9.2.25

Η Αγία Κυράννα, η Νύμφη Κυρίου [28.2. 1751] +ΒΙΝΤΕΟ Κων/νος Οικονόμου

 

Η Αγία Κυράννα, η Νύμφη Κυρίου [28.2. 1751] +ΒΙΝΤΕΟ

Κων/νος Οικονόμου




Kυράννα παθών, και βασάνων κυρία,
Φανείσ’ απήλθε προς Kύριον Kυρίων”.

ΚΑΤΑΓΩΓΗ – ΑΓΝΟΤΗΣ ΒΙΟΥ: Η Αγία Κυράννα γεννήθηκε στην Αβυσσώκα της Θεσσαλονίκης, σημερινή Όσσα της επαρχίας Λαγκαδά. Η εξωτερική της ωραιότητα, αφού ήταν προικισμένη με τις αρετές της σεμνότητας και της σωφροσύνης, έδενε αρμονικά με την εξωτερική της εμφάνιση. Περνούσε τη ζωή της ζώντας πιστή χριστιανική ζωή κοντά στους γονείς της. Ο μισόκαλος όμως διάβολος τη φθόνησε για την αγνότητα της και αφού δεν μπόρεσε με πονηρούς λογισμούς και σκέψεις να την παρασύρει στο κακό, βρήκε άλλο τρόπο να ταράξει την ευτυχία των δικών της και τη γαλήνη της ψυχής της.

ΕΡΩΤΑΣ” ΟΘΩΜΑΝΟΥ: Έτσι ένας τούρκος γενίτσαρος, που ήταν σούμπασης, δηλαδή διοικητής του τοπικού αστυνομικού τμήματος και εισπράκτορας των φόρων, ερωτεύθηκε την Κυράννα και προσπαθούσε να την κατακτήσει με διάφορες κολακείες και τεχνάσματα. Η Κυράννα με κανένα τρόπο δε δεχόταν τις κολακείες του τούρκου και τις υποσχέσεις του για πλούτη και απολαύσεις. Ούτε όμως και στις φοβέρες του έδινε σημασία. Κι αυτό γιατί μετά τις κολακείες ο Οθωμανός αυτός χρησιμοποιούσε και τις απειλές, ότι θα την βασάνιζε σκληρά και στο τέλος θα την θανάτωνε αν δε δεχόταν το σκοπό του. Η επιμονή του γενίτσαρου δεν μπορούσε όμως να μεταβάλει το Χριστιανικό της φρόνημα.




ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ - ΣΥΛΛΗΨΗ: Έτσι απογοητευμένος ο γενίτσαρος μαζί με άλλους του συναφιού του άρπαξαν την αγία και την οδήγησαν στη Θεσσαλονίκη. Την έφεραν μπροστά στον Κριτή με την ψευδή κατηγορία ότι στην αρχή δέχθηκε να τον παντρευτεί και να αλλαξοπιστήσει, αλλά αργότερα άλλαξε γνώμη. Οι γονείς της την ακολούθησαν μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Οι τούρκοι άρχισαν την ίδια τακτική, στην αρχή κολακείες, και μετά αγριότητα. Η Κυράννα άφοβη, ατάραχη μπροστά τους δε μιλούσε. Όταν ήρθε η ώρα της απολογίας της είπε μόνο τα λόγια: “Εγώ είμαι Χριστιανή και έχω νυμφίο τον Κύριό μου Ιησού Χριστό, στον οποίον προσφέρω ως προίκα την παρθενία μου. Αυτόν πόθησα και ποθώ εκ νεότητός μου και για την αγάπη του είμαι έτοιμη να χύσω και το αίμα μου, δια να αξιωθώ να τον απολαύσω. Ακούσατε λοιπόν την απάντησή μου και πλέον άλλον λόγο μη περιμένετε να σας πω”. Ύστερα από την απάντηση αυτή έσκυψε η Κυράννα με σεμνότητα το κεφάλι της σιώπησε και προσευχόταν νοερά στον Κύριο να την ενδυναμώσει μέχρι το τέλος του αναμενόμενου μαρτυρίου.


ΦΥΛΑΚΗ ΚΑΙ ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΙ: Οι Οθωμανοί, όταν είδαν την πίστη της στο Χριστό, ντροπιάστηκαν και την έριξαν στη φυλακή. Ο σούμπασης, έλαβε άδεια από τον μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, τον Αλή εφέντη, να μπαίνει στη φυλακή όποτε ήθελε. Έμπαινε τακτικά με άλλους γενίτσαρους και την βασάνιζαν. Άλλος την κλωτσούσε, άλλος τη χτυπούσε με ξύλο ή με μαχαίρι και άλλος με γροθιές μέχρι λιποθυμίας. Το βράδυ, έπαιρνε σειρά ο δεσμοφύλακας, ο οποίος την κρεμούσε από τις μασχάλες με αλυσίδες και την έδερνε ανηλεώς, ενώ εν συνεχεία την άφηνε κρεμασμένη μέσα στο χειμωνιάτικο κρύο. Ένας Χριστιανός φύλακας τον πλησίαζε μόλις περνούσε το μένος του και τον παρακαλούσε να του δώσει άδεια να ξεκρεμάσει την Αγία. Ο βιογράφος της Αγίας γράφει ακόμη ότι: “Η Αγία είχε τόσην υπομονήν, ησυχίαν και σιωπήν, όπου σου εφαίνετο ότι άλλη πάσχει και όχι εκείνη και όλος ο νους της και η προσοχή της, ευρίσκετο εις τους Ουρανούς και εις τον Χριστόν”. Στην ίδια φυλακή ήταν φυλακισμένοι και άλλοι Χριστιανοί, εβραίοι και μερικές τουρκάλες που έλεγχαν το δεσμοφύλακα ως άσπλαχνο και ως άνθρωπο που δε φοβάται το Θεό, γιατί τυραννούσε σκληρά μια γυναίκα που δεν έσφαλε σε τίποτε. Αυτός όμως γινόταν όλο και πιο σκληρός. Τα φρικτά αυτά βασανιστήρια συνεχίστηκαν επί μία εβδομάδα.



Ο ΕΝ ΒΑΣΑΝΟΙΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ: Την έβδομη ημέρα κορυφώθηκαν τα βασανιστήρια. Ο δεσμοφύλακας οργισμένος άρπαξε την Αγία, την κρέμασε και άρχισε να την χτυπάει αλύπητα με μια μεγάλη σανίδα. Οι τουρκάλες φώναζαν, οι άλλοι φυλακισμένοι τον μάλωναν δυνατά, μέχρι που ο δεσμοφύλακας έπεσε κάτω μπρούμυτα και άρχισε να κλαίει. Εκείνη τη στιγμή, όμως, η Αγία άφηνε την τελευταία της πνοή και η ψυχή της πέταξε για να ενωθεί με το Νυμφίο Χριστό που τόσο ποθούσε και για Χάρη Του μαρτύρησε. Λίγο πριν τα ξημερώματα, ένα λαμπρό φως έλαμψε ξαφνικά στη φυλακή που κατέβηκε σαν αστραπή από τη σκεπή της. Το φως αυτό περιέλουσε το σώμα της μάρτυρος και φωτίστηκε όλη η φυλακή. Οι φυλακισμένοι Χριστιανοί φώναζαν “Κύριε ελέησον”, οι εβραίοι πέσαν μπρούμυτα ενώ οι τουρκάλες φώναζαν: “αχ, αχ, το κρίμα της φτωχής Ρωμιάς μας έφθασε και έπεσε σαν αστραπή να μας κάψει”. Ο δεσμοφύλακας από το φόβο του άρχισε να τρέμει και είπε σε έναν άλλο φύλακα, Χριστιανό, να κατεβάσει την κρεμασμένη Κυράννα. Ο φύλακας βρήκε την Αγία Κυράννα τελειωμένη.

Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ: Το φως σιγά-σιγά υποχώρησε, ενώ μια άρρητη ευωδία έμεινε για πολλή ώρα σε όλη τη φυλακή. Ο φύλακας άνοιξε με τα κλειδιά τα σίδερα, έλυσε τα χέρια της Αγίας, σκέπασε με σεβασμό το άγιο λείψανό της, άναψε τα φώτα, θύμιασε και κάθησε κοντά της, ώσπου να ξημερώσει. Δόξασε το Θεό που τον αξίωσε να δει τέτοια θαυμαστά πράγματα αλλά και να αγγίξει και να περιποιηθεί μαρτυρικό λείψανο. Το πρωί διαδόθηκε σε όλη τη Θεσσαλονίκη η φήμη της τελείωσης της Αγίας και η έλλαμψη του Αγίου Φωτός. Οι Οθωμανοί ντροπιασμένοι σιωπούσαν. Όμως, έδωσαν την άδεια στους Χριστιανούς να πάρουν το Λείψανο της Αγίας και οι Χριστιανοί ένιωθαν χαρά και ευφροσύνη για τα θαυμάσια του Κυρίου. Την έθαψαν έξω από τη Θεσσαλονίκη, εκεί όπου ενταφίαζαν και τους άλλους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ενώ τα φορέματά της τα μοίρασαν για ευλογία στους πιστούς. Ήταν η 28η Φεβρουαρίου 1751 μ.Χ.



Απολυτίκιο: Χαίρε Όσσης ο γόνος και θείον βλάστημα, Παρθενομάρτυς Κυράννα Νύμφη Χριστού του Θεού, η αθλήσασα στερρώς υστέροις έτεσι, και καθελούσα τον εχθρόν, καρτερία σταθερά. Και νυν απαύστως δυσώπει, υπέρ των πίστει τιμώντων, την μακαρίαν σου άθλησιν”. Κοντάκιο [Ἦχος β΄]: “Παρθενομάρτυς Κυράννα, νύμφη Χριστοῦ ἀληθῶς καλλιπάρθενε, τοὺς τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ προστρέχοντας, παντοίων νόσων καὶ θλίψεων λύτρωσαι, καὶ δίδου ἡμῖν χαρὰν ἄληκτον”. Κάθισμα [Ἦχος β΄]:Πρεσβείᾳ τῇ σῇ, προστρέχουσα ἑκάστοτε, Κυράννα σεμνή, λαμβάνει τὰ αἰτήματα, Ὄσσα ἡ σὲ βλαστήσασα, καὶ βοᾷ σοι ἀεὶ μετὰ πίστεως· ἐκ συμφορῶν με ἐν βίῳ πικρῶν, ἀπήμαντον Μάρτυς διαφύλαττε”.


ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ: 



Ο Άγιος Νεομάρτυρας Ιωάννης ο Κάλφας1 26.2.1575 + ΒΙΝΤΕΟ Κων/νος Αθ. Οικονόμου

 

Ο Άγιος Νεομάρτυρας Ιωάννης ο Κάλφας1 26.2.1575 + ΒΙΝΤΕΟ

Κων/νος Αθ. Οικονόμου



Πληγάς αριθμείν μη Iωάννη θέλε,
Σκηνάς δε μάλλον, ας έχει ένδον πόλος”.


ΚΑΤΑΓΩΓΗ – ΕΡΓΑΣΙΑ: Ο Ιωάννης ήταν ένας τεχνίτης της πέτρας, ειδικός στα σκαλίσματα, από το Γαλατά της Πόλης. Συχνά εργαζόταν στο σαράι του σουλτάνου, αλλά και πολλοί αγάδες τον έπαιρναν και έκτιζε τα ακριβά σπίτια τους.

ΜΙΑ ΧΑΡΗ ΣΕ ΕΝΑ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΠΑΙΔΑ: Ως χαρακτήρας ο Ιωάννης ήταν ταπεινός και ελεήμων. Ορφανά πάντρευε, φυλακισμένους ελευθέρωνε και κατά τον Άγιο Νικόδημο, πολλές άλλες καλοσύνες έκανε. Κάποτε ένας αγάς του έδωσε ένα παιδί, τον ανηψιό του, που είχε έρθει από τις ανατολικές επαρχίες, για να του μάθει την τέχνη του σκαλίσματος. Μπαινοβγαίνοντας όμως το παιδί με τον Ιωάννη συχνά στο παλάτι, είδε εκεί τα παιδιά, τα λεγόμενα από αυτούς “ιτζ ογλάν”, πως ήταν σε μεγάλη υπόληψη και περνούσαν ευχάριστα και διασκεδαστικά, χωρίς να τους λείπει τίποτε, και θέλησε και αυτό να συμπεριληφθεί σ’ αυτά. Γι’ αυτό πήγε στο θείο του εκείνον και του λέει: “Σε παρακαλώ, να με βάλεις στο σαράι του βασιλιά”. Τότε ο Αγάς παρακάλεσε τον Ιωάννη και διά μέσου αυτού το έβαλε στο βασιλικό σαράι. Και σε λίγο καιρό ανέβηκε σε αξίωμα το παιδί, αγαπούσε όμως και τον Ιωάννη τον μάστορά του πάρα πολύ. Διότι αυτός έγινε η αιτία και έλαβε το αξίωμα.

Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΕΡΙ ΙΣΛΑΜ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΥ: Μετά από αρκετά χρόνια, μία ημέρα λέει στον Ιωάννη: “Επειδή ξέρεις γράμματα, σε παρακαλώ, να μου πεις πώς μπορείς να βρεις στα βιβλία σας γραμμένα τα σχετικά με τον δικό μας προφήτη, για τον οποίο ο Θεός εποίησε τον κόσμο και όλα τα άλλα”. Όμως, ο Ιωάννης του είπε αποθαρρυντικά: “Σε παρακαλώ, γι’ αυτά μη με πειράξεις, μόνο αν έχεις άλλα λόγια, λέγε μου. Τα σχετικά με την πίστη, μη μου τα ρωτάς”. Όμως, ο νεαρός επέμενε: “Μα το ψωμί του Βασιλιά που τρώω και μα την στερεά αγάπη, που έχουμε, δε θα σου κάνω κακό και μη φοβηθείς να μου πεις”. Ο Ιωάννης δείχνοντας εμπιστοσύνη στους όρκους του και στη φιλία που είχαν, αποκρίθηκε και κατά το βιογράφο του Ιωάννη, τον Νικόδημο τον Αγιορείτη, του είπε: “Επειδή με ρωτάς, θα σου πω την αλήθεια· Ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός ενώ ο Μωάμεθ, στον οποίο πιστεύετε εσείς, ήταν άνθρωπος θνητός, αγράμματος, και στον κόσμο τούτο δεν έκαμε κανένα καλό έργο, αλλά ούτε κανένα θαύμα έκανε τότε που ζούσε, σαν τους άλλους προφήτες του Θεού, τους οποίους έχουμε εμείς οι Χριστιανοί, μόνο εσείς τον κάνατε μεγάλο και τον έχετε για προφήτη. Δεν ήταν εκείνος προφήτης, αλλά πολέμιος του Θεού, και με τα μυθολογήματα και τα παραμύθια του, φάνηκε αρεστός στον απλό και απαίδευτο λαό και τον ακολούθησαν, όπως είχε προφητευθεί για κείνον, ότι θα έλθει να πλανέψει τον κόσμο”.

ΔΙΩΞΕΙΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΕΣ: Μόλις τα άκουσε αυτά ο ευεργετηθείς από τον Ιωάννη νέος, μετέβαλε τη φιλία σε έχθρα. Οπότε, φωνάζοντας και άλλους Μωαμεθανούς, τον έδειραν ανελέητα και τον πήγαν στο δικαστή κατηγορώντας τον ότι βλασφήμησε εναντίον της πίστεώς τους. Και ο δικαστής όρισε και τον έδειραν δυνατά, έπειτα τον φυλάκισαν και τον βασάνιζαν, για να αρνηθεί το Χριστό και να πιστέψει στην πίστη τους. Ο Ιωάννης όμως στάθηκε ανδρείος, σαν γενναίος στρατιώτης του Χριστού και τους λέει: “Δεν αρνούμαι εγώ τον γλυκύτατό μου Ιησού Χριστό. Αλλά αυτόν πιστεύω, αυτόν λατρεύω, αυτόν ομολογώ τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο”.

ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΤΕΡΓΑ ΣΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Βλέποντας οι “γιοι της Άγαρ” το αμετάθετο της γνώμης του, τον έβαλαν στα κάτεργα στέλνοντάς τον στην Μαύρη θάλασσα. Έξι μήνες αργότερα, όταν διατάχθηκε να τον φέρουν πίσω στην Πόλη, τον έβαλαν πάλι στη φυλακή και τον βασάνιζαν επί τρεις μήνες. Όταν είδαν πως δεν μπορούν να τον κάνουν να αλλαξοπιστήσει, ούτε καν να τον ταρακουνήσουν από την πίστη του Χριστού, το είπαν στον Βεζίρη και ο Βεζίρης πρόσταξε τον έπαρχο και τον πήγε στον τόπο της καταδίκης. Εκεί στο “εργάτ παζάρι2”, κοντά στο μπεζεστένι τον αποκεφάλισαν. Ήταν η 26η Φεβρουαρίου του 1575, ημέρα Κυριακή. Έτσι ο Ιωάννης ο Κάλφας έλαβε του Μαρτυρίου το στέφανο και χαίρεται τώρα στον χορό των Μαρτύρων, δίπλα στον Κύριο και Σωτήρα Ιησού Χριστού, εκεί ψηλά στις Σκηνές των Δικαίων της Θριαμβεύουσας Εκκλησίας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ: Γράφει ο βιογράφος των Νεομαρτύρων, Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης3, ότι το μαρτύριο του Ιωάννου με “συντομία και ορθότητα το έγραψε ο παπά Ανδρέας και μέγας οικονόμος, που ήταν τότε στην Βλάγκα, στο ναό των οσίων και θεοφόρων πατέρων μας Θεοδώρου και Θεοφάνους των Γραπτών και αυταδέλφων”. Αυτός ο ίδιος ο παπα-Ανδρέας μετέδωσε την Αγία Κοινωνία, μέσα στο δεσμωτήριο στον Μάρτυρα, λίγο πριν το ταξίδι του στους Ουρανούς. Με του Ιωάννου τις πρεσβείες ας αξιωθούμε και εμείς αυτής της ουρανίου Βασιλείας. Αμήν.

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: 


1. Κάλφας, στην τουρκική γλώσσα σημαίνει στην κυριολεξία το μαθητευόμενο τεχνίτη [οικοδόμο, ράφτη, τεχνίτη, κ.ά.]

2. Το λεγόμενο και Δημοπρατήριο.

3. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής τ. Γ΄, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄» Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος, σ. 405-407.

Ο Άγιος Ρηγίνος επίσκοπος Σκοπέλου (25/2/362) Κων/νος Αθ. Οικονόμου

 

Ο Άγιος Ρηγίνος επίσκοπος Σκοπέλου (25/2/362)

Κων/νος Αθ. Οικονόμου




ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ: Ο Άγιος, που γεννήθηκε στο τέλος του 3ου μ.Χ. αιώνα, καταγόταν από τη Λιβαδειά και ήταν από τη νεότητά του πιστός Χριστιανός, ασκητικός στους τρόπους και ζούσε καθαρή και αγνή ζωή. Ήταν συγγενής του Αγίου Αχιλλίου και βρέθηκε, ως παρατηρητής, καθόσον δεν είχε ακόμα χειροτονηθεί, στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια). Έζησε την εποχή που βασίλευσαν οι δύο υιοί του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο Κωνστάντιος στην Ανατολή και ο Κώνστας στη Δύση. Ο Κωνστάντιος είχε αποδεχθεί τις αιρετικές αρχές του Αρειανισμού, ενώ ο Κώνστας παρέμεινε πιστός στις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Και οι δύο είχαν ως κοινά χαρακτηριστικά της θρησκευτικής τους πολιτικής την καταπολέμηση των ειδώλων και την υπεράσπιση της ενότητας της Εκκλησίας. Αυτή η πολιτική είχε ως συνέπεια τη διεύρυνση της εκκλησιαστικής διάσπασης μεταξύ οπαδών και αντιπάλων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Οι παρεμβάσεις στα εκκλησιαστικά πράγματα υπήρξαν πηγή εντάσεως στις αρειανικές έριδες του 4ου αιώνα. Έτσι ο Αγιος απεστάλη στη Σκόπελο από τον Άγιο Αχίλλιο (Επίσκοπο Λαρίσης), για να ενισχύσει τους εκεί εξορίστους εχθρούς του αρειανιστή Κωνστάντιου και να τους στερεώσει στην ορθόδοξη πίστη.

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ: Αργότερα χειροτονήθηκε επίσκοπος Σκοπέλου, πράγμα που προξένησε πάνδημη χαρά στο νησί. Υπό τη νέα του αρχιερατική ιδιότητα συμμετείχε στη Σύνοδο της Σαρδικής1 (Σόφια) το 347, μαζί με άλλους τριακόσιους αρχιερείς. Η Σύνοδος καταδίκασε επισκόπους υπερασπιστές των κακοδοξιών του Αρείου, που συμμερίζονταν την άποψη ότι ο Ιησούς ήταν ετεροούσιος από τον Πατέρα, και επαναδιατύπωσε το Σύμβολο της Νικαίας («Πιστεύω»). Ο συναξαριστής μας βεβαιώνει για τον καθοριστικό ρόλο της ομιλίας του Αγίου που κατάφερε με πειστικά επιχειρήματα να νικήσει κατά κράτος τα σοφίσματα των αιρετικών.

Ο ΝΕΟΣ ΕΧΘΡΟΣ - ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Στα κατοπινά χρόνια της ποιμαντορίας του Ρηγίνου εμφανίστηκε ένας χειρότερος πειρασμός. Στο θρόνο της Αυτοκρατορίας ανήλθε ο νεοειδωλολάτρης Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-3), που προσπάθησε να επαναφέρει τη λατρεία του δωδεκαθέου, χτυπώντας το Χριστιανισμό, κλυδωνίζοντας πάλι την Εκκλησία του Χριστού. Στη διάρκεια του διωγμού που ακολούθησε, ο έπαρχος της Ελλάδας έφτασε στη Σκόπελο και άρχισε να φονεύει, βασανίζοντας σκληρά, πολλούς Χριστιανούς. Συνέλαβε και τον Αγιο επίσκοπο του νησιού και προσπάθησε αρχικά με κολακείες και υποσχέσεις να τον πείσει να θυσιάσει στα είδωλα, έστω προς το θεαθήναι. Επειδή ο Ρηγίνος αρνήθηκε θαρραλέα, στρατιώτες διατάχθηκαν να τον οδηγήσουν στο χώρο του σταδίου του νησιού όπου ο τύραννος επιχείρησε με άγρια βασανιστήρια, να τον μεταπείσει. Ο έπαρχος, βλέποντας τον Άγιο να μένει στέρεος στην πίστη του και τον πιστό λαό της Σκοπέλου να ενισχύεται από το παράδειγμα του ποιμένα του, διέταξε να το οδηγήσουν στο παλιό γεφύρι της Χώρας Σκοπέλου διατάσσοντας τον αποκεφαλισμό του. Έτσι την 25η Φεβρουαρίου του 362 ο Ρηγίνος αναχώρησε για τις “ουράνιες μονές”. Οι πιστοί Σκοπελίτες, την ίδια νύχτα, παρέλαβαν το τίμιο σκήνωμα του Αγίου Επισκόπου τους και το ενταφίασαν μέσα στο δάσος του υπερκείμενου λόφου. Δίπλα από τον τάφο του, ανήγειραν το 1728 μοναστήρι προς τιμήν του Αγίου στον ίδιο λόφο, έξω από τη Χώρα του νησιού (2,5 χιλμ. Ν.Α. της πόλης), στο δρόμο προς τον Αγνώντα, πάνω σε ερείπια βυζαντινού Ναού, ενώ στο σημείο που μαρτύρησε κτίστηκε αργότερα εικονοστάσι για να θυμίζει τα κατορθώματά του (οι ντόπιοι αποκαλούν την περιοχή “Αϊ Ρηγινάκης”).

Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ: Το 1068 ο Νορμανδός Γουλιέλμος της Σικελίας, άρπαξε και μετέφερε το άγιο λείψανο του Ρηγίνου στην Κύπρο. Πολύ αργότερα, το 1740, στάλθηκε από τη Γερουσία της Σκοπέλου στην Κύπρο ο Κων/νος Χατζής και πήρε από τους Κυπρίους τμήματα του λειψάνου, που εν συνεχεία αποθησαυρίστηκαν στην Μονή Τιμίου Προδρόμου της Σκοπέλου. Μετά τη διάλυση του μοναστηριού, τα λείψανα μεταφέρθηκαν στη Μητρόπολη (Ι. Ν. Χριστού Γεννήσεως).


«Χαίροις, της Σκοπέλου λαμπρός πυρσός,

χαίροις, εκκλησίας ωραιότης και στολισμός,

χαίροις ορθοδόξων δογμάτων μυροθήκη,

Ρηγίνε θεοφόρε, πίστεως καύχημα»


1. Κων. Α. Οικονόμου, Η Λάρισα και η θεσσ. Ιστορία, τ. γ΄(Λειμωνάριο Θεσσαλών Αγίων), Λάρισα 2008.

O Αγιος Ιερομάρτυς Πολύκαρπος (23.2) Κωνσταντίνος Οικονόμου

 

O Άγιος Ιερομάρτυς Πολύκαρπος (23.2)

Κωνσταντίνος Οικονόμου





Ο ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: Ο Άγιος Πολύκαρπος γεννήθηκε γύρω στο 80 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς, τον Παγκράτιο και τη Θεοδώρα, που είχαν φυλακιστεί για την πίστη του Χριστού. Ο Άγιος βαπτίσθηκε Χριστιανός σε νεαρή ηλικία. Υπήρξε, μαζί με τον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Αργότερα, ο Άγιος Βουκόλος, Επίσκοπος Σμύρνης, μαζί με Αποστόλους χειροτόνησαν ως διάδοχό του πρώτου στον επισκοπικό θρόνο, τον Άγιο Πολύκαρπο. Ο Άγιος παρακολούθησε με αγωνία και προσευχή τη σύλληψη του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, τον οποίο και επισκέφθηκε στη διάρκεια της αιχμαλωσίας του, ενώ του συμπαραστάθηκε στα μαρτύριά του. Η αγάπη του προς τον θεοφόρο Πατέρα μαρτυρείται και από την Επιστολή που έγραψε προς τους Φιλιππησίους. Σε αυτή συγχαίρει τους Φιλιππησίους για την φιλοξενία, που παρείχαν στον Άγιο Ιγνάτιο, όταν αυτός διήλθε από την πόλη τους. Η επιστολή διακρίνεται για τον αποστολικό, θεολογικό και ποιμαντικό χαρακτήρα της. Ο Άγιος Πολύκαρπος, διακρινόταν για την σωφροσύνη, τη θεολογική κατάρτιση και την αφοσίωση στη διδασκαλία του Ευαγγελίου,. Ήταν γνήσιος εκπρόσωπος της αποστολικής διδασκαλίας σε όλες τις Εκκλησίες της Ασίας1. Ο μαθητής του, Άγιος Ειρηναίος, μας πληροφορεί ότι ο Πολύκαρπος μετέστρεψε πολλούς από τις αιρέσεις του Βαλεντίνου και του Μαρκίωνος που τότε είχαν σχηματιστεί.

ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Ο Άγιος Πολύκαρπος, υπέργηρος πλέον, συνέχισε την επιτυχή αποστολική δράση, προκαλώντας τη μήνι των ειδωλολατρών. Όλα άρχισαν όταν κάποιος Κόιντος, ζηλωτής Χριστιανός, που ήλθε στη Σμύρνη από τη Φρυγία, παρακίνησε ομάδα Φιλαδελφέων Χριστιανών να προσέλθουν στον ανθύπατο Στάτιο Κοδράτο, για να δηλώσουν σε αυτόν την ιδιότητά τους και την πίστη τους στον Χριστό, πράγμα το οποίο φυσικά προοιώνιζε θάνατο. Τελικά, η επιδίωξη τους πραγματοποιήθηκε και μαρτύρησαν όλοι, εκτός από τον ίδιο τον Κόιντο, που δειλιάζοντας την τελευταία στιγμή, θυσίασε στα είδωλα. Ο όχλος, αν και θαύμασε την γενναιότητα των Μαρτύρων, απαιτούσε να εκτελεσθούν οι «άθεοι» και να αναζητηθεί ο Άγιος Πολύκαρπος, θεωρούμενος από την οργισμένη μάζα των ειδωλολατρών αίτιος της αύξησης του χριστεπώνυμου πληρώματος στην περιοχή. Ο Άγιος Επίσκοπος όμως, πιεζόμενος από τους Χριστιανούς, είχε αναχωρήσει σε κάποιο αγρόκτημα. Εντέλει ο Άγιος συνελήφθη λίγο αργότερα, το έτος 168, επί Μάρκου Αυρηλίου, και οδηγήθηκε στον ανθύπατο. Ο γηραιός Επίσκοπος δεν ταράχθηκε. Το πρόσωπό του ήταν γαλήνιο και λαμπερό. Κάποιος φρουρός, ονόματι Ηρώδης, και ο πατέρας εκείνου Νικήτας προσπάθησαν να πείσουν τον Άγιο να αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος όμως, με πνευματική ανδρεία απάντησε ότι υπηρετεί τον Χριστό επί 86 έτη χωρίς καθόλου να Τον εγκαταλείψει. Πως μπορούσε λοιπόν τώρα να Τον βλασφημήσει και να Τον αρνηθεί; Ο ανθύπατος τότε διέταξε να τον ρίξουν στην φωτιά.

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ: Ο Γέρων Πολύκαρπος αποδύθηκε μόνος τα ιμάτιά του και περίμενε προσευχόμενος λέγοντας: «Κύριε, ο Θεὸς ο Παντοκράτωρ,(...) ευλογώ Σε, ότι ηξίωσας με της ἡμέρας και ώρας ταύτης του λαβείν με μέρος εν αριθμώ των μαρτύρων Σου, εν τω ποτηρίω του Χριστού Σου, εις ανάστασιν ζωής αιωνίου, ψυχης τε και σώματος, εν αφθαρσία Πνεύματος Αγίου, εν οις προσδεχθείην ενώπιόν Σου σήμερον εν θυσία πίονι και προσδεκτή, καθὼς προητοίμασας και προσεφανέρωσας και επλήρωσας ο αψευδὴς και αληθινὸς Θεός. Διὰ τούτο και περὶ πάντων αινώ Σε, ευλογώ Σε, δοξάζω Σε, συν τω αιωνίω και επουρανίω Ιησού Χριστό».

Η φωτιά σχημάτισε γύρω από το σώμα του Αγίου Πολυκάρπου καμάρα χωρίς να τον αγγίζει. Τότε στρατιώτης εκτελεστής τελείωσε τον Άγιο Μάρτυρα διά του ξίφους. Έπειτα το Ιερό λείψανο ρίχτηκε στην φωτιά, ενώ κάποιο θαρραλέοι πιστοί συνέλεξαν τμήματα των λειψάνων.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ: Από το έργο του σώζεται η Επιστολή προς Φιλιππησίους, ενώ στον 2ο μ.Χ. αιώνα ανάγεται το “Μαρτύριον Πολυκάρπου”, ένα από τα αρχαιότερα κείμενα της Εκκλησιαστικής Γραμματείας, που γράφηκε από τον Γάιο, μαθητή του Αγίου. Το “Μαρτύριον” αυτό που είναι ουσιαστικά μια επιστολή της Εκκλησίας της Σμύρνης προς την Εκκλησία Φιλομηλίου της Φρυγίας, συμπεριλαμβάνεται και στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου Καισαρείας.











1. Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία, 4, 14, 3.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Η ασωτία Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου - συγγραφέα + ΒΙΝΤΕΟ

  Η ασωτία +ΒΙΝΤΕΟ Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου - συγγραφέα Η ασωτία της ανθρωπότητας οδηγεί σε ινστιτούτα αδυνατίσματος ή την α...

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ....