Ετικέτες - θέματα

1.8.25

Οι Κάβειροι από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο - συγγραφέα

 

Οι Κάβειροι

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο - συγγραφέα



ΓΕΝΙΚΑ
: Οι Κάβειροι (ΚάFειροι) ήταν θεότητες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας προερχόμενοι από προελληνική, πιθανώς πελασγική ή φοινικική θρησκεία. Λέγονταν επίσης και «Μεγάλοι θεοί». Οι θεοί αυτοί ήταν τέσσερις ή κατ΄ άλλους τρεις και ταυτίσθηκαν άλλοτε με τον Δία, την Αθηνά, την Δήμητρα και άλλοτε με τον Ήφαιστο [ως «Αξιόκερσος»], την Δήμητρα [ως «Αξίερος»] την Περσεφόνη ως «Αξιόκερσα» και τον Ερμή ως «Καδμίλο» ή «Κασμίλο». Άλλοτε παρουσιάζονταν ως γιοι και κόρες του Δία, άλλοτε του Ηφαίστου εκ της Καβείρας κλπ. Κύριο χαρακτηριστικό όμως των θεοτήτων αυτών ήταν ότι λατρεύονταν δια μυστηρίων, δηλαδή κατόπιν μύησης, στις οποίες δεν έλειπε ποτέ η Δήμητρα και ότι δεν τους προσφωνούσαν με τα ονόματά τους αλλά απλώς ως θεούς (μεγάλους, δυνατούς και ισχυρούς). Ο Στησίμβροτος από τη Θάσο, τον οποίο αναφέρει και ο Στράβων υποστήριζε ότι οι Κάβειροι προέρχονταν από το βουνό Κάβειρο της Φρυγίας όπου επίσης υπάρχει και πόλη Καβειρία και Κάβειρα στον Πόντο. Επίσης άλλοι υποστηρίζουν ότι οι δαίμονες αυτοί ήρθαν από την Φοινίκη (απ΄όπου είχε έρθει κατά μία εκδοχή ο Κάδμος). Τέλος άλλοι λένε ότι οι Κάβειροι είναι θεότητες που έρχονται από την Αίγυπτο με τον Κάδμο που έζησε πρώτα στη Μέμφιδα κι ύστερα στην Τύρο της Φοινίκης. Οι χριστιανοί συνέδεσαν το όνομα των Καβείρων [ή Κορυβάντων] με φόνους και ταφές. Λεγόταν ότι οι δύο αδελφοί Κορύβαντες σκότωσαν τον τρίτο και για να μην αποκαλυφθούν τον έθαψαν στις πλαγιές του Ολύμπου, ολόκληρο το σώμα ή μόνο το κεφάλι του που το σκέπασαν με κόκκινο πανί. Αυτός ο τρίτος αδελφός ονομαζόταν Κάβειρος και αυτόν επικαλούνταν με θυσίες αίματος οι Θεσσαλονικείς των πρώτων μ.Χ. αιώνων (Κλήμης Αλεξ. Προτρεπτικός, II, 19, 1.3.4.). Κέντρο της λατρείας των Καβείρων ήταν κυρίως η Σαμοθράκη και άλλα νησιά του βορείου Αιγαίου [Ίμβρος, Λήμνος, Θάσος] και οι Θρακικές και Μακεδονικές ακτές. Αργότερα ιερά των Καβείρων βρίσκονται και στη κυρίως Ελλάδα, όπως στη Βοιωτία. Από τους Έλληνες ποιητές πρώτος τους αναφέρει ο Πίνδαρος. Οι ήρωες του Τρωικού Πολέμου αλλά και οι Βασιλικές οικογένειες της Μακεδονίας φέρονται ως μυημένοι στα μυστήρια αυτά. Αναφορές στα ομηρικά έπη μας δείχνουν ότι ο Αγαμέμνονας και ο Οδυσσέας, ανήκαν στον κύκλο των μυημένων αυτών των μυστηρίων. Σύμφωνα με την παράδοση πατέρας των Καβείρων ήταν ο Ήφαιστος και μητέρα τους η Κάβειρα. Εκτός από θεότητες της φωτιάς, θεωρούνταν και υπόγειοι δαίμονες, επειδή ενεργούσαν απο τα βάθη της γής ως "Μεσίτες" θεοί. Ονόματα των Καβείρων που σώθηκαν: Αξιόκερσος, Αξίερος, Αξιόκερσα και Καδμίλος ή Κάδμιλος ή Κασμίλος.


ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΑ – ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ
: Ο Ήφαιστος με τη Νύμφη Καβειρώ έκαναν ένα παιδί. Τον Καδμίλο. Ο Καδμίλος [το όνομα θυμίζει τον Κάδμο, δίνοντας μεγάλες πιθανότητες στη Φοινίκη, ως τόπο προέλευσης της θρησκείας], με τη σειρά του γέννησε τρεις γιους, τους Κάβειρους. Αυτά τα υποχθόνια πνεύματα της θάλασσας, της γης και της φωτιάς, οι τότε κάτοικοι της Λήμνου τα αναπαριστούσαν με το σφυρί και τη λαβίδα του μεταλλουργού, θυμίζοντας πολύ τους Τελχίνες. Η μορφή τους κοσμούσε διάφορα καλλιτεχνήματα της εποχής. Η λέξη Κάβειρος πιθανόν να προέρχεται απ' το σημιτικό “καβιρίμ”, που σημαίνει ισχυρος, δυνατός. Το καβίρ στην αραβική γράφεται Kebir ενώ στα σανσκριτικά το Kawiras σημαίνει επίσης μεγάλος. Από την άλλη πλευρά όμως κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτό το όνομα είναι ελληνικό και φαίνεται από το ρήμα καίω (καίειν – ΚαFeiροι), εφόσον και οι Κάβειροι έχουν σχέση με τη φωτιά ως τέκνα του Ήφαιστου. Λέγονταν και Καρκίνοι, μιας και οι λαβίδες του σιδηρουργού παρέπεμπαν στα γνωστά μας καβούρια.


ΤΑ ΚΑΒΕΙΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
: Ήταν η ετήσια γιορτή προς τιμήν των Καβείρων, στο ομώνυμο ιερό τους που σήμερα βρίσκεται Β.Α. της Σαμοθράκης. Η τελετή εικάζεται πως είχε σχέση με την αναγέννηση της φύσης και τη γονιμότητα της γης. Για εννέα μέρες που διαρκούσε η γιορτή και μέχρι να φτάσει το πλοίο με την “ιερή φλόγα” από τη Δήλο, οι φωτιές και οι εστίες παρέμεναν σβηστές σε όλο το νησί. Με την υποδοχή του φωτός η ζωή επανερχόταν αμέσως στον κανονικό της ρυθμό. Οι μη μυημένοι απαγορευόταν να προσεγγίσουν στο ιερό των Καβείρων και η ανυπακοή τιμωρούνταν με θάνατο. Λέγεται πως η Ολυμπία, η μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ήταν μία εκ των διασημότερων μυστών των Καβείριων μυστηρίων. Κατά τον Ηρόδοτο οι Πελασγοί ίδρυσαν τα Καβείρια. Ο ίδιος ο μεγάλος ιστορικός, όπως και ο βασιλιάς της Σπάρτης Λύσανδρος είχαν μυηθεί στα μυστήρια της Σαμοθράκης. Η διαφορά από τα άλλα μεγάλα κέντρα Μυστηρίων της Ελλάδος ήταν η μεγάλη εμβέλεια που είχαν αλλά και το ότι σ΄ αυτά μπορούσαν να συμμετέχουν άνθρωποι χωρίς διάκριση φυλής, κοινωνικής τάξης και φύλου. Και αυτά τα Μυστήρια αποτελούνταν από διάφορους βαθμούς μύησης και διαιρούνταν σε Μικρά και Μεγάλα Μυστήρια. Έχουμε κι εδώ τη λατρεία της Μεγάλης Θεάς [Αξίερος] που συσχετιζόταν με ιερούς βράχους πάνω στους οποίους γίνονταν προσφορές ή θυσίες. Αργότερα οι Έλληνες ταύτισαν την Αξίερο με τη Δήμητρα. Την έλεγαν επίσης Ηλέκτρα ή Αλέκτρα, Οδηγήτρια (Αλέκ σημαίνει προστάτης και στη δωρική διάλεκτο έχει σχέση με το φως, όπως την ίδια ρίζα έχει και το όνομα του Αλέξανδρου). Ο αντίστοιχος αρσενικός θεός ήταν ο Κάδμιλος που αργότερα κι αυτός ταυτίστηκε με τον Ερμή.

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ - ΕΞΑΠΛΩΣΗ: Ο Κάδμιλος σε μία στήλη κρατά το κηρύκειο όπου μέσα υπάρχουν δύο μεγάλα φίδια που συμβόλιζαν τα δύο κοσμικά πνεύματα τους Καβείρους που τους αναπαριστούσαν σαν δύο δίδυμους αδελφούς, ιθυφαλλικούς και γυμνούς. Οι Έλληνες τους ταύτισαν με τους Διόσκουρους, τους Δίδυμους γιους του Δία τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη. Οι δύο αρχικές θεότητες είχαν κυρίως χθόνιο χαρακτήρα. Η μία είναι ο θεός του κάτω κόσμου και η άλλη η σύζυγός του που οι Έλληνες αργότερα ταύτισαν με τον Άδη [Πλούτωνα] και την Περσεφόνη. Στην προελληνική γλώσσα λέγονται Αξιόκερσος και Αξιόκερσα. Οι χαρακτήρες όμως των Καβείρων αλλά και ο αριθμός τους είναι διαφορετικοί από τόπο σε τόπο. Έτσι, στη Λήμνο και στη Μακεδονία λατρευόταν μία τριάδα, ενώ στη Θήβα ένα ζευγάρι αρσενικών θεών, ο Κάβειρος κι ο Παις. Τα ονόματά τους όμως οι πιστοί δεν τα πρόφεραν, αλλά απλώς τους ονόμαζαν «Άνακτες», όπως στην Ελευσίνα οι «Θεοί». Το δε πρόθεμα «άξιος» σήμαινε «άγιος». Η μεγαλύτερη εξάπλωση αυτών των Μυστηρίων άρχισε τον 3ο π.Χ αι., εξαιτίας της εύνοιας που επέδειξαν προς τα μυστήρια αυτά οι Μακεδόνες βασιλείς. Στην Όλυνθο της Χαλκιδικής βρέθηκε επιγραφή που υποδηλώνει συντελεί ότι εκεί υπήρχε ναός των Καβείρων. Επίσης νομίσματα της Θεσσαλονίκης έφεραν την επιγραφή ΚΑΒΕΙΡΟΣ, ενώ άλλα ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΝ ΚΑΒΕΙΡΟΙ. Ακόμη στη Θεσσαλονίκη γίνονταν γιορτές και αγώνες με τα ονόματα Καβείρια Πύθια και Καβείρια επινίκια.


Η ΜΥΗΣΗ ΚΑΙ Η ΤΕΛΕΤΕΣ
: Ο Θέωνας ο Σμυρναίος συγγραφέας του 2ου μ.Χ αι. υποστηρίζει πως η μύηση στα Καβείρια αποτελούνταν από πέντε μέρη που είναι τα εξής: Καθαρμός, Παράδοση της τελετής, Εποπτεία Ανάδεση στεφάνων και τέλος Τελειοποίηση και ευδαιμονία! Η λειτουργία των Καβειρίων άρχιζε με την δοκιμασία της προηγούμενης διαγωγής τους. Η εξομολόγηση ήταν υποχρεωτική καθαρίζοντας ψυχικά τους υποψήφιους. Κατά τη μύηση έβαζαν τον υποψήφιο πάνω σε θρόνο, γι΄ αυτό και η μύηση ονομαζόταν θρονισμός. Στο κεφάλι του μυούμενου έβαζαν στεφάνι ελιάς και γύρω από την κοιλιά μία κόκκινη λωρίδα [θυμίζει λίγο... ελευθεροτέκτονες!] που θα τον προφύλαγε(;) από κάθε κίνδυνο. Μετά ακολουθούσε ο ιερός χορός, όπου οι μυημένοι χόρευαν γύρω του. Στο ιερατείο των Καβειρίων υπήρχαν οι εξής: Ο Κόης ή Κοίης που ήταν ο εξομολογητής ιερέας, οι Ανακτοτελεστές που αποφάσιζαν ποιοι απ΄ αυτούς που προσέρχονταν ήταν άξιοι να μυηθούν και η Λουτροφόρος που ήταν ιέρεια που ήταν υπεύθυνη για τους καθαρμούς των υποψηφίων. Οι μυήσεις γίνονταν σε ορισμένη εποχή του χρόνου και διαρκούσαν 9 ημέρες. Σ' αυτή τη χρονική διάρκεια έσβηναν όλα τα φώτα στο νησί και πένθος απλωνόταν σε όλο το νησί. Νηστεία και θρήνος ήταν οι εκδηλώσεις του πένθους μέχρι να έρθει το καινούριο φως από το ιερό νησί της Δήλου. Το φως το έφερναν με πλοίο. Αν το πλοίο ερχόταν νωρίτερα περιφερόταν ανοιχτά του νησιού. Όταν έφτανε η στιγμή, το πλοίο έμπαινε στο λιμάνι, οι άνθρωποι έπαιρναν το φως πιστεύοντας ότι έτσι καθαρμένοι από κάθε κακό έμπαιναν σε καινούρια ζωή, αναγεννιόντουσαν κάνοντας μια νέα αρχή. Στη συμβολική τέλεση των μυστηρίων έχουμε την θυσία και ανάσταση του Καδμίλου ο οποίος αργότερα νυμφεύεται τη χαμένη Κόρη. Αναστημένος πια ο Καδμίλος τελεί τον ιερό γάμο που είναι και το μεγάλο μυστήριο. Σε ετρουσκικά αγγεία τη θυσία του Καδμίλου την κάνουν αδέλφια του οι Κάβειροι και στην ανάσταση που την κάνει ο Ερμής παρευρίσκονται μόνο τα αδέλφια του. Στα Καβείρια θάβεται το αρσενικό όπως σε όλα τα μυστήρια της Μέσης Ανατολής ενώ στην Ελευσίνα θάβεται η Περσεφόνη. Στα Καβείρια ο θνήσκων θεός είναι αρσενικός που συμβολίζει τον σπόρο που πεθαίνει σαπίζοντας για να δώσει νέα ζωή. Τα Καβείρια Μυστήρια, κατά τον Διόδωρο το Σικελιώτη, στην λειτουργία τους είχαν σκοπό την ηθικοποίηση των ανθρώπων: «.οι μυούμενοι γίνονταν ευσεβέστεροι, δικαιότεροι και κατά πάντον καλύτεροι». Επίσης σε αυτά γίνονταν και διδασκαλίες για τη γέννηση του κόσμου και του ανθρώπου. Δηλαδή πέρα από τη λατρεία τους και τη θρησκευτική τους υπόσταση είχαν και τον χαρακτήρα της κοινωνικής αρετής όπως άλλωστε όλα τα μυστήρια (είτε ήταν μικρά ή τοπικά είτε ήταν μεγάλα) της αρχαίας Ελλάδας [αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές απ' αυτές τις “ιερές πρακτικές” τις ακολουθούν ακόμη και σήμερα διάφορα νεο παγανιστικά – ειδωλολατρικά ρεύματα αλλά και αποκρυφιστικοί - “φιλοσοφικοί” όμιλοι και “στοές”!!].

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com 

Σημ. Οι εικόνες είναι από το ιερό των Καβείρων στη Σαμοθράκη






Ο Πατούχας του Ιω. Κονδυλάκη Ηχοβιβλίο- AUDIOBOOK Διαβάζει ο Κωνσταντίνος Οικονόμου

 Ο Πατούχας του Ιω. Κονδυλάκη

 Ηχοβιβλίο- AUDIOBOOK

Διαβάζει ο Κωνσταντίνος Οικονόμου


Η υπόθεση διαδραματίζεται στη Βιάννο Ηρακλείου, γενέτειρα του συγγραφέα, στα μέσα του 19ου αιώνα στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, εποχή κατά την οποία οι Χριστιανοί είχαν αποκτήσει κάποιες ελευθερίες αλλά παρόλο που δεν ήταν «οι προ του 21 ραγιάδες, είχον ακόμη το συναίσθημα του θέσει υποδεέστερου» και ο βαθύς πόθος τους ήταν να αναγκάσουν το συντομότερο τους Τούρκους «να φύγουν στην Κόκκινη Μηλιά».
Το έργο παρουσιάζει με τρόπο γλαφυρό και χιουμοριστικό την ιστορία του Πατούχα, ενός πρωτόγονου και γεμάτου αυθορμητισμό εφήβου, την ξαφνική εισβολή του στη μικρή αλλά ζωντανή κοινωνία του χωριού του, τον εξαιρετικά ιδιότυπο χαρακτήρα του, τα ερωτικά του σκιρτήματα και τις περιπέτειες της προσαρμογής του, με τον έρωτα να αποτελεί την κινητήρια δύναμη της ένταξής του στην κοινωνία. Το ηθογραφικό πλαίσιο προσφέρει πλούσια λαογραφικά στοιχεία και λεπτομέρειες της αγροτικής ζωής στην Κρήτη. Συγχρόνως, η διεισδυτικότητα των ψυχολογικών παρατηρήσεων προσδίδει στο έργο τις διαστάσεις ψυχογραφήματος και το κατατάσσει στα κλασικά έργα της Νεοελληνικής λογοτεχνίας. Το έργο είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα, την οποία ο συγγραφέας συνδυάζει με κρητικούς ιδιωματισμούς και λαϊκές εκφράσεις στους διαλόγους. Οι χαρακτήρες Ο Μανώλης Σαϊτονικολής, ο επονομασθείς Πατούχας, και άλλοι χαρακτήρες του έργου ήταν γνώριμοι του Κονδυλάκη από όταν ήταν παιδί. Όπως αναφέρει στο διήγημά του Αλέστα! που αναφέρεται στα γεγονότα της Κρητικής Επανάστασης του 1866, δημοσιευμένο το 1895 στην «Εστία», ο συγγραφέας ζει την εξέγερση στο χωριό του, στη Βιάννο, και ανάμεσα σ’ αυτούς που πρωτοστατούν εναντίον των Τούρκων διακρίνεται και ο Μανώλης. Πρόκειται δηλαδή για πρόσωπο υπαρκτό το οποίο ο συγγραφέας, βασισμένος στις αναμνήσεις του και σε διηγήσεις, το προβάλλει σε διαφορετικές συνθήκες, προσθέτοντάς του χαρακτηριστικά που το κάνουν να έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Υπόθεση

Ο 18χρονος Μανώλης Σαϊτονικολής «επαρουσιάσθη έξαφνα μίαν Κυριακήν του 1863» στο χωριό του, προς μεγάλη χαρά των γονιών του, ύστερα από πολυετή παραμονή στα βουνά όπου δούλευε βοσκός στη στάνη του πατέρα του, μακριά από τους ανθρώπους, με μοναδική παρέα τα ζώα και μερικούς άλλους ημιάγριους βοσκούς. Στο χωριό κατέβαινε αραιότατα και μόνον κατόπιν παρακλήσεων της μητέρας του για να εκκλησιασθεί και να μεταλάβει, αλλά έφευγε αμέσως μόλις τελείωνε η λειτουργία. Ο λόγος αυτής της απομάκρυνσης από την κοινωνία και της ανθρωποφοβίας του προήλθε από τον φόβο του για το σχολείο, όπου είχε για δάσκαλο «έναν καλόγηρον, όστις προ ολίγου είχεν ανοίξει σχολείον, όπου έδιδε περισσοτέρους ραβδισμούς παρά μαθήματα». Έτσι, παρά τις παρακλήσεις και απειλές του πατέρα του, που επιθυμούσε να τον μορφώσει, κατέφυγε στα βουνά για να σωθεί από τις συνεχείς τιμωρίες, το ξύλο, ακόμη και τη φάλαγγα που εφάρμοζε ο δάσκαλος. Σαν αποτέλεσμα, ανέπτυξε αντικοινωνική συμπεριφορά: «Άμα ευρίσκεται μεταξύ ανθρώπων, τάχανε κέκανε σαν αγριότραγος που κυττάζει από πού να φύγει». [Πηγή: Βικιπαίδεια]

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΤΟ AUDIOBOOK:


ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ο αστερισμός Βοώτης + ΒΙΝΤΕΟ Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου – συγγραφέα

  Ο αστερισμός Βοώτης + ΒΙΝΤΕΟ Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου – συγγραφέα   ΓΕΝΙΚΑ: Ο Βοώτης [Λατινικά: Bootes, συντομογ. ...

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ....