Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγιολόγιο Φεβρουαρίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγιολόγιο Φεβρουαρίου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

9.2.25

Η Αγία Κυράννα, η Νύμφη Κυρίου [28.2. 1751] +ΒΙΝΤΕΟ Κων/νος Οικονόμου

 

Η Αγία Κυράννα, η Νύμφη Κυρίου [28.2. 1751] +ΒΙΝΤΕΟ

Κων/νος Οικονόμου




Kυράννα παθών, και βασάνων κυρία,
Φανείσ’ απήλθε προς Kύριον Kυρίων”.

ΚΑΤΑΓΩΓΗ – ΑΓΝΟΤΗΣ ΒΙΟΥ: Η Αγία Κυράννα γεννήθηκε στην Αβυσσώκα της Θεσσαλονίκης, σημερινή Όσσα της επαρχίας Λαγκαδά. Η εξωτερική της ωραιότητα, αφού ήταν προικισμένη με τις αρετές της σεμνότητας και της σωφροσύνης, έδενε αρμονικά με την εξωτερική της εμφάνιση. Περνούσε τη ζωή της ζώντας πιστή χριστιανική ζωή κοντά στους γονείς της. Ο μισόκαλος όμως διάβολος τη φθόνησε για την αγνότητα της και αφού δεν μπόρεσε με πονηρούς λογισμούς και σκέψεις να την παρασύρει στο κακό, βρήκε άλλο τρόπο να ταράξει την ευτυχία των δικών της και τη γαλήνη της ψυχής της.

ΕΡΩΤΑΣ” ΟΘΩΜΑΝΟΥ: Έτσι ένας τούρκος γενίτσαρος, που ήταν σούμπασης, δηλαδή διοικητής του τοπικού αστυνομικού τμήματος και εισπράκτορας των φόρων, ερωτεύθηκε την Κυράννα και προσπαθούσε να την κατακτήσει με διάφορες κολακείες και τεχνάσματα. Η Κυράννα με κανένα τρόπο δε δεχόταν τις κολακείες του τούρκου και τις υποσχέσεις του για πλούτη και απολαύσεις. Ούτε όμως και στις φοβέρες του έδινε σημασία. Κι αυτό γιατί μετά τις κολακείες ο Οθωμανός αυτός χρησιμοποιούσε και τις απειλές, ότι θα την βασάνιζε σκληρά και στο τέλος θα την θανάτωνε αν δε δεχόταν το σκοπό του. Η επιμονή του γενίτσαρου δεν μπορούσε όμως να μεταβάλει το Χριστιανικό της φρόνημα.




ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ - ΣΥΛΛΗΨΗ: Έτσι απογοητευμένος ο γενίτσαρος μαζί με άλλους του συναφιού του άρπαξαν την αγία και την οδήγησαν στη Θεσσαλονίκη. Την έφεραν μπροστά στον Κριτή με την ψευδή κατηγορία ότι στην αρχή δέχθηκε να τον παντρευτεί και να αλλαξοπιστήσει, αλλά αργότερα άλλαξε γνώμη. Οι γονείς της την ακολούθησαν μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Οι τούρκοι άρχισαν την ίδια τακτική, στην αρχή κολακείες, και μετά αγριότητα. Η Κυράννα άφοβη, ατάραχη μπροστά τους δε μιλούσε. Όταν ήρθε η ώρα της απολογίας της είπε μόνο τα λόγια: “Εγώ είμαι Χριστιανή και έχω νυμφίο τον Κύριό μου Ιησού Χριστό, στον οποίον προσφέρω ως προίκα την παρθενία μου. Αυτόν πόθησα και ποθώ εκ νεότητός μου και για την αγάπη του είμαι έτοιμη να χύσω και το αίμα μου, δια να αξιωθώ να τον απολαύσω. Ακούσατε λοιπόν την απάντησή μου και πλέον άλλον λόγο μη περιμένετε να σας πω”. Ύστερα από την απάντηση αυτή έσκυψε η Κυράννα με σεμνότητα το κεφάλι της σιώπησε και προσευχόταν νοερά στον Κύριο να την ενδυναμώσει μέχρι το τέλος του αναμενόμενου μαρτυρίου.


ΦΥΛΑΚΗ ΚΑΙ ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΙ: Οι Οθωμανοί, όταν είδαν την πίστη της στο Χριστό, ντροπιάστηκαν και την έριξαν στη φυλακή. Ο σούμπασης, έλαβε άδεια από τον μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, τον Αλή εφέντη, να μπαίνει στη φυλακή όποτε ήθελε. Έμπαινε τακτικά με άλλους γενίτσαρους και την βασάνιζαν. Άλλος την κλωτσούσε, άλλος τη χτυπούσε με ξύλο ή με μαχαίρι και άλλος με γροθιές μέχρι λιποθυμίας. Το βράδυ, έπαιρνε σειρά ο δεσμοφύλακας, ο οποίος την κρεμούσε από τις μασχάλες με αλυσίδες και την έδερνε ανηλεώς, ενώ εν συνεχεία την άφηνε κρεμασμένη μέσα στο χειμωνιάτικο κρύο. Ένας Χριστιανός φύλακας τον πλησίαζε μόλις περνούσε το μένος του και τον παρακαλούσε να του δώσει άδεια να ξεκρεμάσει την Αγία. Ο βιογράφος της Αγίας γράφει ακόμη ότι: “Η Αγία είχε τόσην υπομονήν, ησυχίαν και σιωπήν, όπου σου εφαίνετο ότι άλλη πάσχει και όχι εκείνη και όλος ο νους της και η προσοχή της, ευρίσκετο εις τους Ουρανούς και εις τον Χριστόν”. Στην ίδια φυλακή ήταν φυλακισμένοι και άλλοι Χριστιανοί, εβραίοι και μερικές τουρκάλες που έλεγχαν το δεσμοφύλακα ως άσπλαχνο και ως άνθρωπο που δε φοβάται το Θεό, γιατί τυραννούσε σκληρά μια γυναίκα που δεν έσφαλε σε τίποτε. Αυτός όμως γινόταν όλο και πιο σκληρός. Τα φρικτά αυτά βασανιστήρια συνεχίστηκαν επί μία εβδομάδα.



Ο ΕΝ ΒΑΣΑΝΟΙΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ: Την έβδομη ημέρα κορυφώθηκαν τα βασανιστήρια. Ο δεσμοφύλακας οργισμένος άρπαξε την Αγία, την κρέμασε και άρχισε να την χτυπάει αλύπητα με μια μεγάλη σανίδα. Οι τουρκάλες φώναζαν, οι άλλοι φυλακισμένοι τον μάλωναν δυνατά, μέχρι που ο δεσμοφύλακας έπεσε κάτω μπρούμυτα και άρχισε να κλαίει. Εκείνη τη στιγμή, όμως, η Αγία άφηνε την τελευταία της πνοή και η ψυχή της πέταξε για να ενωθεί με το Νυμφίο Χριστό που τόσο ποθούσε και για Χάρη Του μαρτύρησε. Λίγο πριν τα ξημερώματα, ένα λαμπρό φως έλαμψε ξαφνικά στη φυλακή που κατέβηκε σαν αστραπή από τη σκεπή της. Το φως αυτό περιέλουσε το σώμα της μάρτυρος και φωτίστηκε όλη η φυλακή. Οι φυλακισμένοι Χριστιανοί φώναζαν “Κύριε ελέησον”, οι εβραίοι πέσαν μπρούμυτα ενώ οι τουρκάλες φώναζαν: “αχ, αχ, το κρίμα της φτωχής Ρωμιάς μας έφθασε και έπεσε σαν αστραπή να μας κάψει”. Ο δεσμοφύλακας από το φόβο του άρχισε να τρέμει και είπε σε έναν άλλο φύλακα, Χριστιανό, να κατεβάσει την κρεμασμένη Κυράννα. Ο φύλακας βρήκε την Αγία Κυράννα τελειωμένη.

Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ: Το φως σιγά-σιγά υποχώρησε, ενώ μια άρρητη ευωδία έμεινε για πολλή ώρα σε όλη τη φυλακή. Ο φύλακας άνοιξε με τα κλειδιά τα σίδερα, έλυσε τα χέρια της Αγίας, σκέπασε με σεβασμό το άγιο λείψανό της, άναψε τα φώτα, θύμιασε και κάθησε κοντά της, ώσπου να ξημερώσει. Δόξασε το Θεό που τον αξίωσε να δει τέτοια θαυμαστά πράγματα αλλά και να αγγίξει και να περιποιηθεί μαρτυρικό λείψανο. Το πρωί διαδόθηκε σε όλη τη Θεσσαλονίκη η φήμη της τελείωσης της Αγίας και η έλλαμψη του Αγίου Φωτός. Οι Οθωμανοί ντροπιασμένοι σιωπούσαν. Όμως, έδωσαν την άδεια στους Χριστιανούς να πάρουν το Λείψανο της Αγίας και οι Χριστιανοί ένιωθαν χαρά και ευφροσύνη για τα θαυμάσια του Κυρίου. Την έθαψαν έξω από τη Θεσσαλονίκη, εκεί όπου ενταφίαζαν και τους άλλους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ενώ τα φορέματά της τα μοίρασαν για ευλογία στους πιστούς. Ήταν η 28η Φεβρουαρίου 1751 μ.Χ.



Απολυτίκιο: Χαίρε Όσσης ο γόνος και θείον βλάστημα, Παρθενομάρτυς Κυράννα Νύμφη Χριστού του Θεού, η αθλήσασα στερρώς υστέροις έτεσι, και καθελούσα τον εχθρόν, καρτερία σταθερά. Και νυν απαύστως δυσώπει, υπέρ των πίστει τιμώντων, την μακαρίαν σου άθλησιν”. Κοντάκιο [Ἦχος β΄]: “Παρθενομάρτυς Κυράννα, νύμφη Χριστοῦ ἀληθῶς καλλιπάρθενε, τοὺς τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ προστρέχοντας, παντοίων νόσων καὶ θλίψεων λύτρωσαι, καὶ δίδου ἡμῖν χαρὰν ἄληκτον”. Κάθισμα [Ἦχος β΄]:Πρεσβείᾳ τῇ σῇ, προστρέχουσα ἑκάστοτε, Κυράννα σεμνή, λαμβάνει τὰ αἰτήματα, Ὄσσα ἡ σὲ βλαστήσασα, καὶ βοᾷ σοι ἀεὶ μετὰ πίστεως· ἐκ συμφορῶν με ἐν βίῳ πικρῶν, ἀπήμαντον Μάρτυς διαφύλαττε”.


ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ: 



Ο Άγιος Νεομάρτυρας Ιωάννης ο Κάλφας1 26.2.1575 + ΒΙΝΤΕΟ Κων/νος Αθ. Οικονόμου

 

Ο Άγιος Νεομάρτυρας Ιωάννης ο Κάλφας1 26.2.1575 + ΒΙΝΤΕΟ

Κων/νος Αθ. Οικονόμου



Πληγάς αριθμείν μη Iωάννη θέλε,
Σκηνάς δε μάλλον, ας έχει ένδον πόλος”.


ΚΑΤΑΓΩΓΗ – ΕΡΓΑΣΙΑ: Ο Ιωάννης ήταν ένας τεχνίτης της πέτρας, ειδικός στα σκαλίσματα, από το Γαλατά της Πόλης. Συχνά εργαζόταν στο σαράι του σουλτάνου, αλλά και πολλοί αγάδες τον έπαιρναν και έκτιζε τα ακριβά σπίτια τους.

ΜΙΑ ΧΑΡΗ ΣΕ ΕΝΑ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΠΑΙΔΑ: Ως χαρακτήρας ο Ιωάννης ήταν ταπεινός και ελεήμων. Ορφανά πάντρευε, φυλακισμένους ελευθέρωνε και κατά τον Άγιο Νικόδημο, πολλές άλλες καλοσύνες έκανε. Κάποτε ένας αγάς του έδωσε ένα παιδί, τον ανηψιό του, που είχε έρθει από τις ανατολικές επαρχίες, για να του μάθει την τέχνη του σκαλίσματος. Μπαινοβγαίνοντας όμως το παιδί με τον Ιωάννη συχνά στο παλάτι, είδε εκεί τα παιδιά, τα λεγόμενα από αυτούς “ιτζ ογλάν”, πως ήταν σε μεγάλη υπόληψη και περνούσαν ευχάριστα και διασκεδαστικά, χωρίς να τους λείπει τίποτε, και θέλησε και αυτό να συμπεριληφθεί σ’ αυτά. Γι’ αυτό πήγε στο θείο του εκείνον και του λέει: “Σε παρακαλώ, να με βάλεις στο σαράι του βασιλιά”. Τότε ο Αγάς παρακάλεσε τον Ιωάννη και διά μέσου αυτού το έβαλε στο βασιλικό σαράι. Και σε λίγο καιρό ανέβηκε σε αξίωμα το παιδί, αγαπούσε όμως και τον Ιωάννη τον μάστορά του πάρα πολύ. Διότι αυτός έγινε η αιτία και έλαβε το αξίωμα.

Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΕΡΙ ΙΣΛΑΜ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΥ: Μετά από αρκετά χρόνια, μία ημέρα λέει στον Ιωάννη: “Επειδή ξέρεις γράμματα, σε παρακαλώ, να μου πεις πώς μπορείς να βρεις στα βιβλία σας γραμμένα τα σχετικά με τον δικό μας προφήτη, για τον οποίο ο Θεός εποίησε τον κόσμο και όλα τα άλλα”. Όμως, ο Ιωάννης του είπε αποθαρρυντικά: “Σε παρακαλώ, γι’ αυτά μη με πειράξεις, μόνο αν έχεις άλλα λόγια, λέγε μου. Τα σχετικά με την πίστη, μη μου τα ρωτάς”. Όμως, ο νεαρός επέμενε: “Μα το ψωμί του Βασιλιά που τρώω και μα την στερεά αγάπη, που έχουμε, δε θα σου κάνω κακό και μη φοβηθείς να μου πεις”. Ο Ιωάννης δείχνοντας εμπιστοσύνη στους όρκους του και στη φιλία που είχαν, αποκρίθηκε και κατά το βιογράφο του Ιωάννη, τον Νικόδημο τον Αγιορείτη, του είπε: “Επειδή με ρωτάς, θα σου πω την αλήθεια· Ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός ενώ ο Μωάμεθ, στον οποίο πιστεύετε εσείς, ήταν άνθρωπος θνητός, αγράμματος, και στον κόσμο τούτο δεν έκαμε κανένα καλό έργο, αλλά ούτε κανένα θαύμα έκανε τότε που ζούσε, σαν τους άλλους προφήτες του Θεού, τους οποίους έχουμε εμείς οι Χριστιανοί, μόνο εσείς τον κάνατε μεγάλο και τον έχετε για προφήτη. Δεν ήταν εκείνος προφήτης, αλλά πολέμιος του Θεού, και με τα μυθολογήματα και τα παραμύθια του, φάνηκε αρεστός στον απλό και απαίδευτο λαό και τον ακολούθησαν, όπως είχε προφητευθεί για κείνον, ότι θα έλθει να πλανέψει τον κόσμο”.

ΔΙΩΞΕΙΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΕΣ: Μόλις τα άκουσε αυτά ο ευεργετηθείς από τον Ιωάννη νέος, μετέβαλε τη φιλία σε έχθρα. Οπότε, φωνάζοντας και άλλους Μωαμεθανούς, τον έδειραν ανελέητα και τον πήγαν στο δικαστή κατηγορώντας τον ότι βλασφήμησε εναντίον της πίστεώς τους. Και ο δικαστής όρισε και τον έδειραν δυνατά, έπειτα τον φυλάκισαν και τον βασάνιζαν, για να αρνηθεί το Χριστό και να πιστέψει στην πίστη τους. Ο Ιωάννης όμως στάθηκε ανδρείος, σαν γενναίος στρατιώτης του Χριστού και τους λέει: “Δεν αρνούμαι εγώ τον γλυκύτατό μου Ιησού Χριστό. Αλλά αυτόν πιστεύω, αυτόν λατρεύω, αυτόν ομολογώ τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο”.

ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΤΕΡΓΑ ΣΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Βλέποντας οι “γιοι της Άγαρ” το αμετάθετο της γνώμης του, τον έβαλαν στα κάτεργα στέλνοντάς τον στην Μαύρη θάλασσα. Έξι μήνες αργότερα, όταν διατάχθηκε να τον φέρουν πίσω στην Πόλη, τον έβαλαν πάλι στη φυλακή και τον βασάνιζαν επί τρεις μήνες. Όταν είδαν πως δεν μπορούν να τον κάνουν να αλλαξοπιστήσει, ούτε καν να τον ταρακουνήσουν από την πίστη του Χριστού, το είπαν στον Βεζίρη και ο Βεζίρης πρόσταξε τον έπαρχο και τον πήγε στον τόπο της καταδίκης. Εκεί στο “εργάτ παζάρι2”, κοντά στο μπεζεστένι τον αποκεφάλισαν. Ήταν η 26η Φεβρουαρίου του 1575, ημέρα Κυριακή. Έτσι ο Ιωάννης ο Κάλφας έλαβε του Μαρτυρίου το στέφανο και χαίρεται τώρα στον χορό των Μαρτύρων, δίπλα στον Κύριο και Σωτήρα Ιησού Χριστού, εκεί ψηλά στις Σκηνές των Δικαίων της Θριαμβεύουσας Εκκλησίας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ: Γράφει ο βιογράφος των Νεομαρτύρων, Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης3, ότι το μαρτύριο του Ιωάννου με “συντομία και ορθότητα το έγραψε ο παπά Ανδρέας και μέγας οικονόμος, που ήταν τότε στην Βλάγκα, στο ναό των οσίων και θεοφόρων πατέρων μας Θεοδώρου και Θεοφάνους των Γραπτών και αυταδέλφων”. Αυτός ο ίδιος ο παπα-Ανδρέας μετέδωσε την Αγία Κοινωνία, μέσα στο δεσμωτήριο στον Μάρτυρα, λίγο πριν το ταξίδι του στους Ουρανούς. Με του Ιωάννου τις πρεσβείες ας αξιωθούμε και εμείς αυτής της ουρανίου Βασιλείας. Αμήν.

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: 


1. Κάλφας, στην τουρκική γλώσσα σημαίνει στην κυριολεξία το μαθητευόμενο τεχνίτη [οικοδόμο, ράφτη, τεχνίτη, κ.ά.]

2. Το λεγόμενο και Δημοπρατήριο.

3. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής τ. Γ΄, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄» Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος, σ. 405-407.

Ο Άγιος Ρηγίνος επίσκοπος Σκοπέλου (25/2/362) Κων/νος Αθ. Οικονόμου

 

Ο Άγιος Ρηγίνος επίσκοπος Σκοπέλου (25/2/362)

Κων/νος Αθ. Οικονόμου




ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ: Ο Άγιος, που γεννήθηκε στο τέλος του 3ου μ.Χ. αιώνα, καταγόταν από τη Λιβαδειά και ήταν από τη νεότητά του πιστός Χριστιανός, ασκητικός στους τρόπους και ζούσε καθαρή και αγνή ζωή. Ήταν συγγενής του Αγίου Αχιλλίου και βρέθηκε, ως παρατηρητής, καθόσον δεν είχε ακόμα χειροτονηθεί, στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια). Έζησε την εποχή που βασίλευσαν οι δύο υιοί του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο Κωνστάντιος στην Ανατολή και ο Κώνστας στη Δύση. Ο Κωνστάντιος είχε αποδεχθεί τις αιρετικές αρχές του Αρειανισμού, ενώ ο Κώνστας παρέμεινε πιστός στις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Και οι δύο είχαν ως κοινά χαρακτηριστικά της θρησκευτικής τους πολιτικής την καταπολέμηση των ειδώλων και την υπεράσπιση της ενότητας της Εκκλησίας. Αυτή η πολιτική είχε ως συνέπεια τη διεύρυνση της εκκλησιαστικής διάσπασης μεταξύ οπαδών και αντιπάλων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Οι παρεμβάσεις στα εκκλησιαστικά πράγματα υπήρξαν πηγή εντάσεως στις αρειανικές έριδες του 4ου αιώνα. Έτσι ο Αγιος απεστάλη στη Σκόπελο από τον Άγιο Αχίλλιο (Επίσκοπο Λαρίσης), για να ενισχύσει τους εκεί εξορίστους εχθρούς του αρειανιστή Κωνστάντιου και να τους στερεώσει στην ορθόδοξη πίστη.

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ: Αργότερα χειροτονήθηκε επίσκοπος Σκοπέλου, πράγμα που προξένησε πάνδημη χαρά στο νησί. Υπό τη νέα του αρχιερατική ιδιότητα συμμετείχε στη Σύνοδο της Σαρδικής1 (Σόφια) το 347, μαζί με άλλους τριακόσιους αρχιερείς. Η Σύνοδος καταδίκασε επισκόπους υπερασπιστές των κακοδοξιών του Αρείου, που συμμερίζονταν την άποψη ότι ο Ιησούς ήταν ετεροούσιος από τον Πατέρα, και επαναδιατύπωσε το Σύμβολο της Νικαίας («Πιστεύω»). Ο συναξαριστής μας βεβαιώνει για τον καθοριστικό ρόλο της ομιλίας του Αγίου που κατάφερε με πειστικά επιχειρήματα να νικήσει κατά κράτος τα σοφίσματα των αιρετικών.

Ο ΝΕΟΣ ΕΧΘΡΟΣ - ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Στα κατοπινά χρόνια της ποιμαντορίας του Ρηγίνου εμφανίστηκε ένας χειρότερος πειρασμός. Στο θρόνο της Αυτοκρατορίας ανήλθε ο νεοειδωλολάτρης Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-3), που προσπάθησε να επαναφέρει τη λατρεία του δωδεκαθέου, χτυπώντας το Χριστιανισμό, κλυδωνίζοντας πάλι την Εκκλησία του Χριστού. Στη διάρκεια του διωγμού που ακολούθησε, ο έπαρχος της Ελλάδας έφτασε στη Σκόπελο και άρχισε να φονεύει, βασανίζοντας σκληρά, πολλούς Χριστιανούς. Συνέλαβε και τον Αγιο επίσκοπο του νησιού και προσπάθησε αρχικά με κολακείες και υποσχέσεις να τον πείσει να θυσιάσει στα είδωλα, έστω προς το θεαθήναι. Επειδή ο Ρηγίνος αρνήθηκε θαρραλέα, στρατιώτες διατάχθηκαν να τον οδηγήσουν στο χώρο του σταδίου του νησιού όπου ο τύραννος επιχείρησε με άγρια βασανιστήρια, να τον μεταπείσει. Ο έπαρχος, βλέποντας τον Άγιο να μένει στέρεος στην πίστη του και τον πιστό λαό της Σκοπέλου να ενισχύεται από το παράδειγμα του ποιμένα του, διέταξε να το οδηγήσουν στο παλιό γεφύρι της Χώρας Σκοπέλου διατάσσοντας τον αποκεφαλισμό του. Έτσι την 25η Φεβρουαρίου του 362 ο Ρηγίνος αναχώρησε για τις “ουράνιες μονές”. Οι πιστοί Σκοπελίτες, την ίδια νύχτα, παρέλαβαν το τίμιο σκήνωμα του Αγίου Επισκόπου τους και το ενταφίασαν μέσα στο δάσος του υπερκείμενου λόφου. Δίπλα από τον τάφο του, ανήγειραν το 1728 μοναστήρι προς τιμήν του Αγίου στον ίδιο λόφο, έξω από τη Χώρα του νησιού (2,5 χιλμ. Ν.Α. της πόλης), στο δρόμο προς τον Αγνώντα, πάνω σε ερείπια βυζαντινού Ναού, ενώ στο σημείο που μαρτύρησε κτίστηκε αργότερα εικονοστάσι για να θυμίζει τα κατορθώματά του (οι ντόπιοι αποκαλούν την περιοχή “Αϊ Ρηγινάκης”).

Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ: Το 1068 ο Νορμανδός Γουλιέλμος της Σικελίας, άρπαξε και μετέφερε το άγιο λείψανο του Ρηγίνου στην Κύπρο. Πολύ αργότερα, το 1740, στάλθηκε από τη Γερουσία της Σκοπέλου στην Κύπρο ο Κων/νος Χατζής και πήρε από τους Κυπρίους τμήματα του λειψάνου, που εν συνεχεία αποθησαυρίστηκαν στην Μονή Τιμίου Προδρόμου της Σκοπέλου. Μετά τη διάλυση του μοναστηριού, τα λείψανα μεταφέρθηκαν στη Μητρόπολη (Ι. Ν. Χριστού Γεννήσεως).


«Χαίροις, της Σκοπέλου λαμπρός πυρσός,

χαίροις, εκκλησίας ωραιότης και στολισμός,

χαίροις ορθοδόξων δογμάτων μυροθήκη,

Ρηγίνε θεοφόρε, πίστεως καύχημα»


1. Κων. Α. Οικονόμου, Η Λάρισα και η θεσσ. Ιστορία, τ. γ΄(Λειμωνάριο Θεσσαλών Αγίων), Λάρισα 2008.

O Αγιος Ιερομάρτυς Πολύκαρπος (23.2) Κωνσταντίνος Οικονόμου

 

O Άγιος Ιερομάρτυς Πολύκαρπος (23.2)

Κωνσταντίνος Οικονόμου





Ο ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: Ο Άγιος Πολύκαρπος γεννήθηκε γύρω στο 80 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς, τον Παγκράτιο και τη Θεοδώρα, που είχαν φυλακιστεί για την πίστη του Χριστού. Ο Άγιος βαπτίσθηκε Χριστιανός σε νεαρή ηλικία. Υπήρξε, μαζί με τον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Αργότερα, ο Άγιος Βουκόλος, Επίσκοπος Σμύρνης, μαζί με Αποστόλους χειροτόνησαν ως διάδοχό του πρώτου στον επισκοπικό θρόνο, τον Άγιο Πολύκαρπο. Ο Άγιος παρακολούθησε με αγωνία και προσευχή τη σύλληψη του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, τον οποίο και επισκέφθηκε στη διάρκεια της αιχμαλωσίας του, ενώ του συμπαραστάθηκε στα μαρτύριά του. Η αγάπη του προς τον θεοφόρο Πατέρα μαρτυρείται και από την Επιστολή που έγραψε προς τους Φιλιππησίους. Σε αυτή συγχαίρει τους Φιλιππησίους για την φιλοξενία, που παρείχαν στον Άγιο Ιγνάτιο, όταν αυτός διήλθε από την πόλη τους. Η επιστολή διακρίνεται για τον αποστολικό, θεολογικό και ποιμαντικό χαρακτήρα της. Ο Άγιος Πολύκαρπος, διακρινόταν για την σωφροσύνη, τη θεολογική κατάρτιση και την αφοσίωση στη διδασκαλία του Ευαγγελίου,. Ήταν γνήσιος εκπρόσωπος της αποστολικής διδασκαλίας σε όλες τις Εκκλησίες της Ασίας1. Ο μαθητής του, Άγιος Ειρηναίος, μας πληροφορεί ότι ο Πολύκαρπος μετέστρεψε πολλούς από τις αιρέσεις του Βαλεντίνου και του Μαρκίωνος που τότε είχαν σχηματιστεί.

ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Ο Άγιος Πολύκαρπος, υπέργηρος πλέον, συνέχισε την επιτυχή αποστολική δράση, προκαλώντας τη μήνι των ειδωλολατρών. Όλα άρχισαν όταν κάποιος Κόιντος, ζηλωτής Χριστιανός, που ήλθε στη Σμύρνη από τη Φρυγία, παρακίνησε ομάδα Φιλαδελφέων Χριστιανών να προσέλθουν στον ανθύπατο Στάτιο Κοδράτο, για να δηλώσουν σε αυτόν την ιδιότητά τους και την πίστη τους στον Χριστό, πράγμα το οποίο φυσικά προοιώνιζε θάνατο. Τελικά, η επιδίωξη τους πραγματοποιήθηκε και μαρτύρησαν όλοι, εκτός από τον ίδιο τον Κόιντο, που δειλιάζοντας την τελευταία στιγμή, θυσίασε στα είδωλα. Ο όχλος, αν και θαύμασε την γενναιότητα των Μαρτύρων, απαιτούσε να εκτελεσθούν οι «άθεοι» και να αναζητηθεί ο Άγιος Πολύκαρπος, θεωρούμενος από την οργισμένη μάζα των ειδωλολατρών αίτιος της αύξησης του χριστεπώνυμου πληρώματος στην περιοχή. Ο Άγιος Επίσκοπος όμως, πιεζόμενος από τους Χριστιανούς, είχε αναχωρήσει σε κάποιο αγρόκτημα. Εντέλει ο Άγιος συνελήφθη λίγο αργότερα, το έτος 168, επί Μάρκου Αυρηλίου, και οδηγήθηκε στον ανθύπατο. Ο γηραιός Επίσκοπος δεν ταράχθηκε. Το πρόσωπό του ήταν γαλήνιο και λαμπερό. Κάποιος φρουρός, ονόματι Ηρώδης, και ο πατέρας εκείνου Νικήτας προσπάθησαν να πείσουν τον Άγιο να αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος όμως, με πνευματική ανδρεία απάντησε ότι υπηρετεί τον Χριστό επί 86 έτη χωρίς καθόλου να Τον εγκαταλείψει. Πως μπορούσε λοιπόν τώρα να Τον βλασφημήσει και να Τον αρνηθεί; Ο ανθύπατος τότε διέταξε να τον ρίξουν στην φωτιά.

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ: Ο Γέρων Πολύκαρπος αποδύθηκε μόνος τα ιμάτιά του και περίμενε προσευχόμενος λέγοντας: «Κύριε, ο Θεὸς ο Παντοκράτωρ,(...) ευλογώ Σε, ότι ηξίωσας με της ἡμέρας και ώρας ταύτης του λαβείν με μέρος εν αριθμώ των μαρτύρων Σου, εν τω ποτηρίω του Χριστού Σου, εις ανάστασιν ζωής αιωνίου, ψυχης τε και σώματος, εν αφθαρσία Πνεύματος Αγίου, εν οις προσδεχθείην ενώπιόν Σου σήμερον εν θυσία πίονι και προσδεκτή, καθὼς προητοίμασας και προσεφανέρωσας και επλήρωσας ο αψευδὴς και αληθινὸς Θεός. Διὰ τούτο και περὶ πάντων αινώ Σε, ευλογώ Σε, δοξάζω Σε, συν τω αιωνίω και επουρανίω Ιησού Χριστό».

Η φωτιά σχημάτισε γύρω από το σώμα του Αγίου Πολυκάρπου καμάρα χωρίς να τον αγγίζει. Τότε στρατιώτης εκτελεστής τελείωσε τον Άγιο Μάρτυρα διά του ξίφους. Έπειτα το Ιερό λείψανο ρίχτηκε στην φωτιά, ενώ κάποιο θαρραλέοι πιστοί συνέλεξαν τμήματα των λειψάνων.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ: Από το έργο του σώζεται η Επιστολή προς Φιλιππησίους, ενώ στον 2ο μ.Χ. αιώνα ανάγεται το “Μαρτύριον Πολυκάρπου”, ένα από τα αρχαιότερα κείμενα της Εκκλησιαστικής Γραμματείας, που γράφηκε από τον Γάιο, μαθητή του Αγίου. Το “Μαρτύριον” αυτό που είναι ουσιαστικά μια επιστολή της Εκκλησίας της Σμύρνης προς την Εκκλησία Φιλομηλίου της Φρυγίας, συμπεριλαμβάνεται και στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου Καισαρείας.











1. Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία, 4, 14, 3.

6.2.25

Ο αγιορείτης Άγιος Νικήτας [Αρβανίτης] ο Ηπειρώτης νέος Ιερομάρτυρας [19.2.1806] + ΒΙΝΤΕΟ από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου

 Ο αγιορείτης Άγιος Νικήτας [Αρβανίτης] ο Ηπειρώτης νέος Ιερομάρτυρας [19.2.1806] + ΒΙΝΤΕΟ

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου





Ο ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΗΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ: Ο Άγιος Νικήτας καταγόταν από τη σκλάβα Βόρειο Ήπειρο, όπου και γεννήθηκε κοντά στο 1760. Η αγάπη του προς το Χριστό ήταν τόσο μεγάλη, ώστε άφησε τα εγκόσμια και πήγε στο “Περιβόλι της Παναγίας”, στο Άγιον Όρος, και συγκεκριμένα στη Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου εκάρη το αγγελικό σχήμα του μοναχού. Με τη χάρη του Θεού, λίγα χρόνια αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και τέλος έλαβε το αξίωμα της ιεροσύνης στην Ιερά Μονή Παντελεήμονος.

ΚΗΡΥΤΤΟΝΤΑΣ ΛΟΓΟ ΘΕΟΥ: Μετά από πολλή προσευχή και με τις ευχές των Πατέρων της Σκήτης, ξεκίνησε για τον μεγάλο αγώνα να βοηθήσει τους σκλαβωμένους αδελφούς των Σερρών και της Δράμας, να μείνουν σταθεροί στην πίστη προς τον αληθινό Θεό. Βλέποντας οι Τούρκοι στο πρόσωπό του τον μεγάλο αντίπαλο ενάντια στην εξάπλωση του εξισλαμισμού, τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν στην φυλακή των Σερρών με την κατηγορία ότι κηρύττοντας τον Χριστό σαν αληθινό Θεό και το Μωαμεθανισμό σαν λαθεμένη θρησκεία, χαρακτήριζε τον ιδρυτή της, Μωάμεθ, πλάνο.

ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Στη σκοτεινή φυλακή των Σερρών υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια, όπως όσφρηση φωτιάς από τη μύτη, ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι, καλαμένιες ακίδες στα νύχια του και το πιο βασανιστικό: κάψιμο στα απόκρυφα μέλη του. Ο Νικήτας όμως, με θαυμαστή σταθερότητα, συνεχώς ομολογούσε την πίστη του στο Χριστό. Τελικά, στις 19 Φεβρουαρίου 1806 μ.Χ., τον κρέμασαν και έτσι δέχτηκε το στεφάνι της αφθαρσίας. Η μνήμη του τιμάται την ημέρα του θανάτου του.

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΤΟ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΔΩ: 










Η Αγία Φιλοθέη (19.2.1589) από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου

 

Η Αγία Φιλοθέη (19.2.1589)

από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου




Η ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ ΜΟΝΑΧΗ: Η Φιλοθέη ήταν κόρη του Αθηναίου λογίου Αγγέλου Μπενιζέλου. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1522 και το βαπτιστικό της όνομα ήταν Ρηγούλα. Μετά από επιμονή των γονέων της νυμφεύτηκε ένα αρχοντόπουλο της αθηναϊκής οικογένειας των Χειλάδων (1536). Όμως ο σύζυγός της πέθανε τρία έτη αργότερα. Έτσι η Αγία, χωρίς οικογενειακά βάρη, επιδόθηκε σε πλήρη αγαθοεργιών ασκητκό βίο. Όταν μάλιστα πέθαναν και οι γονείς της, η Ρηγούλα μετέτρεψε ένα γειτονικό της ναϊσκο (Α. Ανδρέα) σε Μοναστήρι στο οποίο κληροδότησε το μεγαλύτερο τμήμα της περιουσίας της. Η ίδια εκάρη μοναχή παίρνοντας το όνομα Φιλοθέη. Εν συνεχεία εισήλθε πρώτη στη μονή, ως ηγουμένη, ακολουθούμενη από υπηρέτριές της.

ΙΔΡΥΜΑΤΑ “ΟΑΣΕΙΣ” ΣΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ: Μέσα στο μοναστήρι ίδρυσε και βιοτεχνικό εργαστήριο στο οποίο παρακολουθούσαν μαθήματα ή εργάζονταν πλήθος κοριτσιών της Αθήνας. Εν συνεχεία ίδρυσε έναν Παρθενώνα στον οποίο προσέλκυσε πλήθος ευσεβών κοριτσιών, καθιστώντας έτσι το ίδρυμα κέντρο πνευματικής προστασίας και φιλοξενίας. Με την πάροδο του χρόνου το μοναστήρι και τα ιδρύματα πλούτισαν από τις προσφορές των ευσεβών και έτσι η Φιλοθέη μπόρεσε να ιδρύσει σχολεία και παραρτήματα του Παρθενώνα. Μάλιστα η Μονή και τα εξαρτημένα απ' αυτή ιδρύματα λειτούργησαν σαν κυματοθραύστες στο κύμα του εξισλαμισμού που είχαν εξαπολύσει οι Οθωμανοί κατά τον πρώτο αιώνα της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα. Ακόμη, η Φιλοθέη εκτός του ότι παρείχε στις μονάστριες αλλά και στις κοπέλες εργασία στα εργαστήρια, ασκούσε παράλληλα άοκνα τη φιλανθρωπία, καθιστάμενη προστάτιδα των φτωχών και των γερόντων.

ΜΑΡΤΥΡΙΟ - ΚΟΙΜΗΣΗ: Οι Οθωμανικές αρχές της Αθήνας βλέποντας ότι η Φιλοθέη με την πίστη της και τον τρόπο ζωής της ενέπνεε του ραγιάδες, έδωσαν εντολή να συλληφθεί και να οδηγηθεί στη φυλακή, όπου υπέφερε τα πάνδεινα. Χάρις σε συντονισμένες προσπάθειες της Δημογεροντίας των χριστιανών της Αθήνας, όμως, η Φιλοθέη απελευθερώθηκε. Σύντομα, στις 2 Οκτωβρίου του 1588, συνελήφθη εκ νέου κατά τη διάρκεια μιας αγρυπνίας που τελούνταν στη Μονή επί τη εορτή του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου. Οι Τούρκοι που την συνέλαβαν τις προξένησαν σοβαρές πληγές με ραβδισμούς και μαστιγώσεις, καθιστώντας την μισοπεθαμένη. Έπειτα απ' αυτό οι συμμονάστριές της την παρέλαβαν και την οδήγησαν στο μετόχι της Μονής στην Καλογρέζα, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται ο Ι. Ναός της Α. Φιλοθέης. Εκεί τελικά δεν κατόρθωσε ποτέ να συνέλθει από τους βασανισμούς και παρέδωσε το πνεύμα της την 19η Φεβρουαρίου του 1589. Την επόμενη μόλις δεκαετία έγινε η ανακήρυξη τη; αγιότητάς της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επί δεύτερης πατριαρχίας Ματθαίου Β΄(1595-1600).

 


“ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ” ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ: Το άγιο λείψανο της Φιλοθέης φυλάσσεται μέσα στο ιερό βήμα του Μητροπολιτικού Ναού των Αθηνών εντός λάρνακας. Κάθε έτος, την παραμονή της εορτής, ένα μέλος της οικογένειας Μπενιζέλου ανοίγει τη λάρνακα για να προσκυνήσουν οι πιστοί. Προς τιμή της Αγίας ονομάστηκε η οδός που οδηγεί στο κτίριο της Αρχιεπισκοπής, καθΏς και μια ολόκληρη συνοικία (Νέα Φιλοθέη). Η γειτονική συνοικία του Ψυχικού, αξίζει να αναφέρουμε, ονομάστηκε έτσι εξαιτίας της αναψυχής που πρόσφερε στους περιπατητές ένα πηγάδι στην περιοχή, το οποίο διάνοιξε με δικές της δαπάνες η Αγία Φιλοθέη. Κάθε χρόνο, ανήμερα της εορτής της Αγίας, πλήθη πιστών συρρέουν στη βραχώδη κρύπτη της περιοχής της Φιλοθέης, όπου ασκήτεψε αυτή η μεγάλη εργάτιδα της ελληνοχριστιανικής ιδέας.

Απολυτίκιο: “Αθηναίων η πόλις η περιώνυμος Φιλοθέην τιμά την οσιομάρτυρα και ασπάζεται αυτής το θείον λείψανον, ότι εβίωσε σεμνώς και μετήλλαξε το ζην αθλήσει και μαρτυρίω, και πρεσβεύει προς τον Σωτήρα, διδόναι πάσι το θείον έλεος.




Βιβλιογραφία: Νικοδήμος Αγιορείτης, Συναξαριστής τ. Ε΄, σ. 141.

Ε. Βούλγαρις, Η προς Πέτρον Κλαίρκιον επιστολιμαία διατριβή.

Κ. Σάθα, Νεοελληνική Φιλολογία, σ. 193.

Κ. Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Γ΄, σ.606.

Δ. Καμπούρογλου, “Φιλοθέη Βενιζέλου”, εφημ. Ακρόπολις, 1911 (σε συνέχειες).

Δ. Καμπούρογλου, Μνημεία της Ιστορίας των Αθηνών, Α΄ 1891, Σ. 145-165.

Χρυσ. Παπαδοπουλος, Η Εκκλησία των Αθηνών, Αθήναι 1928, σ. 52-54.

Ο νεομάρτυρας Θεόδωρος ο εν Μυτιλήνη [ο Βυζάντιος] 17.2.1795 από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου

 

Ο νεομάρτυρας Θεόδωρος ο εν Μυτιλήνη [ο Βυζάντιος] 17.2.1795

από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου





ΚΑΤΑΓΩΓΗ-ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ: Ο Θεόδωρος γεννήθηκε το 1774 στο Νεοχώρι της Ανατ. Θράκης, κοντά στην Κωνσταντινούπολη, εξ ου και το επώνυμο «Βυζάντιος». Οι γονείς του ονομάζονταν Αναστάσιος και Σμαραγδή, ενώ είχε άλλα δυο αδέρφια, τον Αντώνιο και τον Γεώργιο, τον μετέπειτα μητροπολίτη Αδριανουπόλεως, Γρηγόριο.

ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ-ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ: Ο Θεόδωρος από πολύ νέος μαθήτευσε ζωγράφος στο πλευρό ενός χριστιανού ζωγράφου που εργαζόταν στα ανάκτορα του σουλτάνου. Εκεί επηρεάστηκε από κάποιους συνομηλίκους του και παρασύρθηκε γινόμενος εξωμότης [Μωαμεθανός δηλαδή].

ΜΕΤΑΝΟΙΑ-ΚΑΤΑΦΥΓΗ ΣΤΟΥΣ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ: Τρία χρόνια αργότερα, όταν μια επιδημία πανώλης θέριζε τον πληθυσμό της Πόλης, μεταμελήθηκε και επιχείρησε να φύγει κρυφά, δραπετεύοντας από τα ανάκτορα πηδώντας τον ψηλό τοίχο. Αλλά έγινε αντιληπτός και έκτοτε τελούσε υπό την προσοχή των φρουρών. Όμως, ο Θεόδωρος είχε πια πάρει την απόφασή του. Με τη βοήθεια ενός φίλου του, που ήταν βοηθός σε γουναράδικο, προμηθεύτηκε ναυτικά ρούχα και προσποιούμενος ότι μεταφέρει σταμνιά βγήκε από την πύλη χωρίς να τον αναγνωρίσουν οι φρουροί. Πήγε στην παραλία και με πλοιάριο μετέβη στο σπίτι κάποιας θείας του. Εκεί, μετά από λίγες ημέρες, εξομολογήθηκε σε κάποιον ιερέα και έλαβε ξανά το χρίσμα με το άγιο μύρο ''σβήνοντας'' από πάνω του το λεκέ της εξομωσίας. Ύστερα απ΄όλα αυτά, μεταμφιεσμένος και κρυφά από τους Οθωμανούς που τον καταζητούσαν, δραπέτευσε στη Χίο, όπου βρήκε καταφύγιο σε ένα μοναστήρι στα βόρεια του νησιού κοντά στο Βροντάδο. Εκεί γνωρίστηκε με τον πρώην επίσκοπο Κορίνθου Μακάριο Νοταρά και το μοναχό Νεόφυτο, τους αποκαλούμενους «κολλυβάδες», ζηλωτές της Ορθοδοξίας.



ΣΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Έχοντας τύψεις για την αρνησιθρησκία του αποφάσισε να μεταβεί στη γειτονική Λέσβο και να ομολογήσει στις τουρκικές αρχές ότι ξανάγινε Χριστιανός. Αφού κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, ντύθηκε με τούρκικα ρούχα και έχοντας πλήρη επίγνωση του τι τον περιμένει, αποχαιρέτησε με δάκρυα το Νεόφυτο που τον είχε συνοδεύσει ως τη Μυτιλήνη. Παρουσιάστηκε στον κριτή της πόλης και αποκήρυξε τον μουσουλμανισμό πετώντας από πάνω του τα ρούχα και το οθωμανικό σαρίκι. Αμέσως συνελήφθη από τους Τούρκους. Προσπάθησαν αρχικά να τον δωροδοκήσουν, αλλά μάταια. Βασανίστηκε έπειτα φρικτά, αλλά εκείνος έμεινε πιστός στην απόφασή του. Τελικά απαγχονίστηκε, παίρνοντας τον ουράνιο στέφανο, στις 17 Φεβρουαρίου του 1795.

ΤΟ ΑΓΙΟ ΛΕΙΨΑΝΟ: Το άγιο λείψανο του έμεινε κατά διαταγή των Τούρκων τρεις ημέρες κρεμασμένο στην αγχόνη. Κατόπιν με άδεια των τουρκικών άρχων το παρέλαβαν πρόκριτοι Μυτιληναίοι και το έθαψαν στο προαύλιο της Παναγίας Χρυσομαλλούσης. Έπειτα από τρία χρόνια, όταν θέλησαν να κάμουν την ανακομιδή των λειψάνων του, είδαν με έκπληξη και θαυμασμό ότι το σώμα είχε διατηρηθεί ακέραιο. Το παρέλαβαν τότε με πολλή ευλάβεια και το έκρυψαν στην κρύπτη του Μητροπολιτικού ναού, όπου βρισκότανε μέχρι το 1832. Ο νεομάρτυρας Θεόδωρος ο Βυζάντιος είναι πολιούχος της Μυτιλήνης και στην πόλη αυτή φυλάσσεται το λείψανό του. Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Φεβρουαρίου, ενώ η ανακομιδή των λειψάνων του την Κυριακή του Παραλύτου.



ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ

1. Τω Θεώ ώσπερ δώρον φερωνύμως, Θεόδωρε, δι’ αθλήσεως πόνων προσηνέχθης πολύτιμον, και άμωμον θύμα και δεκτή, παμμάκαρ, εγένου προσφορά• όθεν πόθω συνελθόντες, τους σους αγώνας εν ύμνοις γεραίρομεν
και δόξαν προσάγομεν Θεώ τω θαυμαστώς σε ενισχύσαντι κατ’ έχθρων δρωμένων και αοράτων, πολύαθλε.

2. Το πάντιμον λείψανον του Θεοδώρου, πιστοί, ενδόξως τιμήσωμεν ως θησαυρών τιμαλφή, και πάντες βοήσωμεν: Σώσον εκ των κινδύνων τους πιστώς σε υμνούντας, ως πότε σύ ερρύσω εκ πανώλους την πόλιν και πάντας περιφρούρησον ταις ικεσίαις σου.


ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΠΙΔΗΜΙΑΣ ΠΑΝΩΛΗΣ: Όπως βλέπουμε από τα την υπογραμμισμένη φράση του δεύτερου απολυτίκιου, ο Άγιος έσωσε την Μυτιλήνη από επιδημία πανούκλας. Πράγματι, το έτος 1832 μάστιζε φοβερή θανατηφόρος αρρώστια, η πανώλη, τον πληθυσμό της Μυτιλήνης. Οι θάνατοι κάθε μέρα γινότανε και περισσότεροι. Οι κάτοικοι, αλλά και οι αρχές της πόλης, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να σκορπιστούν στους γύρω λόφους ελπίζοντας ότι έτσι θα αποφύγουν τη μετάδοση της αρρώστιας. Όλα τα μέτρα όμως που έπαιρναν, ήταν ανίσχυρα να σταματήσουν την αρρώστια και το θάνατο. Η οθωμανική κυβέρνηση έστειλε συνεργεία γιατρών από την Κωνσταντινούπολη και φάρμακα, που πάλι δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.
Αλλά ό,τι δεν κατόρθωσαν οι ανθρώπινες προσπάθειες, το έκαμε η χάρη του Θεού με τις προσευχές του άγιου Θεοδώρου. Σ’ αυτές τις κρίσιμες μέρες και μάλιστα τη νύχτα της Παρασκευής της α΄ εβδομάδας των Νηστειών, φανερώθηκε ο άγιος στον τότε Πρωτοσύγκελλο Καλλίνικο, τον μετέπειτα Μητροπολίτη Μυτιλήνης και αργότερα οικουμενικό Πατριάρχη, και του παρήγγελε να πεί στο Μητροπολίτη να μαζέψει τους χριστιανούς από τις εξοχές, όπου είχαν καταφύγει, να κάνουν αγρυπνία στο Μητροπολιτικό ναό, να βγάλουν δε και το λείψανο του από την κρύπτη του ναού. Ο Πρωτοσύγκελλος δεν έδωσε σημασία στο όνειρο, αλλά μετά από μια εβδομάδα, και πάλι νύκτα της Παρασκευής, βλέπει το ίδιο όνειρο ζωηρότερα, και αυστηρότερο τον άγιο. Αμέσως τότε έτρεξε και ανακοίνωσε στο Μητροπολίτη την εντολή του αγίου. Ο Μητροπολίτης αμέσως συνάντησε τον Τούρκο Διοικητή και του ζήτησε την άδεια να επιτρέψει να ειδοποιήσει με κάθε μέσο τους χριστιανούς, να έλθουν στο ναό και να παρακαλέσουν όλοι τον Θεό. Οι Τούρκοι γιατροί, που ήρθαν απ’ την Κωνσταντινούπολη, αντέδρασαν. Δεν ήθελαν να γίνει συγκέντρωση από φόβο να μη μεταδοθεί η αρρώστια περισσότερο. Όμως ο Διοικητής βλέποντας ότι ο κόσμος πέθαινε, παρ’ όλα τα μέτρα που είχαν πάρει οι γιατροί, έστω και αν είχαν απομακρυνθεί από τα σπίτια τους οι κάτοικοι, έδωκε την άδεια για συγκέντρωση και αγρυπνία. Όλοι οι χριστιανοί με πίστη και ελπίδα έτρεξαν στο ναό, που γέμισε μέσα, έξω και τους γύρω δρόμους. Έκλαψαν, παρακάλεσαν το Θεό, και ζήτησαν και τη βοήθεια του αγίου, που έμαθαν ότι φανερώθηκε με όνειρο στον Πρωτοσύγκελλο. Ακολούθησε αγρυπνία. Τις πρώτες πρωινές ώρες ο Μητροπολίτης και ο Πρωτοσύγκελλος κατέβηκαν στην κρύπτη του ναού, έβγαλαν με ευλάβεια το λείψανο του Αγίου Θεοδώρου και έκαμαν μια σύντομη λιτανεία γύρω στο ναό. Από εκείνη την ώρα δεν πέθανε κανείς Χριστιανός ή Τούρκος από την πανούκλα. Η πόλη ονόμασε τον άγιο Θεόδωρο «Πολιούχο», δηλαδή προστάτη της πόλεως και του νησιού. Τούρκοι και Έλληνες με κάθε τρόπο ομολογούσαν το θαύμα και φανέρωναν την ευγνωμοσύνη τους στο Θεό και τον προστάτη άγιο. Από τότε (1832) το σεπτό λείψανο του αγίου δεν το ξανάβαλαν στην κρύπτη του ναού, αλλά το τοποθέτησαν φανερά, ακόμη και στα μάτια των Τούρκων, στη θέση του Μητροπολιτικού ναού, που βρίσκεται σήμερα και αποτελεί, όπως λέγει και το απολυτίκιο του αγίου, «θησαυρόν τιμαλφή» για τον τόπο μας.

Βιβλιογραφία: ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ (Ο ΒΥΖΑΝΤΙΟΣ) - ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ, Γ. Π. ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, τ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

5.2.25

Όσιος Άνθιμος ο Βαγιάνος ο εν Χίω 15.2 από Κωνσταντίνος Οικονόμου

 

Όσιος Άνθιμος ο Βαγιάνος ο εν Χίω 15.2

Κωνσταντίνος Οικονόμου




Ο Όσιος Άνθιμος, κατά κόσμο Αργύριος Κ. Βαγιάνος, γεννήθηκε την 1η Ιουλίου 1869 μ.Χ. στην περιοχή του Αγίου Λουκά Λιβαδίων Χίου. Οι ευσεβείς και ενάρετοι γονείς του, Κωνσταντίνος και Αργυρώ, φρόντισαν να του δώσουν Χριστιανική αγωγή. Και ο νεαρός Αργύριος έχοντας πνεύμα σοφίας, ήταν προορισμένος από τον Θεό να αναδειχθεί σκεύος εκλογής Του και να γίνει μέγας παιδαγωγός εις Χριστόν. Γράμματα δεν έμαθε πολλά. Περιορίσθηκε στις απλές γνώσεις του δημοτικού σχολείου. Έτσι χωρίς την θύραθεν παιδεία, αλλά με ευφυΐα και διεισδυτικότητα στις θείες αναζητήσεις του, έχοντας μάλιστα έντονη την επιθυμία για βίο πνευματικό, προχωρούσε αταλάντευτα στην κατά Χριστόν ενάρετη ζωή.


ΣΤΟ ΜΟΝΑΧΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ: Ο θείος έρωτας τον οδηγεί στην απάρνηση της τύρβης του κόσμου και στη μοναχική πολιτεία, όπου και τελικά έλαμψαν οι αρετές του. Αφορμή για να ακολουθήσει την μοναχική οδό υπήρξε η επίσκεψή του στη Σκήτη των Αγίων Πατέρων της Χίου για την επισκευή ιδιόκτητης εικόνας της Παναγίας. Με αυτή την εικόνα έκτοτε συνέδεσε άρρηκτα ολόκληρη την ζωή του. Η Θεοτόκος έγινε για εκείνον πηγή ανεξάντλητης δύναμης στους μετέπειτα σκληρούς αγώνες του, αλλά και πηγή αναψύξεως και παραμυθίας. Οδηγός του στον ασκητικό βίο υπήρξε ο σεβάσμιος Γέροντας της Σκήτης Παχώμιος, από τον οποίο εκάρη μικρόσχημος μοναχός και μετονομάσθηκε Άνθιμος. Στο κελί του αυτό με αδιάλειπτη προσευχή και μελέτη του βίου των μεγάλων ασκητών έπαιρνε δύναμη, αλλά προκαλούσε και τη δαιμονιώδη λύσσα των δαιμόνων. Ο Όσιος αγωνιζόταν σκληρά και αποτελεσματικά, διεξήγαγε πολυμέτωπους αλλά νικηφόρους αγώνες κατά του πονηρού με την πύρινη προσευχή και καθημερινά ανερχόταν την ευλογημένη κλίμακα των αρετών και της αγιότητας. Σε ηλικία 40 ετών, το έτος 1909, εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός από τον διάδοχο του Παχωμίου, Ιερομόναχο Ανδρόνικο.



ΣΤΟ ΑΞΙΩΜΑ ΤΗΣ ΙΕΡΟΣΥΝΗΣ: Ο ενάρετος όμως ασκητής Άνθιμος ήταν σκεύος εκλογής και έτοιμος για το αξίωμα της ιεροσύνης. Καλείται λοιπόν στο Αδραμύττιο της Μικράς Ασίας από τον ανάδοχό του Στέφανο Διοματάρη την επόμενη χρονιά για τον σκοπό αυτό. Η χειροτονία του Αγίου δεν ήταν κάτι το συνηθισμένο. Στην περίπτωσή του είχαμε θεία συγκατάθεση που απεκάλυψαν οι θεοσημίες στη διάρκεια της χειροτονίας. Σεισμός, αστραπές, βροντές, κατακλυσμιαία βροχή συμβαίνουν την ιερή εκείνη ώρα. Τα κανδήλια του ναού κινούνται, ενώ ένα από αυτά καταπίπτει. Μετά δε τη χειροτονία επικρατεί γαλήνη, ηρεμία, χαρά Θεού. Όσο καιρό παρέμενε στο Αδραμύττιο, ακτινοβολούσε εκθαμβωτικά με την αρετή και την αγιότητά του. Κατόρθωσε μάλιστα εκεί να θεραπεύσει δαιμονιζόμενο της περιοχής, κάτι που δεν κατόρθωσαν οι συλλειτουργοί του. Αυτή λοιπόν η πνευματική του ακτινοβολία προκάλεσε το πάθος της αντιζηλίας των συλλειτουργών του.

ΣΤΟΝ ΑΘΩΝΑ: Εκείνος θέλοντας να τους ελευθερώσει από το πάθος αυτό, εγκατέλειψε το Αδραμύττιο το 1911 και μετέβη στο Άγιον Όρος, όπου τον υποδέχτηκαν περιχαρείς οι Αγιορείτες μοναχοί. Υποτάσσεται εκεί στον Γέροντα Παχώμιο και με τις αδιάλειπτες προσευχές και νηστείες και με τους σκληρούς αγώνες του αναδεικνύεται, μεγάλος στην άσκηση και την αρετή. Με την σωματική και πνευματική του όμως αυτή άσκηση εξαντλήθηκε και ασθένησε. Τότε με την ευλογία του Παχωμίου επιστρέφει στο σπίτι του, όπου εγκαθίσταται για ανάρρωση.



ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ: Όμως ο Όσιος Άνθιμος δεν εγκατέλειψε την άσκηση. Μόλις αποκαταστάθηκε μερικώς η υγεία του αποσύρθηκε σε μικρό απομονωμένο κελί μέσα στα πατρικά του κτήματα, στα Λιβάδια της Χίου, συνεχίζοντας τους πνευματικούς του αγώνες. Εκεί μόναζε ασκώντας ταυτοχρόνως και την τέχνη του υποδηματοποιού, για να βοηθά τους φτωχούς γονείς του και να ελεεί του πάσχοντες.


ΙΕΡΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΛΕΠΡΟΚΟΜΕΙΟ: Όταν επέστρεψε στη χώρα της Χίου, τοποθετήθηκε ως εφημέριος στο Λεπροκομείο. Εκεί άνοιξε το νέο στάδιο των αρετών και της αγαθοεργού δράσης του. Η εικόνα της Παναγίας Υπαπαντής επικεντρώνει την όλη του ευεργετική δράση. Η Υπεραγία Θεοτόκος, με την προσευχή του Αγίου Ανθίμου, επιτελεί αναρίθμητα θαύματα θεραπείας ασθενών πολλών πιστών. Το ίδρυμα αυτό με τους δυστυχείς λεπρούς καθίσταται έτσι πνευματικό κέντρο σωματικής και πνευματικής υγείας. Η όλη διακονία του στο Λεπροκομείο καταδεικνύει τη βαθύτατη πίστη του και την πολύτιμη προσφορά του. Εδώ φαίνεται και το μεγαλείο του Αγίου. Ο Άγιος Άνθιμος ως εφημέριος του ναού συμπαρευρισκόταν, συνέτρωγε και συνομιλούσε με τους λεπρούς, τους κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων και μετά τη Θεία Λειτουργία κατέλυε! [Με το Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας, καθαγιάζεται ο πιστός και υγιαίνει, δεν νοσεί, όπως πιστεύουν πολλοί, δυστυχώς, πιστοί και διαδίδουν με κάθε τρόπο ορισμένα ΜΜΕ, με πρόσχημα τον COVID!].



ΚΤΗΤΩΡ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ: Τότε μέσα σε εκείνη την αγιάζουσα ατμόσφαιρα οραματίστηκε την ίδρυση Μονής, για να στεγάσει πρόσφυγες καλόγριες προερχόμενες από την Μικρά Ασία. Έτσι και έγινε: Υψώνει τον μεγαλοπρεπή Ιερό Παρθενώνα της Παναγίας Βοηθείας Χίου. Από τότε εγκαταστάθηκε στη Μονή αφοσιωμένος στην Παναγία και εκεί με την ασκητική του ζωή, το πλήθος των αρετών, την αγιότητά του και τη μεσιτεία της Θεοτόκου έλαμψε σαν αστέρας, ενώ ποίμαινε με στοργή και αγάπη το ποίμνιό του, ενίσχυε και παρηγορούσε με τον γλυκύ και απλό του λόγο και θεράπευε ασθενείς που κατέφευγαν κοντά του.

ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΑΝΩ ΜΟΝΕΣ: Μέσα σε αυτή τη διά βίου διακονία, ώριμος πλέον, πλήρης ημερών, σε ηλικία 90 ετών, με οσιότητα που θύμιζε τους μεγάλους ασκητές της ερήμου, τέλεσε την τελευταία Θεία Λειτουργία την 27η Ιανουαρίου 1960 μ.Χ. και λίγες ημέρες μετά κοιμήθηκε με ειρήνη.



Απολυτίκιον:Ἦχος γ'. Νέον στήριγμα Ὀρθοδοξίας, νεοκόσμητον ἄνθος ἁγνείας, Νικομηδείας Ἀνθίμου συνώνυμος τῶν ἀρετῶν τε ἐκείνου ὁμότροπος, νέων Ὁσίων σφραγίς, καί ἀγλάισμα, Πάτερ Ἄνθιμε, τῆς Χίου πάσης τό καύχημα, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθε ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.

4.2.25

Ο Άγιος Γεώργιος ο Παϊζάνος ο Νεομάρτυρας 14.2 εκ Μυτιλήνης ΑΠΟ Κων/νος Οικονόμου

 

Ο Άγιος Γεώργιος ο Παϊζάνος ο Νεομάρτυρας 14.2 εκ Μυτιλήνης

Κων/νος Οικονόμου


 

Γεώργιος τίς ούτος υπάρχει πάλιν;
Mάρτυς νέος πέφυκεν. Ω της ανδρίας!


Ο Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος, ο επικαλούμενος Παϊζάνος, κατά την κρατούσα παράδοση γεννήθηκε στο χωριό Πλαγιά της περιφέρειας Πλωμαρίου της νήσου Λέσβου. Ήταν ράφτης στο επάγγελμα και μαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 1693 μ.Χ., επειδή ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και αρνήθηκε να αλλαξοπιστήσει.

Τμήμα του λειψάνου του Νεομάρτυρα φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Λειμώνος Λέσβου.

Ἀπολυτίκιον
Ἡ πληθύς τῶν Λεσβίων τέρπου καί χόρευε, καί τήν πάμφωτον μνήμην τοῦ Νεομάρτυρος Γεωργίου, τοῦ στερροῦ ὁπλίτου τίμησον, ὅτι ἐν χρόνοις χαλεποῖς ἐναθλήσας καρτερῶς ἐνίκησε τόν βελίαρ, καί νῦν ἐν πόλω πρεσβεύει ὑπέρ τῶν πίστει γεραιρόντων αὐτόν.

    Περισσότερες πληροφορίες στο: Ο νεομάρτυς Γεώργιος Παϊζάνος – τριακόσια χρόνια από το μαρτύριο του (1693‐1993) στό περιοδικό τῆς Ι.Μ. Μυτιλήνης «Ὁ Ποιμήν», τ. ΝΘ΄(1994) ,σελ.18‐20. Διαβάζουμε εκεί μεταξύ άλλων: Πρὶν ἀπὸ τριακόσια ἀκριβῶς χρόνια, στὶς 14 Φεβρουαρίου 1693, μαρτύρησε διὰ ξίφους στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ Λέσβιος νεομάρτυς Γεώργιος Παϊζάνος ἢ Πασγιάνος, ὁ Ρράπτης. Πολὺ λίγα γνωρίζουμε γιʹ αὐτόν: Τὸν μνημονεύει ὁ ὅσιος Νικόδημος Ἁγιορείτης στὸ «Νέον Μαρτυρολόγιον» (Βενετία 1799, σελ. 129) Γράφει ο Άγιος Νικόδημος: «Κατὰ τό͵1693 ἔτος, ἐν μηνὶ Φεβρουαρίῳ, ἐμαρτύρησεν ἐν Βυζαντίῳ διὰ τὴν εὐσέβειαν Γεώργιοςο ρράπτης, τοὐπίκλην Παϊζάνος, ὁ ἐκΜυτιλήνης». Ὁ ἴδιος ὁ Νικόδημος στὸν «Συναξαριστή» του (πρώτη ἔκδοση, τόμος Βʹ, Βενετία1 819, σελ. 128), ἀναγράφει τὴ μνήμη του στὶς 14 Φεβρουαρίου, προσθέτοντας κατὰ τὴν παλαιὰ συνήθεια καὶ τὸ σχετικὸ ἰαμβικὸ δστιχο: «Ὁ ἅγιος νεομάρτυς Γεώργιος ράπτης Μυτιληναῖος, ὁ καλούμενος Παϊζάνος, ἐμαρτύρησεν ὑπὲρ εὐσεβείας ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ ἔτος 1693. Γεώργιος τὶς οὗτος ὑπάρχει πάλιν; Μάρτυς νέος πέφυκεν, ὢ τῆς ἀνδρείας». Στὰ Μηναῖα, από τον Βαρθολομαῖο Κουτλουμουσιανὸ τὸν Ἰμβριο, μπῆκε σχεδὸν κατὰ λέξη ἡ ἀνωτέρω ἀναγραφὴ τοῦ νικοδήμειου Συναξαριστοῦ μὲ τὴν προσθήκη ὅτι ὁ νεομάρτυς τελειώθηκε διὰ ξίφους: ''...ξίφει τελειοῦται».







2.2.25

Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος ο Κορίνθιος [14.2.1554] γράφει ο Κωνσταντίνος Οικονόμου

 

Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος ο Κορίνθιος [14.2.1554]

Κωνσταντίνος Οικονόμου




ΚΑΤΑΓΩΓΗ – ΟΡΦΑΝΙΑ: Ο Νεομάρτυς Νικόλαος γεννήθηκε λίγο μεταξύ των ετών το 1510-1520 μ.Χ., από φτωχούς γονείς, στο Ψάρι Κορινθίας, ένα μικρό άσημο χωριό, στο βουνό Ζάρηκα. Τον πατέρα του τον λέγανε Ιωάννη και την μητέρα του Καλή. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς Χριστιανοί και ξεχώριζαν στο χωριό για την πίστη τους. Ο Νικόλαος, από μικρός ανατρέφονταν από τους ευσεβείς γονείς του με την Ορθόδοξο πίστη. Όταν όμως έγινε δώδεκα χρονών, πέθαναν και οι δυο του γονείς και ο Νικόλαος έμεινε ορφανός και μόνος. Για να ζήσει αναγκάστηκε να ξενιτευτεί και πήγε στη Σηλυβρία της Θράκης.

ΣΤΗ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ: Εκεί έζησε αρκετά χρόνια και κατόπιν μετέβη στην Κωνσταντινούπολη. Κάποιος Σηλυβρινός τον εκτίμησε βαθύτατα και λόγω εμπιστοσύνης, τού ανέθεσε την φροντίδα του σπιτιού του. Ο Νικόλαος εκεί στην Πόλη εργάστηκε ευσυνείδητα. Όταν όμως έφτασε στην κατάλληλη ηλικία, αποφάσισε να κάμει οικογένεια. Νυμφεύθηκε λοιπόν μια φτωχή, αλλά καλή γυναίκα. Απέκτησε μάλιστα αρκετά παιδιά. Για να θρέψει την οικογένεια του εργαζότανε στην αγορά ως παντοπώλης. Είχε ανοίξει μαγαζί τροφίμων σε καλή θέση, στην αγορά σε κεντρικό δρόμο. Κι ενώ έβγαζε χρήματα πολλά, δεν ξεχνούσε τη σωτηρία του και την πρόοδο της ψυχής του αλλά και την πνευματική υγεία της οικογενείας του.

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΑΠΟ ΦΘΟΝΟ: Κατά το 34ο έτος της βασιλείας του Σουλτάνου Σουλεϊμάν [1553-4] του λεγομένου και “Μεγαλοπρεπούς”, κι αφού ο σουλτάνος αυτός φόνευσε τον μεγαλύτερο υιό του, εξεστράτευσε κατά των Περσών. Κατά την απουσία του άφησε στην Κωνσταντινούπολη έναν Έπαρχο, Σινάν ονομαζόμενο. Αλλά αυτός ήτανε θηρίο ανήμερο και όχι άνθρωπος. Ήταν η εποχή που ο κάθε Οθωμανός, όταν μισούσε ένα Χριστιανό, μπορούσε να τον καταγγείλει στον Σινάν. Αυτό έκαμαν και στον Νικόλαο. Μερικοί Τούρκοι από τη Σηλυβρία, που ήταν γείτονες και ανταγωνιστές του στην ίδια οδό που είχε το μαγαζί του ο Νικόλαος, κινούμενοι από φθόνο, διότι ο Νικόλαος ήταν τίμιος και ο κόσμος τον προτιμούσε, τον συκοφάντησαν στις Αρχές, ότι ύβρισε τον Προφήτη τους, τον Μωάμεθ.



ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΒΕΖΥΡΗ: Ο Έπαρχος, άναψε από τον θυμό του και ζήτησε να συλλάβουν τον Νικόλαο. Όταν τον φέραν μπροστά του τον ρώτησε: “Ώστε είναι αλήθεια αυτό που μου είπανε για σένα, ότι δηλαδή παραδέχεσαι τον Χριστό ως Θεό, αντίθετα από το Κοράνιο μας; Είναι αλήθεια, ότι τον αρχηγό της πίστεώς μας, τον αληθινό Προφήτη τον αποκαλείς, αθεόφοβε, παιδί του διαβόλου;” “Μάλιστα, Έπαρχε”, του αποκρίθηκε ο Άγιος, “εγώ δεν μπορώ να πω τον ήλιο, ότι είναι σκοτεινός. Ούτε την νύκτα, ότι είναι φωτεινή. Έτσι και τον Χριστό μου. Είναι -και το λέγω παντού- Ήλιος της δικαιοσύνης. Είναι φως και φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενο εις τον κόσμο. Ενώ ο δικός σας Μωάμεθ είναι σκότος αφεγγές, και όσους τον ακολουθούν τους γκρεμίζει σε βάραθρα απώλειας. Αυτό άλλωστε το είπε και ο Χριστός μου: «Τυφλός τυφλόν, εάν οδηγή αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται». Και σεις επομένως, όσοι ακολουθείτε ένα τυφλό άνθρωπο, τον Μωάμεθ, θα πέσετε εις βυθό απώλειας. Αλλοίμονο σας, δύστυχοι!

ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ: Μετά από τη γενναία απάντηση του Μάρτυρα, ο Έπαρχος έγινε έξω φρενών και διέταξε να ρίξουν στο έδαφος τον Νικόλαο και με σκληρά ραβδιά να τον κτυπήσουν αλύπητα στα πόδια, ώσπου να τα ματώσουν και να μη μπορεί να βαδίσει. Οι στρατιώτες, για να αρέσουν στον Έπαρχο, τον κτυπούσαν με όλη τους την δύναμη. Πονούσε ο Μάρτυς αφόρητα. Για να του προξενήσουν ακόμη περισσοτέρους πόνους, βάζανε στα νύχια των ποδιών του αγγίδες. Έτρεχε το αίμα σαν αυλάκι. Αλλά ο Άγιος παρ’ όλον τον πόνο, που υπέφερε, δεν έβγαζε μιλιά. Μόνο προσευχότανε. Έτσι ο Άγιος Νικόλαος έμεινε σταθερός και ακλόνητος.

Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Ο Έπαρχος διέταξε κατόπιν και τον κλείσαν στη φυλακή. Εκεί στο σκοτάδι, με χειροπέδες κι αλυσίδες στα χέρια και στα πόδια, τον άφησαν τέσσερις μέρες. Αυτό το διάστημα ο Νικόλαος προσευχόταν συνεχώς και ευχαριστούσε δοξολογώντας το Θεό, που τον αξίωνε να πάθει γι’ Αυτόν. Εκεί όμως, μέσα στη νύκτα που προσευχόταν, ξαφνικά έλαμψε το κελί της φυλακής, από υπέρλαμπρο φως. Τότε του παρουσιάστηκε ο Χριστός λέγοντάς του: “Νικόλαε, έχε θάρρος. Παρακολουθώ τον αγώνα σου. Να υποφέρεις μέχρι τέλους”. Μετά από τα λόγια αυτά χάθηκε από τα μάτια του φυλακισμένου ο Κύριος. Ο Άγιος πήρε μεγάλο θάρρος από την επίσκεψη του Χριστού. Πετούσε από τη χαρά του και φτερούγιζε η καρδιά του.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΛΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΥΡΑΝΝΟ: Την πέμπτη μέρα μετά τον εγκλεισμό του μάρτυρα, διέταξε ο Έπαρχος να τον παρουσιάσουν μπροστά του στο δικαστήριο. Αλλά τη φορά αυτή ο άγριος και αιμοβόρος Έπαρχος, άλλαξε όψη και “ντύθηκε” με γλυκύτητα και καλοσύνη, με υποσχέσεις και προσφορές αξιωμάτων για να δελεάσει τον Άγιο. Όμως ο Νικόλαος κατατρόπωσε τον Έπαρχο. Δεν φανταζότανε ποτέ, ότι βρισκόνταν άνθρωπος με τόσο θάρρος και γενναιότητα να του τα πει κατά πρόσωπο. Ο τύραννος αγρίεψε ακόμη περισσότερο. Γι’ αυτό διέταξε τους δήμιους να τον γδύσουν και να τον ντύσουν μια φόρμα κατάσαρκα. Του κρέμασαν κατόπιν δύο βαριές αλυσίδες στο λαιμό και τον περιέφεραν σε όλη την κεντρική οδό της αγοράς. Φώναζαν δε και έλεγαν: “Αυτά παθαίνει, οποίος βρίζει τον Μωάμεθ”. Ο Άγιος πήγαινε χαρούμενος σ’ αυτήν την διαπόμπευση του.

ΣΤΗΝ ΠΥΡΑ: Υπάρχει νόμος στους Μωαμεθανούς -δυστυχώς ισχύει ακόμη και σήμερα σε πιστούς τηρητές της “σαρίας”, όπως στους Τζιχαντιστές και σε “θεο”κρατικά καθεστώτα του Ισλάμ- που επιτάσσει να καίγεται στη φωτιά, οποίος βρίζει την θρησκεία τους. Αυτή η τιμωρία ορίστηκε και για τον Νικόλαο. Άναψαν λοιπόν στον Ιππόδρομο μεγάλη φωτιά. Τραβούσανε τον Άγιο οι άπιστοι να τον κάψουν. Αυτός όμως ο μακάριος ατάραχος, σαν αρνί άκακο, πήγαινε κοντά τους πρόθυμα. Ο Έπαρχος κάλεσε κοντά του τον Άγιο, μακριά από την πυρά και προσπαθούσε να τον πείσει ν’ αρνηθεί τον Χριστό. Όταν όμως είδε ότι και πάλι τον ελέγχει και παραμένει στην πίστη του, διέταξε τους δήμιους να σύρουν τον Άγιο κοντά στη φωτιά. Οι τύραννοι έσφιξαν τα χέρια του δένοντάς τα πισθάγκωνα. Κι’ ενώ η φωτιά έκαιγε και τριζοβολούσαν απειλητικά κοντά στον αμίλητο Μάρτυρα, που θερμά προσευχόταν στον Κύριο, το πλήθος των βαρβάρων απίστων αλάλαζε με αγριότητα. Το μαρτύριο, που ακολούθησε ήταν φοβερό. Οι δήμιοι έβαλαν το ημίγυμνο σώμα του Μάρτυρος Νικολάου στην άκρη της φωτιάς. Το ξεροψήνανε καγχάζοντας και βρίζοντας την Χριστιανική Πίστη. Ήθελαν με τον τρόπο αυτό να παρατείνουν τους φρικτούς πόνους του, γιατί έτσι πίστευαν πως ο Νικόλαος θα εγκατέλειπε τον αγώνα. Ήλπιζαν ακόμη να τον γελοιοποιήσουν την στιγμή που θ’ άρχιζε να ζητεί βοήθεια. Η φωτιά συγκλόνιζε το σώμα του Μάρτυρος. Πόνοι φοβεροί τον σπάθιζαν. Η φωτιά άρχισε να τον λειώνει, να τον παραμορφώνει, να του προκαλεί ατέλειωτη οδύνη. Άδικα περίμεναν, οι δήμιοι και το πλήθος των Μωαμεθανών, που παρακολουθούσε το μαρτύριο να διαμαρτυρηθεί ή να κλονισθεί η πίστη του Αγίου. Πονούσε, φλεγόταν, συγκλονιζόταν, αλλά με προσευχή προχωρούσε στο στάδιο του Μαρτυρίου του. Το πλήθος των Τούρκων τού φώναζε να ακούσει και υποχωρήσει στα λόγια του Έπαρχου, αλλά ο Νικόλαος έμενε ανένδοτος και σταθερός σα βράχος. Μάλιστα, όσο είχε ακόμη πνοή προσευχόταν στον Θεό και ήλεγχε τον Έπαρχο για την ασέβεια και το ψεύδος της θρησκείας του. Κήρυττε δε τον Χριστό με θέρμη μέχρι, που δεν μπορούσε πλέον να αρθρώσει λέξη. Και όταν η φωτιά σχεδόν κατέφαγε το σώμα και τις αισθήσεις του, τότε ο Μάρτυς έκλινε το κεφάλι του προς τα δεξιά ευτυχισμένα και νικητήρια. Πλησίασε κατόπιν βουβός και βλοσυρός ο δήμιος, τρ΄βηξε το σώμα του Μάρτυρα έξω από τις φλόγες, έβγαλε τις αλυσίδες από το λαιμό του Αγίου και του έκοψε την αγία του κεφαλήν. Ήταν η 14 Φεβρουαρίου του 1554. Ήταν ημέρα Πέμπτη και ώρα 12 το μεσημέρι. Για να μη πάρουν οι Χριστιανοί τα οστά του άγιου και τα έχουν για αγιασμό, καθώς έκαναν πάντοτε με τους μάρτυρες, έριξαν στη φωτιά και κόκκαλα σκυλιών, και πτώματα άλλων ζώων(!), για να γίνουν στάχτη και για να μη μπορούν να τα διακρίνουν οι Χριστιανοί. Ο Θεός όμως φρόντισε να μείνει στους πιστούς η κάρα του Αγίου. Διότι, μόλις την έκοψε ο δήμιος ένας Χριστιανός την αγόρασε αμέσως αντί είκοσι χρυσών νομισμάτων. Έτσι διασώθηκε από τη φωτιά. Από την Κωνσταντινούπολη τη στείλανε στη Μονή του Άγιου Αθανασίου στα Μετέωρα [Μεγάλο Μετέωρο].



ΑΓΙΟΠΟΙΗΣΗ: Το μαρτύριο του Αγίου Νικολάου έκαμε μεγάλη εντύπωση και ωφέλησε αφάνταστα τους σκλαβωμένους Χριστιανούς. Τους τόνωσε το ηθικό και τους κράτησε στην πίστη. Η Εκκλησία τον αναγνώρισε αμέσως Άγιο. Μετά τέσσερα μόλις έτη, το 1558, γράφτηκε και η Ακολουθία του Αγίου. Την έγραψε ο σπουδαίος, λογιώτατος Ιερομόναχος Δαμασκηνός Στουδίτης, ο Θεσσαλονικεύς.

ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ ΓΝΩΣΤΟΣ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ: Ο Άγιος Νικόλαος, ήταν και ίσως ακόμη είναι, άγνωστος στον χριστιανικό κόσμο. Πολλοί ως και σήμερα δεν έχουν ακούσει γι’ αυτόν. Είναι μόνον γνωστός στην πατρίδα του. Έγινε όμως, γνωστός τελευταίως και ως έξης: Το 1930, ο λόγιος, φιλομάρτυς Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφαρσάλων Ιεζεκιήλ, περιοδεύοντας την Πίνδο, έφτασε στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδος της Σιάμου. Το Μοναστήρι ήταν ερημωμένο. Ήταν από τα τετρακόσια είκοσι(!) Μοναστήρια που διέλυσαν οι Προτεστάντες Βαυαροί, όταν έφθασαν μαζί με τον νεαρό βασιλέα Όθωνα. Ψάχνοντας, λοιπόν, ο Δεσπότης στο Ιερό Βήμα του ερειπωμένου Μοναστηριού, βρήκε σε ένα σαρακοφαγωμένο συρτάρι έναν απρόσμενο θησαυρό: έναν χειρόγραφο κώδικα, που περιείχε και την Ακολουθία του Αγίου Νικολάου του Νεοφανούς, ο οποίος εορτάζεται την 14 Φεβρουαρίου. Στον ίδιον κώδικα υπάρχει και εγκωμιαστικός λόγος του ίδιου Αγίου. Τον έγραψε ο Ιερομόναχος Δαμασκηνός, ο Στουδίτης. Ευτυχώς, στις ημέρες μας έχει αρχίζει να τιμάται ο Άγιος Νικόλαος ο Κορίνθιος. Στο χωριό του, το Ψάρι της Κορινθίας, κτίστηκε πριν λίγα χρόνια με την προθυμία των συμπατριωτών του, μεγαλοπρεπής Ναός εις τιμήν του Αγίου τούτου.

Δοξαστικό: “Τάδε λέγει Κύριος τῷ ἀθλοφόρω: γενναῖε, τί ἐποίησαν σοί, ἀδίκως οἱ παράνομοι· ταῖς πληγαῖς σέ κατέστιξαν, τή φρουρά, ἐπανέκλεισαν, ὥσπερ θύμα ἐπί φλόγα ὠλοκαυτώθης, γενναῖε, νῦν ἐγώ σοί ταῦτα πλουσίως ἀνταμείψομαι· ἀντί τῶν πόνων τρυφήν, ἀντί τῶν ἄθλων σου στέφος, ἀντί τῶν ἐπικήρων, τά ἄφθαρτα δωρήσομαι, καί χαίρων ἴθι λοιπόν, εἰς δόξαν τήν ἀγείρω· κάκει μέ ἀνευφήμησον, ἐν τῷ Πατρί καί Πνεύματι γνώθι μοί τοῖς ἔργοις μου Θεόν ἀληθέστατον.”



ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Η Μεγάλη Τετάρτη [Μ. Τρίτη εσπέρας]15/16/4.25

  Η Μεγάλη Τετάρτη [Μ. Τρίτη εσπέρας]15/16/4.25 Γυνή, βαλοῦσα σώματι Χριστοῦ μύρον, Την Νικοδήμου προὔλαβε σμυρναλόην. Κατά την Μεγάλ...

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ....