Ετικέτες - θέματα

22.4.25

Η Απιστία [+ΒΙΝΤΕΟ] του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου

 

Η Απιστία  [+ΒΙΝΤΕΟ] 

του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου 


  ΓΕΝΙΚΑ: Απιστία, είναι η έλλειψη πίστης στο Θεό και στις διδασκαλίες του Χριστιανισμού. 
  Διακρίνεται από τη δυσπιστία ή ολιγοπιστία (όπως συνέβη προς στιγμήν με το Άγιο Απόστολο του Κυρίου Θωμά) όχι στην ουσία, αλλά στο βαθμό απιστίας. Η απιστία έχει επιπτώσεις στις κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις του ανθρώπου και στον ηθικό βίο του. Αλλά και αντίστροφα: ο τρόπος ζωής και τα βιώματα μπορούν να έχουν επιπτώσεις στην όλη προσωπικότητα, τη θρησκευτικότητα ή το βαθμό της πίστης μας.

ΑΙΤΙΑ: Σε κάποιους το συναίσθημα εξάρτησης από κάποια ανώτερη δύναμη είναι χαλαρό και έτσι ρέπουν στην απιστία. Σε άλλους αιτία της απιστίας μπορεί να είναι χαλαρότητα των συναισθημάτων ενοχής ή αμαρτωλότητας, έλλειψη ηθικής συνείδησης και ροπή στην αμαρτία. Για πολλoύς θρησκειολόγους το συναίσθημα αμαρτωλότητας αποτελεί βάση της θρησκευτικότητας. Κατά τη Βίβλο, η απιστία μπορεί να οφείλεται σε: ασεβή καρδιά (Εβρ. γ΄12), σκληροκαρδία (Μάρκ. ιστ΄ 14), απομάκρυνση από την αλήθεια (Ιωάν. η΄ 44-46), σκοτισμό (Ιωάν. ιβ΄ 39-40), ή εξ αιτίας της ανθρωπινής δόξης (Ιωάν. ε΄14). Η απιστία είναι ένα ελεύθερο έργο του ανθρώπου που δε θέλει να πιστέψει στον Θεό (Ιωάν. ιθ΄ 9-10), στις υποσχέσεις Του και στα θαύματα Του (Ιωάν. ιβ΄37, Ψαλμ. οζ΄36).

ΑΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ “ΠΤΩΣΗ”: Ο Θεός, κατά τη δημιουργία, δεν έδωσε την απόλυτη ευτυχία, στο κατ' εικόναν Του πλάσμα, για να μην υπερηφανευθεί για τα πολλά χαρίσματά του και για να παρακινηθεί από την επιθυμία του τελειοτάτου αγαθού, επιδιώκοντας όλο και περισσότερο να το αποκτήσει. Επομένως αιτία της Πτώσης υπήρξε η ατέλεια πίστης και αγάπης προς το Δημιουργό. Ο διάβολος, υποτάσσοντας την ανθρωπότητα “κατάφερε, αντί να λατρεύουμε τον μόνο άκτιστο και άναρχο Θεό, να καθιερώσει λατρεία πλήθους ψεύτικων θεών. Βρήκε τρόπους να διαφθείρει όσους τον ακούν: προσπαθεί να παρουσιάσει ως υπαίτιο κάθε κακού το δημιουργό” (Μάξιμος Γραικός). Έτσι, συνεχίζει ο ίδιος Πατέρας, “ο άνθρωπος ξέχασε την Χάρη, την ιερή αγάπη, την αλήθεια, (...) τη σωφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη. Έχουν τυφλωθεί τα μάτια της ψυχής του”. Ακόμη, “η απιστία, προέρχεται από την ελεύθερη προαίρεση του ανθρώπου που αιχμαλωτίζεται ματαιοδοξώντας στα εφήμερα πράγματα του παρόντος αιώνος” (Εφραίμ Σύρος).

ΑΠΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ: Συχνά η απιστία εμφανίζεται στην εφηβία. Οφείλεται στο οικογενειακό περιβάλλον, όταν, δηλαδή, οι γονείς, κυρίως η μητέρα, είναι αδιάφοροι ή τυπικοί στην θρησκευτική ανατροφή των παιδιών τους. Γράφει ο γέρων Σοφρώνιος του Έσσεξ: “Αν οι γονείς φέρονται προς την πράξη της γεννήσεως με τη συνείδηση ότι το γεννώμενο είναι αληθινά «υιός άνθρωπου» κατ’ εικόνα του Υιού του Ανθρώπου, τότε προετοιμάζονται για την πράξη αυτή όχι όπως συνήθως γίνεται αυτό. Οι γυναίκες της εποχής μας έχασαν την υψηλή αυτή συνείδηση, άρχισαν να γεννούν προπαντός κατά σάρκα. Τα παιδιά μας έγιναν ανίκανα για την πίστη, αδυνατώντας να πιστέψουν ότι είναι εικόνα του Αιωνίου Θεού. Αν οι γονείς γεννούν παιδιά συναισθανόμενοι την άκρα σπουδαιότητα του έργου αυτού, τότε αυτά θα γεμίζουν από Πνεύμα Άγιο, από “κοιλίας μητρός” και η πίστη στον Θεό, θα γίνει γι’ αυτά φυσική, και καμία επιστήμη δεν θα μπορέσει να κλονίσει την πίστη αυτή, γιατί το γεννώμενον εκ Πνεύματος πνεύμα έστιν.” Στην ίδια ηλικία η εμφανιζόμενη απιστία μπορεί να οφείλεται στο κοινωνικό περιβάλλον, συχνότερα όμως από την ανάγνωση αντιθρησκευτικών ή άλλων επιβλαβών βιβλίων, την παρακολούθηση ασέμνων θεαμάτων, διάφορους ιστότοπους, κ.ά.

ΤΟ “ΤΥΧΑΙΟ”: Η απιστία μπορεί να εμφανισθεί από τυχαία γεγονότα της ζωής μας, όπως απώλεια περιουσίας ή θάνατος, ιδιαίτερα άωρος, προσφιλούς προσώπου. Συχνά όμως τέτοια γεγονότα έχουν και θετικό αντίκτυπο στην πίστη. Ιδιαίτερα θέματα υγείας ή απειλούμενος θάνατος προσφιλούς, φέρνουν πλησιέστερα στο Θεό άτομα μέχρι τότε θρησκευτικά αδιάφορα.

Η “ΛΟΓΙΚΗ”: Υπάρχει και η απιστία που οφείλεται σε ορθολογισμό ή ψυχρή λογική. Αυτό αποτελεί φαινόμενο των τελευταίων αιώνων και παρατηρείται συνηθέστερα μεταξύ επιστημόνων και κάποιων “διανοουμένων”. Καλύτερος όρος περιγραφής της κατάστασή τους, όμως, είναι η “αθεϊα”. Αυτοί, υπερτιμώντας της δυνατότητες του ανθρώπινου ορθού λόγου, επιζητούν να υποβληθούν όλα στον έλεγχο των αισθήσεων ή της νόησης. Πρωτοπαρουσιάστηκε από ανθρώπους των γραμμάτων και των επιστημών την περίοδο του λεγόμενου “Διαφωτισμού”. Επειδή οι χριστιανικές αλήθειες, που πηγάζουν από τη θεία αποκάλυψη, υπερβαίνουν το επιστητό, απορρίπτονται apriori απ' αυτούς. Σήμερα ο άπιστος αρνείται οτιδήποτε υπερβαίνει την ανθρώπινη κατανόηση, αποδεχόμενος μόνο την παρατήρηση και τον ορθό λόγο. Αυτή η άρνηση είναι μια μορφή οξύμωρου στουθοκαμηλισμού, διότι η περιορισμένων δυνατοτήτων ανθρώπινη διάνοια δεν μπορεί μέσω της “θεοποιημένης” πια επιστήμης, να κατασκευάσει αποδείξεις που να στρέφονται κατά των δογμάτων της χριστιανικής πίστης. Η μεγαλύτερη όμως αστοχία στις ήμερες μας έγκειται στο ότι οι άνθρωποι βυθίστηκαν στην απόγνωση και δεν πιστεύουν στην Ανάσταση. Ο θάνατος εκλαμβάνεται ως εκμηδένιση, ενώ είναι στιγμή αλλαγής της μορφής της υπάρξεώς μας, ως ημέρα γεννήσεώς μας στην ανώτερη ζωή, στο πλήρωμα της ζωής που ανήκει στο Θεό. Το Ευαγγέλιο λέει: «Ο πιστεύων εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον ο δε απειθών τω Υιώ ουκ όψεται ζωήν» (Ιωάν. γ΄36). Δεν είναι άραγε η νέα απιστία συνέπεια της ευρύτερης μορφώσεως, όταν τα λεγόμενα της Γραφής εκλαμβάνονται στο νου του “μορφωμένου” μύθος, και όνειρο;

ΑΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ: Η πίστη ελαττώθηκε σήμερα λόγω αποξένωσης των Χριστιανών από την Εκκλησία. Οι άνθρωποι εγκαταλείπουν την Εκκλησία πέφτοντας στις αιρέσεις από την έλλειψη γνώσεως του θείου λόγου, της Ιεράς Παραδόσεως και της διδασκαλίας των Πατέρων, από την απάτη του διαβόλου, που ξεγελά με πάθη, όπως υπερηφάνεια (αυτή δημιούργησε τις περισσότερες αιρέσεις στην ιστορία), μέθη, ακολασία, οίηση, διαζύγια, εκτρώσεις, κ.λ.π. Η πίστη ψυχραίνεται ακόμη από την έλλειψη πολλών αφοσιωμένων λειτουργών με υποδειγματική ζωή, από την έλλειψη πνευματικής εμπειρίας, πραότητας, επιμονής, κ.λ.π. Ο πολλαπλασιασμός αιρέσεων και ψευδοπροφητών, ιδιαίτερα σήμερα, προδηλώνει τα έσχατα. Αυτήν την αλήθεια την φανερώνει ο ίδιος ο Κύριος, που για την Δευτέρα Παρουσία Του στην γη, λέει: "πολλοί ψευδοπροφήται εγερθήσονται και πλανήσουσι πολλούς...".

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ: Η απιστία αποτελεί πραγματική κακοδαιμονία, διότι ο άνθρωπος, στερούμενος ελπίδας και εμπιστοσύνης στον Θεό, είναι σαν ακυβέρνητο πλοίο που παρασύρεται από τα κύματα της ζωής, τις θλίψεις και τις συμφορές του βίου. Δεν βρίσκει πουθενά παρηγορία, χάνει το θάρρος του, βιώνει την κατάθλιψη, άγχεται ή οδηγείται στην αυτοκτονία. Έτσι η απιστία έχει πάντα θλιβερά αποτελέσματα στην ατομική, οικογενειακή και κοινωνική ζωή.

ΕΠΑΝΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ: Ο ρόλος της Εκκλησίας, στους δύσκολους καιρούς που βιώνουμε ως έθνος και ποίμνιο, είναι το πώς να πείσει τους ανθρώπους ότι είναι αληθινά τέκνα του αιωνίου Πατρός, πώς να δείξει στον κόσμο τη δυνατότητα μιας άλλης ζωής, όμοιας προς τη ζωή του ιδίου του Χριστού. “Η Εκκλησία οφείλει να φέρει στον κόσμο πίστη και βεβαιότητα στην ανάσταση. Τότε περιττεύουν άλλες ηθικιστικές διδασκαλίες.” (Σοφρώνιος Έσσεξ). Αυστηρός είναι ο λόγος του Θεού στους “χλιαρούς” ποιμένες, όπως στον επίσκοπο Λαοδικείας: “Οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός. (...) μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου” (!) και στον επίσκοπο Σάρδεων: “εάν ουν μη γρηγορήσης, ήξω επί σε ως κλέπτης” (Αποκ. γ΄16,3). Ο λόγος της Εκκλησίας, που οφείλει να επανευαγγελίσει το λαό πρέπει να οδηγεί στην ενδυνάμωση της πίστης ως δώρο Θεού (Β' Πέτρου α΄1), έργο Θεού (Πράξ. ια΄21), δώρο Αγίου Πνεύματος (Γαλ. ε΄22) και ότι εξαρτάται από την θέληση του ανθρώπου (Μάρκ. ε΄34). Κατά τον Πατερικό Λόγο, τα μέσα που θα βοηθηθήσουν τον άπιστο στην προσέγγιση του Θεό είναι το κήρυγμα, η ανάγνωση της Βίβλου, τα θαύματα του Θεού και η θεωρία των κτισμάτων του Θεού, διότι « Από τα ορώμενα και αισθητά αναγόμεθα με τον νου μας στην θεωρία των αοράτων» (Μ. Βασίλειος). Κυριότερο όμως μέσο με το οποίο κάποιος πιστέυει στον Θεό είναι το κήρυγμα της υποδειγματικής ζωής, το προσωπικό παράδειγμα, δηλαδή η κατά Χριστόν ζωή, που θα είναι απόδειξη έργω αυτών τα όποια θα διδάξει η Εκκλησία. Τότε δικαίως οι Ποιμένες θα ακούσουν: “ιδού δέδωκα ενώπιόν σουθύραν ανεωγμένην ην ουδείς δύναται κλείσαι αυτήν (...) ότι ετήρησάς μου τον λόγον και ουκ ηρνήσω το όνομά μου” (Αποκ. γ΄8)..

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com 

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: 



21.4.25

Η Μικρή Άρκτος + ΒΙΝΤΕΟ Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου

Η Μικρή Άρκτος + ΒΙΝΤΕΟ

Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου


    ΓΕΝΙΚΑ: Η Μικρή Άρκτος (Ursa Minor, στα Λατινικά-UMi) είναι αστερισμός που καταγράφηκε στην Αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που θέσπισε η Δ. Αστρονομική Ένωση. Στην Ελλάδα είναι αειφανής. Το σημαντικότερο ξεχωριστό γνώρισμα της Μικρής Άρκτου είναι ότι στα χρόνια μας περιέχει το Βόρειο Ουράνιο Πόλο και συνορεύει με τους αστερισμούς Καμηλοπάρδαλη, Δράκοντα και Κηφέα. Τα επτά φωτεινότερα άστρα της Μικράς Άρκτου δίνουν την εντύπωση ότι σχηματίζουν μια κουτάλα, όμως τα 4 είναι αμυδρά. Το άστρο στην άκρη του χερουλιού της κουτάλας είναι ο Πολικός Αστέρας [Polaris], ο αστέρας που χρησιμεύει για τον εντοπισμό του Βορρά, όσο και του ίδιου του αστερισμού του. Βρίσκεται αν προεκτείνουμε το ευθύγραμμο τμήμα μεταξύ των α και β της Μεγάλης Άρκτου προς την πλευρά του α κατά το πενταπλάσιο αυτού.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Λέγεται ότι τον αστερισμό καθιέρωσε τον 6ο αιώνα π.Χ. ο Έλληνας αστρονόμος Θαλής ο Μιλήσιος, αλλά είναι βέβαιο ότι ήδη χρησιμοποιούταν ως οδηγός από τους ναυτικούς. Στην αρχαιότητα η Μικρά Άρκτος, που σημαίνει «Μικρή Αρκούδα», ονομαζόταν «το φτερό του Δράκοντα», και ήταν τμήμα του αστερισμού Δράκων. Ο Άρατος ο Σολεύς, Έλληνας ποιητής, λέγεται ότι ονόμασε τον αστερισμό Κυνόσουρα, δηλαδή «ουρά σκύλου». Η ονομασία αργότερα υιοθετήθηκε και από τους Ρωμαίους [Cynosura], και διατηρήθηκε μέχρι και τους χρόνους της Αναγέννησης. Ο Βρετανός ιστορικός του 19ου αι. George William Cox ταύτισε τη λέξη με το Λυκόσουρα, που αρχικά θα σήμαινε «Ουρά του Φωτός» (παραβάλλοντας τις λέξεις λυκόφως, λυκαυγές). Παρόμοια ακούγεται το όνομα ενός αστερισμού από την αρχαία Μεσοποταμία, του Antasurra (που δημαίνει η άνω σφαίρα ή Annassurra (ψηλός που ανατέλλει). Οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν και το όνομα Ursa Phoenicia, από το αρχαίο ελληνικό όνομα του Πολικού Αστέρα, «Φοινίκη». Οι Άραβες γνώριζαν τη Μικρή Άρκτο ως Al Dubb al Asghar, ακριβής μετάφραση του «Μικρά Άρκτος», αλλά πριν επηρεασθούν από τους Έλληνες τη θεωρούσαν ως μια ακόμα νεκροφόρο τράπεζα, όπως και τη Μεγάλη Άρκτο, με τους αστέρες της ουράς να είναι οι πενθούσες κόρες (Banat al Naash al Sughra) του νεκρού που ακολουθούν σε νεκρική πομπή, όπως ακριβώς και στην περίπτωση της Μεγάλης. Ακόμα, οι Άραβες παρομοίαζαν την Μικρά Άρκτο με ψάρι, ενώ την αποκαλούσαν και Al Fass, η Τρύπα από όπου περνά ο γήινος άξονας. Στους Πέρσες ήταν το hlilagji, το Μυροβάλανον ή καρπός της χουρμαδιάς.Οι Βαβυλώνιοι ονόμαζαν τη Μικρή Άρκτο, Λεοπάρδαλη [Peter Jensen], έμβλημα του σκότους, όπως το σκότος συμβόλιζε και στην Αίγυπτο ως το τσακάλι του θεού Σηθ. Οι Κινέζοι την ονόμαζαν Peih Sing. Οι αρχαίοι Σκανδιναβοί την αποκαλούσαν «το μικρότερο άρμα» ή Θρόνο του Θωρ, ενώ οι απόγονοί τους [Δανία, Ισλανδία, Νορβηγία] ακόμα τη λένε Litli Vagn, Μικρό Κάρο. Ο Δάντης αποκαλούσε τους 7 αστέρες της Cornu, όνομα κοινό και στους επόμενους αιώνες, όπως φαίνεται και από γράμμα του Αμέρικο Βεσπούτσι, που ονομάζει τη Μικρή Άρκτο Elcorno. Παρόμοια, ήταν η Bocina (=σάλπιγγα) των Ισπανών βοσκών και Bogina (=βόας) των Ιταλών ναυτικών. Ο Καίσιος παρομοίασε την Μικρή Άρκτο με το άρμα που στάλθηκε από τον Ιωσήφ να φέρει τον πατέρα του στην Αίγυπτο, με το άρμα που μετέφερε το Προφήτη Ηλία στους ουρανούς και την αρκούδα που σκότωσε ο Δαβίδ. Το συνηθέστερο λαϊκό όνομα σήμερα στις ΗΠΑ είναι Little Dipper (=Μικρή Κουτάλα).


Μικρή και Μεγάλη Άρκτος
   ΟΙ ΦΩΤΕΙΝΟΤΕΡΟΙ ΑΣΤΕΡΕΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ: Στον αστερισμό υπάρχουν 39 αστέρες ορατοί με γυμνό μάτι, φαινομένου μεγέθους ≤ 6,5 [εννοείται μακριά από την αστική φωτορρύπανση]. Ο α της Μικρής Άρκτου είναι πολύ γνωστός ως ο Πολικός Αστέρας, και είναι ο φωτεινότερος του αστερισμού με φαινόμενο μέγεθος 2,02. Ο β Μικρής Άρκτου, είναι ο δεύτερος σε φωτεινότητα και έχει το όνομα: Kochab [Κοτσάμπ]. Ο γ ονομάζεται Φερκάντ, ο δ Γιλντού. Ο ε Μικρής Άρκτου έχει φαινόμενο μέγεθος 4,23, ενώ ο ζ, με φαινόμενο μέγεθος 4,32 ονομάζεται στην Κίνα Kow Chin.


 

  ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΑΡΚΤΟΥ: O γαλαξίας Νάνος της Μικρής Άρκτου ή UGC 9749, είναι μέλος της Τοπικής μας Ομάδας γαλαξιών, ορατός εντός των ορίων του αστερισμού, απέχει μόλις... 230.000 έτη φωτός από τη Γη. 

UGC 9749

Το φαινόμενο μέγεθός του είναι σχετικά χαμηλό [10,9] αλλά η πολύ χαμηλή επιφανειακή του λαμπρότητα τον καθιστά αόρατο για ερασιτεχνικά τηλεσκόπια, παρά το ότι έχει μικρές φαινομενικές διαστάσεις. Με τηλεσκόπιο είναι επίσης ανιχνεύσιμος ο ιδιόμορφος γαλαξίας Arp 185 ή NGC 6217 που έχει λίγο ακόμη μικρότερο φαινόμενο μέγεθος από τον προηγούμενο γαλαξία [11.2]. Ο αστερισμός καταλαμβάνει στο ουράνιο στερέωμα έκταση μόλις 255,9 τετραγωνικές μοίρες και είναι από τους μικρότερους [56ος] σε μέγεθος μεταξύ των 88 αναγνωρισμένων αστερισμών.

konstantinosa.oikonomou@gmail.com 

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ: 


18.4.25

Η τελευταία βαπτιστική του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη ΗΧΟΒΙΒΛΙΟ-AUDIOBOOK.GR Διαβάζει ο Κωνσταντίνος Οικονόμου

 Η τελευταία βαπτιστική 

του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη ΗΧΟΒΙΒΛΙΟ-AUDIOBOOK.GR

Διαβάζει ο Κωνσταντίνος Οικονόμου


   «Η Τελευταία Βαπτιστική» είναι ένα από τα πασχαλινά διηγήματα του Παπαδιαμάντη με δραματικό τέλος. Η ηρωίδα, η θεία Σοφούλα-Κωνσταντινιά ή Σαραντού όπως τη φώναζαν από το «Σαραντανονού», είναι μια γυναίκα σεβάσμια, με σύνεση, νοικοκυροσύνη και μεγάλη καρδιά. Τόσο μεγάλη όσο να χωράει κοντά στα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά της και σαράντα βαφτιστήρια που είχε! Εκείνη τη Μεγάλη Πέμπτη όλοι οι βαπτιστικοί από τον μεγαλύτερο, που ήταν πια είκοσι ετών, μέχρι τη μικρότερη, την τελευταία βαπτιστική, τη Σοφούλα, μόλις δύο ετών, την είχαν επισκεφθεί. 

   
   Αυτή η τελευταία βαπτιστική, το τεσσαρακοστό πνευματικό της τέκνο, ήταν η αδυναμία της, το χαϊδεμένο της. Η μικρή Σοφούλα βγήκε να παίξει κρυφτό με τα άλλα παιδιά, τα οποία έπαιζαν στον κήπο, κοντά στο πηγάδι…

Η συγκινητική συνέχεια στο ΒΙΝΤΕΟ-AUDIOBOOK που ακολουθεί:



17.4.25

Η Ήβη: η θεότης της νιότης από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου

 

Η Ήβη: η θεότης της νιότης

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου



    ΓΕΝΙΚΑ: Η Ήβη, στον ελληνικό Μύθο, ήταν η θεότητα της νεολαίας και της νεότητας1. Το ρωμαϊκό αντίστοιχο, κατ΄ απομίμηση της ελληνικής Μυθολογίας κι εδώ, ήταν η Juventus. Ήταν κόρη του Δία και της Ήρας2 και θεωρείτο οινοχόος των θεών, αφού εξυπηρετούσε τους Ολύμπιους θεούς στα συμπόσιά τους με νέκταρ και αμβροσία. Καθήκον της ήταν ακόμη η προετοιμασία των λουτρών του Άρη, ενώ βοηθούσε την Ήρα όταν εκείνη προετοίμαζε το άρμα της3. Από τον Ηρακλή, που μετά την αθανασία του και την ανακήρυξή του σε θεό, νυμφεύτηκε την Ήβη, απέκτησε δυο γιους. Τον Αλεξιάρη και τον Ανίκητο4. Η Ήβη εμφανίζεται ως η έχουσα την εξουσία να δίνει την αιώνια νεότητα, και στην τέχνη εμφανίζεται συνήθως μαζί με τον πατέρα της, το Δία, με το σύμβολο ενός αετού, προσφέροντας συχνά ένα φλιτζάνι σε αυτόν. Η παράσταση ήταν συχνή στην κλασική Εποχή, χαραγμένη συνήθως σε πολύτιμους λίθους, αλλά στην ύστερη Αρχαιότητα, φαίνεται να σχετίζονται με την πεποίθηση ότι ο αετός [όπως και το μυθικό πουλί Φοίνικας], είχε την ικανότητα να ανανεώσει τον άνθρωπο επαναφέροντάς τον στην εφηβική ηλικία των 18 ετών, ικανοποιώντας έτσι τον αιώνιο πανανθρώπινο πόθο.

  ΑΡΧΑΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ: Στην τραγωδία του Ευριπίδη, “Ηρακλείδες”, η Ήβη χορήγησε ξανά τη νεότητα στον Ιόλαο, μετά από την προσευχή του σ΄ αυτή, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τον διώκτη των Ηρακλειδών, Ευρυσθέα και το στρατό του. 

   Στην τέχνη, η Ήβη απεικονίζεται συνήθως φορώντας ένα αμάνικο φόρεμα. Αξίζει να αναφερθεί ότι η Ήβη ήταν ένα εξαιρετικά δημοφιλές θέμα στη δυτική τέχνη κατά την περίοδο από 1750 έως 18505

   Οι Φλειάσιοι, που ζούσαν κοντά στη Σικυώνα, τιμούσαν την Ήβη, την οποία αποκαλούσαν και [η] Δία, ως προστάτη των ικετών. Η Ήβη επίσης λατρευόταν ευρύτερα στην Ελλάδα ως θεά της χάριτος ή της συγχώρεσης. Έτσι ένας φυλακισμένος για να απελευθερωθεί, έπρεπε να κρεμάσει τις αλυσίδες του σε ιερά άλση της θεάς, όπως για παράδειγμα συνέβαινε στο ιερό της στο Φλειούντα.



   ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ: Το όνομα Ήβη προέρχεται από την ελληνική λέξη που σημαίνει “νεότητα” ή “κύριος της ζωής”. Από αυτό η ηλικία της νεότητας ονομαζόταν και ονομάζεται “εφηβεία” [> επί την ήβην], ο νέος στην ηλικία των δεκαοκτώ, “έφηβος”, ενώ ακόμη και η στράτευση στην αρχαία Αθήνα που οριζόταν σ΄ αυτή την ηλικία ονομαζόταν “εφηβεία”.


Konstantinosa.oikonomou@gmail.com

1. Στην πρωτο-Ινδοευρωπαίκή=(H) IEG w -eh-,= “η νεολαία, το σθένος", σχετ. Beekes, Ετυμολογικό Λεξικό της Ελληνικής, Brill, 2009, 507 σ.

2. Σχετικά: Ησίοδος, Θεογονία, 921. Όμηρος, Οδύσσεια, Λ, 601. Πίνδαρος, Τέταρτη Ωδή Ισθμιονικών, Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1.13.

3. Ιλιάδα, Ε 722.

4. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 2. 7.7.

5. Το 1773, ο Francois-Hubert Drouais, ζωγράφισε την Μαρία Αντουανέττα {!!} ως Ήβη!

Αλέξανδρος Μωραϊτίδης: Άρατε πύλας AUDIOBOOK-ΗΧΟΒΙΒΛΙΟ διαβάζει ο Κων/νος Οικονόμου

 Αλέξανδρος Μωραϊτίδης: Άρατε πύλας AUDIOBOOK-ΗΧΟΒΙΒΛΙΟ

διαβάζει ο Κων/νος Οικονόμου



   Το ''Άρατε πύλας'', είναι ένα διήγημα του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη, που πρωτοδημο-σιεύτηκε το 1891. Ο συγ-γραφέας και δημοσιογράφος Αλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850-1929) ήταν εξάδελφος του Αλέξανδρου Παπαδια-μάντη από την πλευρά της μητέρας του.



Ὁ μπαρμπα-Κώστας, ἕως 65 ἐτῶν γέρων, ἄγαμος κ' ἐν τῷ παρελθόντι κ' ἐν τῷ μέλλοντι πλέον, εἶχε προσληφθῆ ἀπὸ 15 ἐτῶν ὡς ὑπηρέτης ἐν τῷ ναΐσκω τῆς κωμοπόλεως, ὡς ἐκκλησιάρχης κατὰ τὴν συνήθειαν τῶν πόλεων, ὡς κανδηλάπτης κατὰ τὴν γλώσσαν τοῦ λαοῦ. Ἤξευρε καὶ ὀλίγα γραμματάκια. Ἦτο μέτριος τὸ ἀνάστημα. Κατ' ἀρχὰς εἶχεν ἐπιδοθῆ εἰς τὸ ναυτικὸν στάδιον, ἀκολουθῶν τὸ γενικὸν ρεῦμα τῶν κατοίκων τῆς θαλασσινῆς πολίχνης. Διὰ δὲ τῆς φιλοπονίας του κατώρθωσε νὰ ἀποκτήσῃ καὶ μικρὰν λέμβον, ἀγοράσας αὐτὴν ἀντὶ εὐτελοῦς ποσοῦ, ἡμισύντριμμα ἀπό τινος ναυαγήσαντος ὁλλανδικοῦ ἱστιοφόρου, μίας φοβερᾶς Οὔρκας, εἰς τὴν διάσωσιν τῶν ναυαγίων τῆς ὁποίας εἰργάσθη, ἀνακαλύψας ἐκεῖ εἰς τὸ ἄνεμο, εἰς τὰς ὀπὰς καὶ ῥαγάδας τῆς τρικυμιώδους ἀκτῆς, καὶ ἕνα κασκέτο ὁλλανδικόν, ἀντὶ δὲ τῶν ὀλίγων μισθῶν του ἔλαβε τὴν χαλασμένην ἐκείνην λέμβον, τὴν σκαμπαβίαν, ὡς τὴν ὠνόμαζεν.

Ἐπειδὴ δὲ ἦτο κατεσκευασμένος κατὰ τὴν παροιμίαν πολυτεχνίτης καὶ ημοσπίτης, μόνος του ἤξευρε καὶ ὀλίγην μαραγκοσύνην ἐπιδιώρθωσε τὴν λέμβον καὶ ἐκυκλοφοροῦσε μὲ τὸ κασκέτον, τὸ ὁποῖον ἐφόρει πάντοτε, ἐπονομασθεῖς διὰ τοῦτο «Ὁλλαντέζος». Πλὴν δὲν ἦτο διόλου τυχηρὸς ὡς κυβερνήτης. Περισσότερον τυχηρὸς ἦτο ὅταν δὲν εἶχε τίποτε. Πρέπει νὰ ἐναυάγησε πεντάκις μὲ τὴν σκαμπαβίαν του ἐκείνην, πότε εἰς τὰς ἀκτὰς τῆς νήσου μεταφέρων τὸν Ἰούνιον θημωνίας σίτου ἀπὸ ἑνὸς ὅρμου εἰς ἕτερον, πότε εἰς τὰς ἀκτὰς τῆς Εὐβοίας τὸν Αὔγουστον, ὄτε συνήθιζε νὰ μεταφέρῃ εἰς Λοκρίδα τοὺς μελισσάδες τῆς νήσου.

—« Ὅλο μέσ' στὸ καλοκαίρι πέφτεις ὄξω, καημένε λλαντέζο», τῷ παρετήρουν οἱ κάτοικοι φιλοσκώμμονες πάντοτε.

—« Ἔλα ντέ!», ἀπῆντα ὁ θαλασσοπνιγμένος ναύτης, ὅστις μετὰ τὸ ναυάγιον ἀνήρχετο τὸν ἀνήφορον τῆς ἀγορᾶς, ὑψηλὰ κρατῶν τὴν κεφαλήν, ὡς νὰ ὑπερηφανεύετο, διότι κατώρθωνε νὰ ναυαγῇ καὶ νὰ διασώζεται.

Τέλος, νύκτα τινὰ τοῦ χειμῶνος μεταφέρων ξύλα ἀπὸ τῆς Κεχρεᾶς, καὶ συναντήσας τρικυμίαν κατὰ τὴν ἐπιστροφήν του, μόλις ἔσωσε τὴν ζωήν του καὶ τὸ κασκέτο του τὸ ὁλλανδικόν, ῥιφθεῖς ἔξω εἰς τοὺς βράχους τοῦ Μικροῦ Ἀσέληνου, ἀποτόμου καὶ ἀλιμένου ἀκτῆς, ὅπου ἡ σκαμπαβία διελύθη εἰς τὰ ἐξ ὧν συνετέθη. Καὶ τὰ μὲν καρφία ἐβυθίσθησαν εἰς τὸν βαθὺν πυθμένα, αἳ δὲ σανίδες διεσπάρησαν εἰς τὸ πέλαγος μεταβληθεῖσαι εἰς γιαλόξυλα.

Καὶ τότε πλέον ἀνέβη τὸν ἀνήφορον τῆς ἀγορᾶς χωρὶς νὰ ἔχῃ ὑψηλὰ τὴν κεφαλὴν του ὁ ἀφελὴς ναυαγός. Εἶχε σύρει τὸ κασκέτο μέχρι τῶν ὤτων καὶ ἀνέβαινε χωρὶς νὰ βλέπῃ σχεδόν, προσκρούων εἰς τὰ λιθάρια καὶ τὰ καλδερίμια.

Τοῦ ἦλθεν ὡς ἐντροπὴ καὶ ἔκτοτε δὲν ἐπάτησεν εἰς τὴν θάλασσαν, ἀλλ' ἀφιερώθη εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς Ἐκκλησίας ἀποκτήσας τὴν ἀγάπην τῶν ἐφημερίων, τῶν ἐπιτρόπων καὶ τῶν ἐνοριτῶν. Ἰδίως ὅμως τὸν ἠγάπησαν τὰ μικρὰ παιδία, διότι τόσον καλὰ καὶ μὲ τόσην τάξιν ἐμοίραζε πρὸς αὐτὰ τὰ κόλλυβα ὁ «λλαντέζος», ὥστε ἔπαιρναν ὅλα μὲ ἡσυχίαν.

Καὶ διὰ τοῦτο καὶ τὸν ἐσέβοντο, τηροῦντα σιωπὴν ἀπόλυτον ἐν τῷ ναῶ. Καὶ τὸν ἔβλεπες ἐκεῖ τὸν μπαρμπα-Κώσταν μὲ τὸ ὀλλανδικὸν κασκέτο του ἐν μέσῳ τῶν παιδίων ὡς ἀπόμαχον πλοίαρχον διατάσσοντα ἐν τάξει τὰ πάντα. Καὶ μήπως δὲν ἦτο ἀπόμαχος πλοίαρχος; Καὶ μήπως δὲν ἔπιε τὴν θάλασσαν μὲ τὴν κουτάλαν, ὡς λέγουν;

Τί τάχα νὰ ταξιδεύῃ τις εἰς τοὺς φοβεροὺς ὠκεανοὺς ἢ εἰς τὰ κοιμώμενα παράλια τοῦ Μαλιακοῦ; Τί τάχα νὰ ναυαγήσῃ τις εἰς τὸν Εὔξεινον Πόντον ἢ εἰς τὴν εἰρηνικὴν ἀκτὴν τοῦ Παγασητικοῦ; Τὸ ναυάγιον εἶναι πάντοτε ναυάγιον καὶ ὁ ἄνθρωπος πνίγεται ὁμοίως εἴτε εἰς τὸ πέλαγος εἴτε εἰς τὸν λιμένα. Καὶ εἰς μία φούχτα νερὸ ἀκόμη.

Ὁ μπαρμπα-Κώστας κατέστη εἰδικὸς ὅμως εἰς μίαν ὑπηρεσίαν σπουδαίαν τῆς Ἐκκλησίας, διὰ τὸ ὁποῖον ἠγαπάτο ἀπὸ ὁλόκληρον τὴν πολίχνην. Ὑπεκρίνετο περίφημα τὸν ᾍδην τὸ Μέγα Σάββατον, κατὰ τὴν ἐπάνοδον τοῦ Ἐπιταφίου.


 Εἶναι συνήθεια ἀρχαιοτάτη εἰς τὴν νῆσον, ἀφοῦ ὁ Ἐπιτάφιος ἐν λιτανείᾳ περιέλθη ἐν ὡραίῳ πανοράματι τὴν ἐνορίαν ὅλην, κατὰ τὴν ἐπιστροφὴν νὰ κλείωνται αἳ πύλαι τοῦ ναοῦ καὶ νὰ μὴ ἐπιτρέπηται ἡ εἰς αὐτὸν εἴσοδος τοῦ Ἐπιταφίου. Παρίσταται κατὰ τρόπον παραδόξον ἡ σκηνὴ τῆς εἰς ᾍδου καταβάσεως τοῦ Σωτῆρος, ὡς φέρεται τοῦτο ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ παραδόσει.

Τότε ὁ πρῶτος τῶν ἐφημερίων, προσεγγίζων εἰς τὰς πύλας κελεύει ἐπιτακτικῶς κρούων αὐτᾶς καὶ κράζων:

— «ρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης!».

Ὁ δὲ ἔσωθεν τῶν κεκλεισμένων πυλῶν παρὰ τὰ κλεῖθρα ὑποκρινόμενος τὸν ᾍδη ἐρωτᾶ αὐθαδῶς:

— «Τὶς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;».

Ἡ ἐπιτακτικὴ κέλευσις ὡς καὶ ἡ αὐθάδης ἐρώτησις ἐπαναλαμβάνονται ἐκ τρίτου. Καὶ τότε τὴν τρίτην φορὰν ὁ ἱερεὺς ὠθῶν ἰσχυρῶς διὰ τοῦ ποδὸς καὶ τῶν χειρῶν τὰς πύλας, ἀναφωνεῖ ἐν κυριαρχικῇ δυνάμει:

— «Κύριος τῶν Δυνάμεων, αὐτὸς ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς Δόξης!». Καὶ ἀνοίγει βασιλικῶς καὶ αὐταρχικῶς τὰς πύλας, καὶ οὕτως εἰσέρχεται εἰς τὸν ναὸν ὁ Ἐπιτάφιος.

Εἰς ταύτην λοιπὸν τὴν παράστασιν κατέστη εἰδικώτατος ὁ μπαρμπα-Κώστας. Ὑπεκρίνετο τόσον ἐπιτυχῶς τὸ πρόσωπον τοῦ ἀντάρτου ᾍδου, τοῦ μὴ θέλοντος ν' ἀναγνωρίσῃ Δεσπὸτην καὶ Κύριον ἀνώτερόν του, ὥστε τρόμος κατελάμβανε τὸ πλῆθος ὅτε ἤκουε τὰς τρομερὰς ἐκείνας ἐρωτήσεις του:

— «Τίς ἐστιν οὗτος, ὁ βασιλεὺς τῆς Δόξης;».

Ἐτόνιζε τὰς λέξεις κατ' ἴδιον τινὰ τρόπον πολὺ τρομακτικόν. Ἐκίνει τὴν κεφαλὴν του ἔσωθεν, ἠγρίευε τοὺς ὀφθαλμούς του, αἳ τρίχες τῆς κόμης του ἀνεσουσουρώνοντο, καθὼς τὸν περιέγραφον ὅσοι ἔμενον ἔνδον νὰ τὸν θαυμάσουν κατὰ τὴν θαυμασίαν του ὑπόκρισιν, ὅλον τὸ σῶμα τοῦ ἔτρεμε· κ' ἐν γένει ἐπαθαίνετο ὡς νὰ ἦτο αὐτὸς ὁ ᾍδης ἀληθῶς μὲ τὴν σατανικὴν ἐπὶ τοῦ κόσμου δύναμιν, προαισθανόμενος προσεγγίζον τὸ τέλος του.

Καὶ κατὰ τὸ ἔτος τοῦτο τὸ Μέγα Σάββατον τὴν αὐγὴν ὁ μπαρμπα-Κώστας ἦτο εἰς τὴν θέσιν του ὑπερήφανος διὰ τὸ πρόσωπον τὸ φοβερὸν ὁπού ἤθελε ὑποκριθῇ. Καθήμενος πρὸ τῶν πυλῶν τοῦ κενοῦ, πλὴν καταφωτίστου ναοῦ, ἀνέμενε τὴν ἐπάνοδον τοῦ Ἐπιταφίου, ἔχων ὕφος ἐπίσημον κυριάρχου. Δὲν ἦτο πλέον ὁ πτωχὸς κανδηλάπτης μὲ τὴν κεφαλὴν κάτω. Ἵστατο ἀσκεπὴς ἐπὶ τοῦ μαρμαρίνου κατωφλίου ὡς εἰ ἔλεγεν:

— «Ἐγὼ εἶμαι! Δὲν δέχομαι κανένα μέσα, οὔτε τὸν Βασιλέα».

Ἰδού! ἀκούονται μακρόθεν ψαλμωδίαι γλυκύτατοι καὶ τρυφεραὶ ὡς κλαυθμοί, ὡς θρῆνοι:

— «Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον!…», ψάλλουσι τὸ πομπικὸν ἄσμα. «Τὸν ἥλιον κρύψαντα», τὸ ἐξόδιον μέλος, τὸ τρυφερὸν ἐκεῖνο τροπάριον, τὸ ὁποῖον συγκινεῖ καὶ τὰ ἄψυχα:

— «Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον!…».

Ὁ Ἰωσὴφ παρακαλεῖ τὸν Πιλάτον ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτῷ νὰ θάψῃ «τὸν ξένον Ἰησοῦν καὶ ὠνειδισμένον…». Ψάλλουσιν οἱ μελίφθογγοι ψάλται, ἀκολουθοῦντες τὴν λιτανείαν τοῦ Ἐπιταφίου καὶ ὑπηχεῖ ὁ λαὸς ὡς δι' ἑνὸς στόματος…

… Ἤδη ὁ μπαρμπα-Κώστας ἔκλεισε τὰς πύλας τοῦ ναοῦ. Ἡ λιτανεία ἕστη πρὸ αὐτοῦ ἐν τῇ μικρᾷ πλατείᾳ. Καὶ ὁ Ἐπιτάφιος ἕστη ὡσαύτως, πλὴν κρατεῖται ὑψηλὰ πολὺ ἀπὸ τοῦ ἐδάφους ἐπιτηδείως, μὴ γίνῃ προπετὴς διαρπαγὴ τῶν λαμπάδων ἀκαίρως. Ὀπίσω δὲ εἰς δύο γραμμὰς ἔνθεν καὶ ἔνθεν μὲ τὰς λαμπάδας ἀναμμένας ἵστανται ἐν σιγῇ οἱ ἄνδρες χωριστὰ καὶ χωριστὰ αἳ γυναῖκες. Τὸ ᾄσμα ἔπαυσεν.

Ὁ γέρων Οἰκονόμος τότε ἀργὰ-ἀργὰ πλὴν μετὰ δυνάμεως ἱκανῆς -τους εἶχε ζωηρεύσει ὅλους τόσα χρόνια ὁ ζωηρὸς τρόπος τοῦ μπαρμπα Κώστα- κελεύει:

— «ρατε πύλας οἱ Ἄρχοντες ὑμῶν καὶ ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης!»

Καὶ πάραυτα ἀκούεται ἔσωθεν φωνὴ τραχεία καὶ ἠχηρά, ὡς ὅταν φωνάζουν διὰ τῆς κογχύλης οἱ ἁλιεῖς, φωνὴ ὑπέροφρυς, αὐθάδης φωνή:

— «Τίς ἐστιν οὗτος, ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;»

Τόσον δὲ ζωηρὰ, ὥστε ποτὲ δὲν τὸ ἐνθυμοῦντο οἱ ἄνθρωποι. Τινὲς μάλιστα ἐψιθύρισαν δειλά:

— «Ἔχει ὄρεξι ἐφέτος ὁ λλαντέζος

Τότε τινές, ἰδίως ἐκ τῶν ναυτῶν, ἐκπλαγέντες ἀπὸ τὴν προπετῆ πρόσκλησιν, ἤρχισαν νὰ ἑτοιμάζουν τὰς χονδρᾶς ἐξ ἐλαίας ράβδους των, νομίσαντες ὅτι θ' ἀρχίσῃ ἀληθὴς πάλη πρὸς ἐκβίασιν τῆς εἰσόδου. Καὶ ὁ ἱερεὺς τὴν τρίτην φορὰν ἐμπνευσθεῖς καὶ αὐτὸς ἐκ τῆς ἐμπνεύσεως τοῦ ἀγαθοῦ κανδηλάπτου ἐκραύγασεν ἐπιτακτικώτερον τὸ «ρατε», ὡς νὰ ἤθελε νὰ κατανικήσῃ καὶ τὴν τελευταίαν ἀντίστασιν τοῦ ζωηροῦ ᾈδάρχου καὶ συγχρόνως ὤθησε μετὰ δυνάμεως ἀσυνήθους τὰς πύλας διὰ χειρῶν καὶ ποδῶν, ἐπιδοκιμάζοντος τοῦ πλήθους. Καὶ πάραυτα ἀνεώχθησαν πέρα-πέρα μετὰ πατάγου φοβεροῦ αἳ πύλαι καὶ κρότου μὴ ἀκουσθέντος ἄλλοτε. Κι ἔλαμψαν ἰδοὺ οἱ ἀναμμένοι τοῦ ναοῦ πολυέλαιοι. Ὁ δὲ ἱερεὺς ψάλλων τὸ «ὁ Μονογενὴς Υἱός…» ἠτοιμάζετο νὰ εἰσέλθῃ, ὅτε ἐξαίφνης καὶ συγχρόνως κραυγαὶ ἠκούσθησαν, κραυγαὶ ὡς ἀπὸ δυστυχήματος ἀνελπίστου.

Ὁ μπαρμπα-Κώστας ἀφιερωθεῖς ἐν τῇ προσφιλεῖ του ἀπομιμήσει ἐλησμόνησε μετὰ τὴν τρίτην ἐρώτησιν νὰ παραμερίσῃ εἰς τὰ πλάγια, καὶ τὰ φύλλα τῆς βαρείας πύλης βιαίως ἀνοιγέντα τὸν ἐκτύπησαν εἰς τὰς σιαγόνας, διότι ὑπεκρίνετο ἐγγύς τῆς ὀπῆς τῆς κλειδός, καὶ τὸν ἔῤῥιψαν κάτω εἰς τὰς πλάκας βροντήσαντα ὡς κορμὸν δρυὸς καταπεσούσης ὑπὸ καταιγίδος. Εὐτυχῶς τὸ πάθημα δὲν ἦτο σοβαρώτερον. Ὁ μπαρμπα-Κώστας ἦτο γερὸ κόκκαλο, πέντε φορᾶς θαλασσοπνιγμένος. Ἡ ἱερὰ τελετὴ ἐξηκολούθησεν ἐν τάξει καὶ ἔληξεν ὠσαύτως ἐν τάξει. Καὶ αὐτὴ ἡ διαρπαγὴ τῶν λαμπάδων ἐγένετο ὑπὸ τῶν ναυτῶν ἐν τακτικῇ ἀταξίᾳ. Πλὴν τοὺς νησιώτας κατελύπησε τὸ ἀπρόοπτον πάθημα τοῦ μπαρμπα-Κώστα, ὅστις ἀφοῦ ἔτυχεν ἐκεῖ τῶν πρώτων περιποιήσεων καὶ κατόπιν ἐν τῷ οἰκίσκῳ του, ὑπομείνας ἀφορήτους τωόντι πόνους, καὶ τυχῶν συντονωτάτης ἰατρικῆς περιθάλψεως, ἐκ μέρους τῶν ἐπιτρόπων, ὅμως ἔκειτο τὴν ἡμέραν τῆς Ἀναστάσεως πονῶν ἀκόμη, ὡς εἴδομεν, καὶ ἄνευ ὀδόντων πλέον. Ἐν τῇ καταπτώσει ἔχασε καὶ τὰς δύο σειρᾶς τῶν ὀδόντων του. Καὶ ἐλυπεῖτο πλέον ὁ πτωχὸς καὶ ἐπόνει, ὄχι τόσον διὰ τὴν ἀπώλειαν τῶν ὀδόντων, ὅσον διότι δὲν θὰ ὑπεκρίνετο πλέον τὸν ᾍδην, διότι ἡ ἔλλειψις τῶν ὀδόντων θὰ ἠλάττωνε κωμικῶς τὰς πρώτης δυνάμεως τραγικὰς ἐρωτήσεις του.

— «Κ' ἐδῶ ἐναυάηθα!», ἔλεγε νωδῶς μετὰ ταῦτα παραπονούμενος διὰ τὴν τύχην του ὁ ἀγαθὸς μπαρμπα-Κώστας ὁ Ὁλλαντέζος, ἁπλοῦς κανδηλάπτης πλέον τοῦ ναοῦ, φέρων καταφανῆ τὰ διπλὰ σημεῖα τῶν διπλῶν ναυαγίων, τὸ ὁλλανδικόν του κασκέτο καὶ τὰς ἄνευ ὀδόντων σιαγόνας, ἀλλ' ἀντὶ τῆς καλύβης του πλέον ἑκατοικοῦσεν εἰς ἕνα πολὺ εὔμορφον κελλίον ὁποὺ τοῦ ἔκτισαν οἱ ἐπίτροποι ἐντός τοῦ κηπαρίου τοῦ ναοῦ, καὶ ὅπου διῆλθε τὰ γηρατεῖα του ἀγαπώμενος ἀπὸ ὅλους.

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΤΟ AUDIOBOOK ΕΔΩ:


16.4.25

Φιλαργυρία: τέκνο απληστίας και μήτηρ, κάποτε (Ιούδας) της προδοσίας! [+ΒΙΝΤΕΟ] του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου

 

Φιλαργυρία: τέκνο απληστίας και μήτηρ, κάποτε (Ιούδας), της προδοσίας! [+ΒΙΝΤΕΟ]

του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου


  Εισαγωγή: Ο Ιούδας, επίκαιρος και λόγω των Αγίων Ημερών που διάγουμε, λάτρευε τα χρήματα, άλλωστε αυτός κρατούσε το “γλωσσόκομον”, το κοινό ταμείο των μαθητών. Ένα πάθος που τον οδηγεί σε σκοτείνιασμα του μυαλού του. Σε ώρα σκότους γίνεται η σύλληψη του Χριστού και προσφέρεται το προδοτικό φίλημα αντί τριάντα αργυρίων. Το αποτέλεσμα γνωστό. Αντί να ακολουθήσει την οδό της μετανοίας απελπίζεται και αυτοκτονεί. Είχε προσκολληθεί στον Μαμμωνά, όπως έλεγε ο Κύριος ...

ΓΕΝΙΚΑ: Η φιλαργυρία, πάθος που αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο ρίχνοντάς τον στα δεσμά άλλων παθών, από πολλούς ταυτίζεται με την απληστία. Ουσιαστικά απληστία είναι η υπερβολική προσπάθεια ν' αποκτάς, ενώ φιλαργυρία η υπερβολική προσπάθεια να μη χάσεις. Στενός συγγενής του φθόνου είναι η φιλαργυρία. Δεν εννοούμε μόνο εκείνο το είδος της φιλαργυρίας που περιορίζεται στη συσσώρευση χρημάτων, αλλά τη γενική μορφή που εκφράζεται στην απροθυμία του φιλάργυρου να προσφέρει χαρά σε άλλους. Ουσιαστικά ο φιλάργυρος υψώνει τείχος που θα σιγουρέψει, μόνο για τον εαυτό του, τους φτωχικούς του θησαυρούς από τον υπόλοιπο κόσμο. Διακρίνεται εύκολα η σχέση της φιλαργυρίας με τη φιλοδοξία, τη ματαιοδοξία και με τον φθόνο.

Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: Στην παγκόσμια γραμματεία έχουμε τη χαρακτηριστική τσιγγουνιά του Αρπαγκόν στο Μολιέρο (ερωτευμένος με το σεντούκι) και του Σάυλοκ στον Σαίξπηρ (που επιμένει να αποζημιωθεί για τα κεφάλαιά του με ανθρώπινη σάρκα). Ο Aγγλος χιουμορίστας συγγραφέας Τζωρζ Μάικς δίνει τη συνταγή της επιτυχούς φιλαργυρίας: «Αν θέλετε να είστε φιλάργυρος, να θυμόσαστε έναν πολύ απλό βασικό κανόνα: Ο φιλάργυρος ποτέ δεν είναι τόσο πλούσιος, ώστε να περιφρονήσει έστω και μια πεντάρα. Δέστε γιατί: Ένας πλούσιος, ιδιοκτήτης τεραστίων κτημάτων, πουλούσε ένα από τα σπίτια του. Ο αγοραστής τού μέτρησε 50.000 λίρες και το τραπέζι εξαφανίστηκε από το τεράστιο χρυσό βουνό που σωρεύτηκε πάνω του. Ο γερο-πλούσιος μέτρησε τέσσερις φορές τα λεφτά. Yστερα άνοιξε μια σαρακοφαγωμένη κασετίνα και έβγαλε τους τίτλους του σπιτιού, τυλιγμένους σε κορδέλα. Τους ξετύλιξε και μετά πολλή σκέψη τους έδωσε στον αγοραστή. Ο τελευταίος, τους πήρε και του είπε: “Μου δίνετε παρακαλώ και την κορδέλα να τους τυλίξω;” Ο γέρος διστάζοντας του απάντησε: “Την κορδέλα; Ευχαρίστως. Πληρώστε μου, όμως, τέσσερις πεντάρες!»

Η ΑΡΧΑΙΑ ΣΟΦΙΑ: Διαβάζουμε στα Δελφικά παραγγέλματα “Πλούτω απόστει”, μακριά από τον πλούτο, γιατί η φιλαργυρία που γεννιέται είναι μητέρα κάθε ποταπότητας και φαυλότητας” (Φωκυλίδης). Ο Δημόκριτος έλεγε πως οι “τσιγκούνηδες έχουν τη μοίρα της μέλισσας, δουλεύοντας σαν να πρόκειται να ζήσουν για πάντα. Ο Πλάτων τόνιζε πως“δεν πρέπει να αποκτάμε μόνο τα αγαθά, αλλά να τα χρησιμοποιούμε, γιατί καμιά ωφέλεια δεν προκύπτει μόνο από την απόκτηση.” Ο Ζήνων τοποθετούσε τη φιλαργυρία, μαζί με την ακολασία και τη μέθη, στα κορυφαία πάθη, ενώ ο Διογένης έλεγε: “Η φιλαργυρία είναι η μητρόπολη όλων των παθών”. Ο Σωκράτης παρομοιάζει τη ζωή του φιλάργυρου με δείπνο νεκρού που “ενώ όλα τα έχει δε μπορεί να δοκιμάσει τίποτε”. Ο Αριστοτέλης αντιδιαστέλει την ασωτία με τη φιλαργυρία: “Ο άσωτος ξοδεύει υπερβολικά και δεν λαμβάνει αρκετά, ενώ ο φιλάργυρος λαμβάνει υπερβολικά χρήματα και δεν ξοδεύει αρκετά.” Ακόμη, ο Κικέρων εύστοχα αποφαίνεται για τη γεροντική φιλαργυρία: “Τι πιο παράλογο από έναν οδοιπόρο που αυξάνει τα αποθέματά του για το ταξίδι που πλησιάζει στο τέλος”.

Η ΝΕΟΤΕΡΗ ΣΟΦΙΑ: Ο Ραφουσκό αναδεικνύει την πλάνη των φιλάργυρων: “στο ότι θεωρούν το χρυσό αγαθό, ενώ στην πραγματικότητα είναι μόνο μέσο για απόκτηση αγαθών”, ενώ ο Μίλτον με καθαρά οικονομική ορολογία, στηριζόμενος στον Αριστοτέλη, ορίζει τη φιλαργυρία και όχι τη σπατάλη αντίθετη της οικονομίας! Ο Λαβατέρ δίνει μια πολύ εύστοχη αντιδιαστολή φιλαργυρίας και ασωτίας: “Οι φιλάργυροι πλουτίζουν κάνοντας τον φτωχό, οι δε άσωτοι φτωχαίνουν κάνοντας τον πλούσιο”. Η κινέζικη παροιμία: “Όταν η τσιγκουνιά μπαίνει στο σπίτι η ευτυχία βγαίνει” μας υπενθυμίζει πόσο υποφέρουν τα μέλη της οικογένειας του φιλάργυρου!

   ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ: Ο Ιούδας λάτρευε τα χρήματα, άλλωστε αυτός κρατούσε το “γλωσσόκομον”, το κοινό ταμείο των μαθητών. Ένα πάθος που τον οδηγεί σε σκοτείνιασμα του μυαλού του. Σε ώρα σκότους γίνεται η σύλληψη του Χριστού και προσφέρεται το προδοτικό φίλημα αντί τριάντα αργυρίων. Το αποτέλεσμα γνωστό. Αντί να ακολουθήσει την οδό της μετανοίας απελπίζεται και αυτοκτονεί. Είχε προσκολληθεί στον ένα από τους δύο κυρίους (Θεόν ή Μαμμωνάν, όπως έλεγε ο Κύριος). Όμως δεν μπορείς να δουλεύεις σε δύο κυρίους. Έτσι εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι “Η φτώχεια στερείται από πολλά, η δε φιλαργυρία από όλα” (Ισαάκ Σύρος). Τα ίδια λέει και ο Απ. Παύλος: “ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία και πολλοί κυριεύθηκαν από αυτή και παραπλανήθηκαν από την πίστη τους και προκάλεσαν στον εαυτό τους πολλές οδύνες” (Α΄Τιμ. στ΄6,7,10). Πολλοί έχοντες το πάθος της φιλαργυρίας αυτοαποκαλούνται “οικονόμοι”. Γι' αυτούς έγραψε ο Ισαάκ ο Σύρος: “Ο δειλός αποκαλεί τον εαυτό του προσεκτικό, όπως ο φιλάργυρος ονομάζει τον εαυτό του οικονόμο”. Ιδιαιτέρως εύστοχος είναι ο ορισμός που δίνει ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής στη φιλαργυρία. Είναι, λέει, το πάθος εκείνου “που λαμβάνει με χαρά και δίνει με λύπη”! Σ' αυτή τη φράση εμπεριέχεται η “εργαλειοποίηση” του άλλου. Το ίδιο λέει και ο Μ. Βασίλειος: “όπως κάνουν τα ψάρια, έτσι και ο πλεονέκτης-φιλάργυρος καταπίνει στο απύθμενο στομάχι του τους αδύναμους”. Είναι αδύνατο ο πλεονέκτης να μη στραφεί κατά του συνανθρώπου του. Γι' αυτό ο έμπειρος ασκητής, Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, συνιστά: “Καλύτερα να κάτσεις παρέα με γύπες, παρά με πλεονέκτη και άπληστο." Οι Πατέρες δεν θεωρούν τη φιλαργυρία απλό ηθικό ολίσθημα, αλλά “θρησκεία” και βασικό προσανατολισμό της ανθρώπινης ύπαρξης. Στα λόγια του Χριστού ότι «όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας» (Ματθ. στ΄21) μοιάζει να συμφωνεί ο Eριχ Φρομ υποστηρίζοντας ότι “θρησκεία συνιστά η ολόψυχη αφιέρωση σε κάτι, το οποίο και νοηματοδοτεί την ανθρώπινη ζωή”. Κι αυτό το “κάτι” στον φιλάργυρο είναι το χρήμα. Στη χριστιανική οπτική η δίψα για πλούτο στρέφεται στον ίδιο τον υπαρξιακό προσανατολισμό του φιλάργυρου, υποτάσσοντας σ' αυτήν όλα, πράγματα ή πρόσωπα. Eτσι, το χρήμα αναδεικνύεται θεός. Άλλωστε, ο Χριστός τη φιλαργυρία έφερε ως κορυφαίο παράδειγμα επιλογής ασύμβατης προς τον Ίδιο. ΄Η με τον Θεό, είπε, ή με τον Mαμωνά. Η λατρεία του χρήματος σημαίνει μετάλλαξη του ανθρώπου σε απόλυτη ατομικότητα. Κι επειδή αυτό το αμάρτημα είναι ακόρεστο, οι Πατέρες το χαρακτηρίζουν μονιμότερο πάντων. Τα άλλα αμαρτήματα, λέει ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός, είναι «ολιγόχρονα». Είναι αδύνατο ο φιλάργυρος να μη στραφεί κατά του συνανθρώπου του. Στα φληναφήματα, που καλλιεργούν διαπλεκόμενοι της εκκλησιαστικής εξουσίας πλουτοκράτες, ότι ο πλουτισμός τους είναι “θέλημα Θεού”, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης αντιτείνει: «Δεν προέρχεται από τον Θεό το ψωμί του πλεονέκτη». Γι' αυτό και στην εκκλησιαστική παράδοση, ούτε η ελεημοσύνη, ούτε οι προσφορές αποτελούν κολυμπήθρα του Σιλωάμ ώστε να δικαιώνονται οι τρόποι συσσώρευσης του πλούτου. Αντίθετα αξιώνεται διακοπή της εκμετάλλευσης. Ο Μ. Βασίλειος ταυτίζει τον πλεονέκτη με τον «αποστερητή», μ' αυτόν, δηλαδή, που στερεί από τους εργαζομένους τη δίκαιη αμοιβή τους και δεν χορηγεί στους πενομένους τα χρειαζούμενα. Οι δωρεές του στις εκκλησιές δεν μπορούν να γίνονται δεκτές, διότι δεν γίνεται συμμέτοχος της πλεονεξίας-φιλαργυρίας ο Θεός. Ο Γέροντας Άγιος Πορφύριος προσθέτει: «Το αν θα πάμε στον Παράδεισο ή στην κόλαση, δεν εξαρτάται από το αν έχουμε λίγα ή πολλά χρήματα, αλλά από τον τρόπο πού θα χρησιμοποιήσουμε αυτά πού έχουμε. Τα χρήματα, τα κτήματα και όλα τα υλικά αγαθά δεν είναι δικά μας, του Θεού είναι, εμείς έχουμε μόνο τη διαχείριση τους. Πρέπει να ξέρουμε ότι ο Θεός θα μας ζητήσει λογαριασμό και για την τελευταία δραχμή μας, αν τη διαθέσαμε σύμφωνα με το θέλημα του ή όχι».

ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Και ποια είναι η απάντηση στη φιλαργυρία: Να ασκηθεί ο άνθρωπος στην ολιγάρκεια, να γίνει «ολιγοδεΐας εραστής» (Άγιος Μάξιμος). Να ζήσει τα υλικά “μετρίως” και την αγάπη “αμέτρως”. Αυτό δεν σημαίνει αποτράβηγμα σε ατομική πνευματική γυμναστική. Ο Ά. Χρυσόστομος παρατηρεί ότι η ύψιστη αρετή της παρθενίας, ούτε καθολική εντολή συνιστά, ούτε οδηγεί μόνη της στον παράδεισο. Ο φιλάργυρος παρθένος θα μείνει εκτός του νυμφώνος! Η έγνοια για τον άλλον, όμως, και καθολική εντολή συνιστά, και στον παράδεισο οδηγεί. Να το αντίδοτο στη φιλαργυρία!

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: 


Η Μεγάλη Άρκτος + ΒΙΝΤΕΟ Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου

 

Η Μεγάλη Άρκτος + ΒΙΝΤΕΟ

Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου


   ΓΕΝΙΚΑ: Η Μεγάλη Άρκτος (Λατινικά Ursa Major, σύμβολο: Uma), αστερισμός που καταγράφηκε από τον μεγάλο Έλληνα γεωγράφο Πτολεμαίο, είναι ένας από τους 88 επίσημους αστερισμούς που θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση. Είναι πάντοτε ορατός από την Ελλάδα. Υπήρξε ανέκαθεν ο γνωστότερος αστερισμός, ως προς το τμήμα του με το χαρακτηριστικό σχήμα της «κατσαρόλας» ή το λεγόμενο «άροτρο». Ως ο τρίτος μεγαλύτερος σε έκταση αστερισμός, “συνορεύει” με οκτώ άλλους [Δράκων, Καμηλοπάρδαλις, Λυγξ, Λέων, Μικρός Λέων, Κόμη Βερενίκης, Θηρευτικοί Κύνες και Βοώτης]. Έχει έκταση στο ουράνιο στερέωμα 1280 τετρ. μοίρες και τα μεγάλα του άστρα [≤ 6,5 φαινομένου μεγέθους1]είναι 209. Είναι ορατός σε γεωγραφικά πλάτη από 90° Βόρεια έως 16° Νότια.

ΙΣΤΟΡΙΑ-ΜΥΘΟΣ-ΠΑΡΑΔΟΣΗ: Αρχαιότερη αναγραφή της Μ. Άρκτου βρίσκουμε στους στίχους της Οδύσσειας, όπου αναφέρεται η Άρκτος, «Άμαξα τη λένε, που μόνο αυτή δε λούζεται στου ωκεανού το κύμα»2. Οι υπόλοιποι πολύ βόρειοι αστερισμοί δεν είχαν ακόμα ανακαλυφθεί την ομηρική εποχή και έτσι δικαιολογείται η λέξη «μόνο» του ομηρικού στίχου. Παρότι ο αστερισμός είχε πολλές ονομασίες και μυθικές συσχετίσεις, σχεδόν παντού ήταν μια αρκούδα [άρκτος]. Οι Γερμανοί πάντως, τον ονόμαζαν Wagen, άμαξα, από όπου και το λαϊκό αγγλικό Wain ή Charle's Wain, δηλαδή Άμαξα του Καρόλου, στη Σαιξπηρική Εποχή. Ο κυρίαρχος μύθος μιλά για τη Νύμφη Καλλιστώ, που αγαπήθηκε από τον Δία και μεταμορφώθηκε σε αρκούδα από την Ήρα, οπότε ο Δίας την εξύψωσε στους ουρανούς. Άλλη εκδοχή θέλει τον αστερισμό απεικόνιση της Άρτεμης, γνωστής με το επίθετο «Καλλίστη». Το όνομα Lycaonia Arctos προέρχονται από τον Λυκάονα, πατέρα της Καλλιστούς, ενώ ο Σοφοκλής, στον Οιδίποδα αποκαλεί τον αστερισμό «Αρκάδιον αστέρα», από την πατρίδα της Καλλιστούς. Μια διαφορετική εκδοχή προέρχεται από πανάρχαια παράδοση της Νάξου, κατά την οποία οι Άρκτοι ήταν οι Κρητικές τροφοί του βρέφους Δία, που στη συνέχεια υψώθηκαν στους ουρανούς για την αφοσίωσή τους. Μεταγενέστερη μεταλλαγή αντικαθιστά τις τροφούς με τις Νύμφες Ελίκη και Μέλισσα. Τα Έλιξ και Ελίκη απαντούν ως ονόματα για τον ίδιο τον αστερισμό, επειδή «ελίσσεται» γύρω από τον πόλο [Απολλώνιος Ρόδιος]. Το περίεργο είναι ότι και Αμερινδοί αποκαλούσαν την «κατσαρόλα» αρκούδα (Okuari και Paukunawa), παρά το ότι ελάχιστα μοιάζει στο ζώο. Γιατί, όμως, ενώ ο αστερισμός μοιάζει με κατσαρόλα ή κουτάλα ονομάστηκε Άρκτος; Πιθανή ερμηνεία της συσχετίσεως με αρκούδα είναι ότι στα Σανσκριτικά, μητέρα των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, η λέξη Riksha σημαίνει «αρκούδα» και «άστρο». Επίσης, ως ρήμα, σημαίνει «λάμπω». Παρατηρούμε, μάλιστα, ότι σε λαούς που δεν χρησιμοποιούν ινδοευρωπαϊκές γλώσσες υπάρχει απόκλιση, π.χ. στη Συρία η Μεγάλη Άρκτος ήταν Αγριόχοιρος, στους Λάπωνες Sarw [τάρανδος] και στην ίδια χώρα [Φινλανδία] η παράδοση θέλει τους αστέρες των Άρκτων να παριστάνουν όμορφες παρθένες με υψηλή δεξιότητα στο γνέσιμο και στην ύφανση. Το μεγάλο φιννικό έπος Kalewala δίνει μεγάλη σημασία στη Μεγάλη Άρκτο, αποκαλώντας την Otawa. Όσο για την άλλη ονομασία του αστερισμού, Άμαξα, ετυμολογικά εξηγείται από το άμα [= μαζί] και το άξων (γήινος άξονας). Η «άμαξα» επομένως είναι ο αστερισμός του οποίου οι αστέρες περιφέρονται γύρω από έναν άξονα, εκείνον που περνά από τον Βόρειο Ουράνιο Πόλο. Πολύ αργότερα, όταν η άμαξα πήρε την έννοια του κάρρου, ο Ησύχιος δίνει το όνομα Άγαννα, από το «άγειν» αλλά και από το ακκαδικό Aganna [=Κύριος Ουρανών] για τους αστέρες της Άμαξας. Επανερχόμαστε, λοιπόν, με το Charle's Wain [Charle ή Karl ήταν αρχικά ο Θωρ, βασιλιάς των θεών, αντίστοιχος του Δία]. Κάποτε ονομαζόταν έτσι η Άμαξα του Οντίν, πατέρα του Θωρ. Στους νεότερους χρόνους, ο γερμανικός λαός αποκαλεί τη Μεγάλη Άρκτο Himmel Wagen, το άρμα με το οποίο ο Προφήτης ανελήφθη στους ουρανούς. Συχνή αγγλική ονομασία για την Μεγάλη Άρκτο (τμήμα «κατσαρόλας») είναι Αλέτρι (the Plough), που αντικατοπτρίζεται στη νεολληνική λαϊκή ονομασία του αστερισμού: Αλετροπόδι. Το συνηθέστερο λαϊκό όνομα έως σήμερα στις ΗΠΑ είναι Big Dipper (=Μεγάλη Κουτάλα), όμως επιτυχέστερο είναι το παλαιότερο Butcher's Cleaver (Χασάπικος Μπαλτάς). Στη Γαλλία ο λαός την ονομάζει Casserole (=κατσαρόλα). Στην Αίγυπτο ο αστερισμός ονομαζόταν Μηρός του ταύρου ή Κνήμη [επιγραφές στους τάφους των βασιλέων]. Οι αστέρες του ονομάζονταν «μεσχέτ» και αντιπροσώπευαν τον κακό θεό Σηθ ή τον Τυφώνα. Στην ελληνιστική εποχή [θρησκευτικός συγκριτισμός] η δική μας Άμαξα θεωρήθηκε ως η Άμαξα του `Οσιρι. Κατά τις ιουδαιο-χριστιανικές αναπαραστάσεις ουράνιων μορφών (17ος αιώνας) η Μεγάλη Άρκτος προσομοιώθηκε από τον Σίλερ με τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, ενώ από τον Καίσιο με μια από τις αρκούδες που έστειλε ο προφ. Ελισαίος να τιμωρήσουν τους διώκτες του ή με το άρμα-δώρο του Φαραώ στον Ιωσήφ. Στη νεότερη ελληνική παράδοση, η Μεγάλη Άρκτος ονομάζεται Αναποδοκάραβο, από την ομοιότητά της με ανάποδο καράβι.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: Ο Άγγλος ποιητής Έντ. Σπένσερ (1552-1599) χαρακτηρίζει τη Μεγάλη Άρκτο ουράνιο ρολόι. Η από τον Όμηρο χρονολογούμενη χρήση της στη ναυτιλία συνεχίσθηκε και στις αραβικές ερήμους «μέσα στις οποίες οι ταξιδιώτες κατευθύνουν από τις `Αρκτους την πορεία τους, όπως γίνεται στη θάλασσα» [Διόδωρος Σικελιώτης]. Ο Σοφοκλής γράφει ότι η Άρκτος κατευθύνει τους ταξιδιώτες γενικά. Οι αστρολόγοι της εποχής του Σαίξπηρ απέδιδαν στον αστερισμό κακές επιδράσεις, και ο Εδμόνδος στο “Βασιλιάς Ληρ” λέει ειρωνικά: «η γέννησή μου συνέβη κάτω από τη Μεγάλη Άρκτο, έτσι έπεται ότι είμαι σκληρός και λάγνος».

Η ΑΡΚΤΙΚΗ: Για τη σημασία της Μεγάλης και της Μικρής Άρκτου, σημειώνουμεί ότι η Αρκτική [γύρω από το Β. Πόλο] ονομάσθηκε έτσι από το γεγονός ότι οι Άρκτοι εκεί φαίνονται όλη την πολική νύκτα να περιφέρονται γύρω από το ζενίθ. Σε αντιδιαστολή, η αντιδιαμετρική περιοχή του Ν. Πόλου ονομάσθηκε Ανταρκτική.


   ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Οι φωτεινότεροι αστέρες στη Μεγάλη Άρκτο, ορατοί με γυμνό μάτι, κυμαίνονται μεταξύ των 140 και των 227. Οι αστέρες α και ε είναι οι φωτεινότεροι αστέρες, δευτέρου μεγέθους. Ο α είναι διπλός αστέρας, γνωστός με το όνομα Dubhe. Ο β είναι γνωστός ως Merak. Οι γ, δ, ε, κατά σειράν ονομάζονται Φέκντα, Μεγκρέζ και Αλιόθ. Ο ζ καταχωρείται ως Mizar, ενώ ο η στην άκρη της ουράς ονομάζεται Αλκάιντ. Ο διπλός αστέρας θ, έχει φαινόμενο μέγεθος 3,17 και κινείται 1 μοίρα ανά έτος περίπου. Οι λ και μ ονομάζονται Βόρειος και Νότιος Tania, αντίστοιχα. Οι ν και ξ είναι οι Alula Borealis και Alula Australis, αντίστοιχα. O ο (όμικρον) ονομάζεται Muscida. Τέλος ο αστέρας 80 Μεγάλης Άρκτου, ως συνοδός του Μιζάρ, είναι γνωστός με το όνομα Alcor.

ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Ο αστέρας 47 [φ.μ. 5,10], έχει έναν πλανήτη σε μέση απόσταση από αυτόν 314 εκατομμύρια χιλιόμετρα, περίοδο περιφοράς 1.098 γήινες ημέρες, ενώ το σύστημα απέχει από εμάς 45,93 έτη φωτός και απομακρύνεται με 12,6 χιλιόμετρα/δευτερόλεπτο. Η μάζα του πλανήτη είναι 3 ως 7 φορές μεγαλύτερη από του Δία, ενώ του αστέρα 10% μεγαλύτερη εκείνης του Ήλιου. Είναι από τους πρώτους εξωπλανήτες που ανακαλύφθηκαν [1996]. Το 2002 ανακαλύφθηκε και άλλος εξωηλιακός πλανήτης στη Μεγάλη Άρκτο, γύρω από τον αστέρα HD 89744 [φ.μ. 5,74], σε μέση απόσταση από αυτόν 132 εκατομμύρια χιλιόμετρα, και περίοδο περιφοράς 256 γήινες ημέρες. Το όλο σύστημα απέχει από εμάς 130 έτη φωτός. Στον αστερισμό εντοπίστηκε ακόμη ο μεταβλητός αστέρας W Μεγάλης Άρκτου [φ.μ. περίπου 8, ορατός με κιάλια] που έδωσε το όνομά του σε ολόκληρη την κατηγορία των διπλών συστημάτων σε επαφή, των συστημάτων, δηλαδή, που αποτελούνται από δύο αστέρες που περιφέρονται ταχύτατα γύρω από το κοινό κέντρο μάζας τους και τους συνδέει ένας «λαιμός» της ύλης τους. Εδώ η φυγόκεντρη δύναμη αποτρέπει τη συνένωσή τους. Στη Μεγάλη Άρκτο εντοπίζεται ακόμη το νεφέλωμα NGC 3587, με φ.μ. 9,9, γνωστό στους ερασιτέχνες αστρονόμους ως νεφέλωμα της Κουκουβάγιας, εξαιτίας του σχήματός του. Η απόστασή του από τη Γη υπολογίζεται σε 2.600 έτη φωτός. Οι κυριότεροι γαλαξίες του αστερισμού είναι: Ο σπειροειδής Μ81, από τους φωτεινότερους του ουρανού, με φ.μ. 6,9 και απόσταση από τη Γη 12 εκατομμύρια έτη φωτός, ο ιδιόμορφος Μ82 [φ. μ. 9,3] σε απόσταση από τη Γη 11,5 εκατομμύρια έτη φωτός(!) και ο NGC 5457, γνωστός ως Pinwheel Galaxy, που είναι εντυπωσιακός σπειροειδής [φ.μ. 8,3] σε απόσταση από τη Γη 27 εκατομμύρια έ.φ. Καταλαμβάνει στον ουρανό έκταση σχεδόν 1/5 της τετραγωνικής μοίρας!



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Ερατοσθένης, Καταστερισμοί ή Αστροθεσίαι: Μεγάλη Άρκτος  konstantinosa.oikonomou@gmail.com


1. Το φαινόμενο μέγεθος είναι ο αριθμός που προδιορίζει πόσο λαμπρό φαίνεται ένα ουράνιο σώμα από τη Γη. Όσο πιο λαμπρό φαίνεται τόσο μικρότερη είναι η αριθμητική τιμή μεγέθους.Έτσι ο Ήλιος έχει το μεγαλύτερο φαινόμενο μέγεθος [-26,7] και ακολουθούν η Σελήνη [-12,5] και η Αφροδίτη [-4,4].

2. Στο μεταξύ όμως, χάρη στη μετάπτωση του γήινου άξονα, ο αστερισμός έχει απομακρυνθεί από τον βόρειο ουράνιο πόλο κι έτσι δεν είναι πλέον αειφανής από το μεγαλύτερο μέρος της Μεσογείου, ούτε ως προς το τμήμα της «κατσαρόλας»!

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: 


ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Η Ίρις από τον Κωνσταντίνο θ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα

  Η Ίρις από τον Κωνσταντίνο θ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα           Η Ίρις ήταν μια δευτερεύουσα θεότητα του Ολύμπου κατατασσόμ...

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ....