάσταση δυσχεραίνει την πτήση του νου στα πνευματικά, τον “δυσκολεύει την προσευχή” γινόμενη “πρόξενος ακηδίας” (Ισαάκ Σύρος).

   ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Η γαστριμαργία – λαιμαργία φαίνεται μικρό πάθος, όμως “διά της θυρίδος” που αυτή ανοίγει, εισέρχονται στην πάσχουσα ψυχή πλήθος άλλων παθών. O Aγιος Ιωάννης της Κλίμακος προσωποποεί τη γαστριμαργία που λέει: «Υιός μου πρωτότοκος, πορνείας υπουργός· δεύτερος, σκληρότης καρδίας· o ύπνος τρίτος· θάλασσα λογισμών, κύματα μολυσμών, βυθός αγνώστων και αρρήτων ακαθαρσιών εξ εμού εκπορεύονται. Εμαί θυγατέρες οκνηρία, πολυλογία, ευτραπελία, αναισθησία, αιχμαλωσία [στα πάθη], καύχηση, θρασύτης, φιλοκοσμία, (...) και συμφοραί απροσδόκητοι, αις απελπισία, η πάντων χαλεπωτέρα».


ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: 




ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους ''Σταυροφόρους'' (12 Απριλίου 1204) +ΒΙΝΤΕΟ Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου

  Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους ''Σταυροφόρους'' (12 Απριλίου 1204) +ΒΙΝΤΕΟ  Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμ...

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ....